16.11.16

Βασίλης Καραγεώργος: Ο φωτογράφος ανάμεσα στα τανκς

 ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΛΑΙΜΑΧΟ ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΕΡ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ ΦΙΛΟ ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΟ !
 Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι ακόμη και σήμερα κάρβουνα αναμμένα κάτω απο τις στάχτες του χρόνου και κάθε φορά που τα σκαλίζουμε αρπάζουν φωτιά .
Τέσσερις δεκαετίες μετά τη φοιτητική εξέγερση που άνοιξε τον δρόμο για τη Μεταπολίτευση, το μήνυμα του Πολυτεχνείου αντέχει. 
Απέναντι σε κάθε προσπάθεια παραχάραξης, αναθεωρητισμού ή ψευδεπίγραφων διδαγμάτων. Το «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» είναι ένα σύνθημα με ιστορικά χαρακτηριστικά και διαχρονική ισχύ.
Δεν μπορεί όμως να κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο των αγανακτισμένων ως σλόγκαν επαναστατικότητας. Οτιδήποτε άλλο ταιριάζει στη γνωστή ρήση περί τραγωδίας και φάρσας. Στις σελίδες που ακολουθούν, «ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν εικόνες από την καθημερινή ζωή το 1973 και δραματικά στιγμιότυπα μιας – πραγματικής – εξέγερσης.
16708472_Karageorgos1.limghandlerΟ Βασίλης Καραγεώργος είναι ένας από τους τέσσερις φωτογράφους που κατόρθωσαν να απαθανατίσουν  τα γεγονότα του Πολυτεχνείου τη νύχτα16 προς 17 Νοεμβρίου. Από χρόνια καθιερωμένος φωτογράφος, έχοντας καλύψει μεγάλα γεγονότα της δεκαετίας του 1960, με θητεία και στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, για τον οποίο δούλευε αποκλειστικά για οκτώ χρόνια, έως το 1972, διατηρούσε τότε πρακτορείο στη Χρήστου Λαδά.
Επειδή η κατάσταση ήταν έκρυθμη, είχε μείνει στο γραφείο του μέχρι αργά και δέχθηκε τηλεφώνημα από δημοσιογράφο των «ΝΕΩΝ» τα μεσάνυχτα, που τον πληροφορούσε ότι τα τανκς είχαν βγει από το Γουδή.
«Ηταν φανερό πια ότι πήγαιναν στο Πολυτεχνείο», μας λέει. «Αρματώνομαι λοιπόν τις μηχανές και βγαίνω στην Πανεπιστημίου. Πήγα στο Οφθαλμιατρείο και περίμενα. Τα είδα να έρχονται και άρχισα να βαδίζω δίπλα τους. Δεν μου είπε κανείς τίποτα, ούτε υπήρχε Αστυνομία εκεί. Οταν έστριψαν στην Πατησίων εγώ τα άφησα, πέρασα από τη Χαλκοκονδύλη και πήγα και άραξα στη γωνία Στουρνάρη και Πατησίων. Από εκεί έβγαλα όλες αυτές τις φωτογραφίες». Πρόκειται για περίπου 250 φωτογραφίες. Από αυτές επέλεξε, μαζί με τον επιμελητή Θανάση Αλατά, περίπου 130 και τις δημοσιεύει για πρώτη φορά, ακριβώς 40 χρόνια μετά. Αρκετές από αυτές έχουν δημοσιευθεί παλαιότερα, άλλες είναι αδημοσίευτες, όλες όμως είναι τώρα τυπωμένες από τα αρχικά φιλμ και όχι από τις διάφορες αναδημοσιεύσεις, που είχαν κακή ποιότητα και κόκκο. «Τότε δεν είχαμε τα μηχανήματα που βγήκαν αργότερα», λέει στα «ΝΕΑ». «Εβγαλα με τη Nikon, με φακό των 100 μιλιμέτρ. Χωρίς φλας, γιατί αν σε έβλεπαν σε καθαρίζανε. Μας βοήθησε το γρήγορο φιλμ».
