Το Ζ' Τμήμα του Αρείου Πάγου, αναίρεσε απόφαση του Εφετείου Αθηνών, με την οποία είχε καταδικαστεί καταστηματάρχης που είχε πουλήσει πλέον των 1.000 αποκωδικοποιητών του δορυφορικού συστήματος της NOVA, και είχε κατηγορηθεί για κατ' εξακολούθηση παράβαση του νόμου (2121/1993) περί προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων.
 Ο καταστηματάρχης είχε καταδικαστεί από το Εφετείο σε φυλάκιση 20 μηνών με αναστολή, και χρηματική ποινή 4.200 ευρώ για κατ' εξακολούθηση. Ο Άρειος Πάγος, στην απόφασή του εκτίμησε πως ο καταστηματάρχης είχε καταδικαστεί για παράβαση ανύπαρκτου νομοθετικού πλαισίου, το οποίο έχει καθυστερήσει να εκδοθεί εδώ και 22 χρόνια.Πιο συγκεκριμένα, ο εγκαλούμενος διατηρούσε σε προάστιο των Αθηνών από το 1998, κατάστημα ηλεκτρικών συσκευών και εμπορευόταν μεταξύ των άλλων, δορυφορικούς δέκτες οι οποίοι μπορούσαν να λειτουργήσουν με συνδρομητική κάρτα της NOVA.
Έχοντας δε, στην κατοχή του τρεις νόμιμες συνδρομητικές κάρτες της εν λόγω εταιρείας, έστειλε στην Κορέα τα ψηφιακά κλειδιά αποκωδικοποίησης δορυφορικού τηλεοπτικού σήματος των καρτών αυτών.Με τον τρόπο αυτό, ο καταστηματάρχης εξουδετέρωσε («έσπασε») παράνομα τα δορυφορικά κλειδιά της NOVA - και τη διετία 2007-2009 πούλησε πλέον των 1.000 «μαϊμού» αποκωδικοποιητών της εταιρείας αυτής, με συνέπεια να προκληθεί οικονομική ζημιά στην εν λόγω εταιρεία, αφού η τελευταία έχανε τις μηνιαίες συνδρομές.
Από το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, το περασμένο έτος καταδικάστηκε ο καταστηματάρχης σε φυλάκιση 20 μηνών με αναστολή και χρηματική ποινή 4.200 ευρώ για κατ' εξακολούθηση παράβαση του νόμου (2121/1993) για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων και για παράνομη κατοχή όπλου (συσκευή ηλεκτρικής εκκένωσης) που βρέθηκε στο μαγαζί του.
 Στη συνέχεια ο καταστηματάρχης άσκησε αναίρεση κατά της εφετειακής απόφασης.
 Ο Άρειος Πάγος στην σχετική απόφασή του σημειώνει ότι το άρθρο 7 του Συντάγματος αναφέρει ότι «έγκλημα δεν υπάρχει, ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν την τέλεση της πράξης», ενώ ο Ποινικός Κώδικας προβλέπει ότι «η αξιόποινη πράξη πρέπει να περιγράφεται με σαφήνεια και ακρίβεια από το νομοθέτη που θέλει να προστατεύσει ορισμένο έννομο αγαθό» και εάν αυτό δεν συμβαίνει δεν αναγνωρίζεται έγκλημα.
Ακόμη, στην απόφαση του Αρείου Πάγου αναφέρεται ότι ο νόμος 2121/1993 για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, προβλέπει την έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων (με πρωτοβουλία του υπουργού Πολιτισμού) που θα καθορίζει τις προδιαγραφές των συσκευών αναπαραγωγής έργων, κ.λ.π. Όμως παρά την παρέλευση 22 ετών τα διατάγματα αυτά δεν έχουν εκδοθεί έως σήμερα.
 Έτσι, ο Άρειος Πάγος, στην απόφασή του αναφέρει ότι με τον νόμο 2121/1993 «διαμορφώνεται λευκός ποινικός νόμος, διότι οι προδιαγραφές της ποινικής αξιολογήσεως των πράξεων κατασκευής, εισαγωγής, χρήσεως, θέσεως σε κυκλοφορία και κατοχής, με σκοπό τη θέση σε κυκλοφορία συσκευών ή άλλου υλικού αναπαραγωγής έργου, δεν περιγράφονται στο κείμενο του νόμου, αλλά ούτε και έχουν εξειδικευτεί διότι μέχρι τώρα δεν εκδόθηκε Προεδρικό Διάταγμα που να ορίζει τις προδιαγραφές των συσκευών κατά τις προβλέψεις του νόμου 2121/1993, με συνέπεια η ποινική πρόβλεψη τα του εγκλήματος να είναι ασαφής, παρά την απαιτούμενη ακρίβεια και βεβαιότητα της ποινικής προβλέψεως που απαιτείται από το άρθρο 7 του Συντάγματος και από το άρθρο 1 του Ποινικού Κώδικα».
 Και συνεχίζει ο Άρειος Πάγος, αναφέροντας ότι το Εφετείο Αθηνών εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο 2121/1993, καθώς απέδωσε στον επίμαχο καταστηματάρχη συμπεριφορά αόριστη και ασαφή «ως προς τον ορισμό και την περιγραφή της αξιόποινης συμπεριφοράς διάταξη ποινικού νόμου και τον καταδίκασε για παραβίαση προδιαγραφών που ουδέποτε θεσπίστηκα από το νομοθέτη».
 Κατόπιν αυτών, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε την απόφαση του Εφετείου ως προς το σκέλος εκείνο, όπου ο καταστηματάρχης καταδικάστηκε για το «σπάσιμο» του αποκωδικοποιητή του συνδρομητικού προγράμματος της NOVA, και παραπέμπει τον κατηγορούμενο να δικαστεί και πάλι μόνο για την κατοχή όπλου (συσκευή ηλεκτρικής εκκένωσης).