Η εξέγερση ξεκίνησε την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου. «Ημουν εκεί συνεχώς», θυμάται ο Β. Καραγεώργος. «Επειδή μάλιστα γνώριζα ότι η Σοφία Βέμπο έμενε δίπλα, στην Πατησίων, της χτύπησα το κουδούνι την Πέμπτη και δέχθηκε να φωτογραφιστεί στο μπαλκόνι της, να κοιτάζει τα πλήθη που άρχιζαν να συρρέουν. Υπήρχαν 40.000-50.000 κόσμος κάτω. Οι συγκοινωνίες είχαν διακοπεί. Καθώς περνούσαν οι ώρες, η συγκέντρωση φούντωνε. Και δεν ήταν πια μόνο φοιτητές αλλά και εργάτες. Και νεολαία γενικά. Την Πέμπτη παρουσιάστηκαν και τα πρώτα πανό. Αρχικά υψώθηκε σε ένα γιαπί το πανό με το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία». Υπήρχαν και μερικά πολύ σκληρά συνθήματα, όπως «Λαέ πεινάς, γιατί δεν τους κρεμάς». Σταματούσαν λεωφορεία και τρόλεϊ και έγραφαν πάνω τους συνθήματα. Σταματούσαν μέχρι και στρατιωτικά οχήματα της ΑΣΔΕΝ γράφοντας πάνω τους «Εξω η χούντα»».
Και προσθέτει για τη μοιραία νύχτα της Παρασκευής προς Σάββατο: «Μετά τη 1 η ώρα φωνάζανε να ανοίξουνε την πόρτα. Το τανκ πέταξε προβολείς πρώτα. Το άκουσα και μετά, αλλά το ένιωσα και εγώ εκείνη την ώρα: φαίνεται πως η εντολή είχε δοθεί αλλά ο φαντάρος δεν μπήκε αμέσως. Είχε Αστυνομία από τη Στουρνάρη μέχρι την Πλατεία Βάθη. Αρχικά δεν μου έκαναν τίποτα. Είχα τη γνώμη ότι τα παιδιά κατεβήκανε από την πόρτα. Λένε πως ένας φοιτητής δεν πρόλαβε να κατέβει. Εκείνη την ώρα περνούσαν συμπτωματικά δύο αστυνομικοί, ο ένας ήταν βαθμοφόρος. Με παίρνουν αγκαζέ… Με άφησαν εκεί που είναι τώρα ο ΟΣΕ, στο τέρμα της Στουρνάρη, εκεί που τότε ήταν το Περοκέ. Κάθησα σε ένα πεζούλι να πάρω ανάσα, δάκρυσα και μονολογούσα: Πού είσαι, ρε λαέ; Εξω δεν υπήρχε κανείς. Τα άλλα βράδια υπήρχε κόσμος, αυτό τίποτα. Τους είχαν διώξει πριν αρχίσει η επιχείρηση. Ισως όμως αν ο κόσμος ήταν εκεί να μην έμπαιναν μέσα. Γύρισα στο γραφείο. Με περίμενε ένας γερμανός δημοσιογράφος για να στείλουμε φωτογραφίες στο εξωτερικό. Τυπώνω 40 και προλαβαίνουμε τη Λούφτχανσα στις 4-4.30 το πρωί. Ημασταν τυχεροί γιατί μία ώρα μετά, μόλις γυρίσαμε δηλαδή από το αεροδρόμιο, είχε ήδη κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος και δεν θα μπορούσαμε πια να κάνουμε τίποτα.
Το πρωί ήπιαμε έναν καφέ με τον γερμανό δημοσιογράφο και ξανακατέβηκα στο Πολυτεχνείο. Τα τανκς είχαν πατήσει αυτοκίνητα και η Πυροσβεστική καθάριζε με τις μάνικες τα συντρίμμια. Είναι σίγουρο πως υπήρξαν νεκροί, όχι μόνο ή όχι αναγκαστικά μέσα στο Πολυτεχνείο. Μία κοπέλα τη σκότωσαν στην είσοδο της Στουρνάρη. Εγώ φωτογράφισα αίματα στο τέρμα της Πανεπιστημίου, στην Ομόνοια, και ο μαγαζάτορας δίπλα μού είπε ότι μόλις είχαν καθαρίσει κάποιον».
ΕΙΚΟΣΙ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ. Ο Βασίλης Καραγεώργος ήταν από ιδιοσυγκρασία ριψοκίνδυνος. Απόδειξη τα είκοσι κατάγματα που έχει υποστεί και μία λάμα που ακόμη έχει στο πόδι. 
Η μεγαλύτερη επιτυχία που έκανε ποτέ ήταν το 1965, όταν  ένα αμερικανικό αεροπλάνο έπεσε στον Χελμό. Ηταν αεροπλάνο μισθοδοσίας και πήγαινε στην Περσία. 
Το βουνό γέμισε δολάρια. Δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερ, καμεραμάν έφτασαν στα Καλάβρυτα, που είχαν δέκα πόντους χιόνι, και κόλλησαν εκεί. 
Ο Καραγεώργος, όμως, ανέβηκε σε ΡΕΟ των ελλήνων λοκατζήδων που ξεκινούσαν να βρουν το αεροπλάνο, μαζί με μονάδα αμερικανών πεζοναυτών. 
Τα αυτοκίνητα κάποια στιγμή σταμάτησαν και ξεκίνησε επτάωρη πεζοπορία. Στα 500 μέτρα από το σημείο της πτώσης, με επτά μέτρα χιόνι, σταμάτησαν όλοι. Το αεροπλάνο είχε πέσει ακριβώς στην κορυφή, στα 2.350 μέτρα. Ανέβηκαν οι Αμερικανοί.
«Ηθελα να ανεβώ και εγώ αλλά δεν επιτρεπόταν», θυμάται. «Μίλησα με τους Ελληνες, μου είπαν δεν πρέπει να σε δουν οι Αμερικανοί, κάποια στιγμή που περνούσε ένα σύννεφο και σκοτείνιασε κάπως μου είπαν «άντε, ξεκίνα». Σκαρφάλωσα κάνοντας σκαλοπατάκια με το πόδι μου μέσα στο χιόνι. Ανέβηκα και τράβηξα κρυφά τρία φιλμ. Οι Αμερικανοί έβαζαν τα πτώματα στους σάκους. Φρόντισα και έβαλα τα φιλμ σε μια νάιλον σακούλα κάτω από ένα δέντρο. Φανερώθηκα, άρχισαν να φωνάζουν «no photos, no photos», είπα εντάξει. Αλλά είχα τα τρία φιλμ. Δούλευα τότε για το πρακτορείο Γιουνάιτεντ Πρες, ήταν μια παγκόσμια αποκλειστική επιτυχία. Το πρακτορείο, που μου έδινε 1.700 δρχ. μισθό, μου έδωσε γι” αυτό δώρο 300 δολάρια και την εκμετάλλευση των φωτογραφιών στην Ελλάδα.
Τις πούλησα τότε στο συγκρότημα της Ελένης Βλάχου («Καθημερινή», «Μεσημβρινή», «Εικόνες») και μετά με κάλεσε ο Χρήστος Λαμπράκης και με προσέλαβε στον ΔΟΛ με πολύ σημαντικό μισθό. Εμεινα εκεί μέχρι που έκλεισε το φωτογραφικό γραφείο του ΔΟΛ, το 1972, και μετά άνοιξα με δύο συνεταίρους το πρακτορείο της Χρήστου Λαδά», εξηγεί.

 ΠΗΓΗ: TANEA

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ ΝΕΑ και ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Αρχειοθήκη ιστολογίου