Το Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 505/2010 απόφασή του απέρριψε την αίτηση τέως διευθυντή χειρουργικού τμήματος του νοσοκομείου "Ευαγγελισμός" ο οποίος παύθηκε οριστικά, καθώς στο γραφείου του στο νοσηλευτικό ίδρυμα, παρενοχλούσε σεξουαλικά γυναίκες συγγενών ασθενών.
Για την υπόθεση αυτή, μετά από σχετικές καταγγελίες γυναικών σε εκπομπή τηλεοπτικού σταθμού τον Απρίλιο του 2001, το Διοικητικό Συμβούλιο του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» πραγματοποίησε Ένορκη Διοικητική Εξέταση, όπου κατέθεσαν τέσσερις γυναίκες, οι οποίες κατήγγειλαν περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης από τον εν λόγω γιατρό.....
Στη συνέχεια το Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών του ΕΣΥ, αποφάσισε ότι ο επίμαχος χειρούργος προέβη σε σεξουαλική παρενόχληση των τεσσάρων γυναικών, διαπράττοντας το πειθαρχικό παράπτωμα της «χαρακτηριστικής αναξιοπρεπούς και ανάξιας για υπαλλήλους διαγωγής εντός υπηρεσίας» και αποφάσισε την οριστική παύση του ενώ κρίθηκε πως η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν η προσήκουσα.
Το 2001 ο εν λόγω γιατρός ανακηρύχθηκε καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης
Στην απόφαση του ΣτΕ καταγράφονται οι καταθέσεις τριών γυναικών που δέχθηκαν σεξουαλική παρενόχληση από τον εν λόγω γιατρό. Οι καταθέσεις έχουν ως εξής:
Η Ε. Κ. - Κ. κατέθεσε ότι τον Νοέμβριο του έτους 1987 ο σύζυγός της χειρουργήθηκε από τον εν λόγω ιατρό. Λίγες μέρες μετά από την εγχείρηση τον επισκέφθηκε στο γραφείο του στο νοσοκομείο, προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία της υγείας του συζύγου της. «Αφού μπήκε στο γραφείο του και έκλεισε την πόρτα πίσω της, ο γιατρός την πλησίασε, την έσφιξε επάνω του, λέγοντάς της ότι μπορούσε να στηριχθεί σε αυτόν και της ζήτησε να τον φιλήσει. Εκείνη τον ασπάσθηκε στο μάγουλο. Τότε ο εν λόγω γιατρός της ζήτησε να τον φιλήσει στο στόμα. Εκείνη σάστισε και τον απώθησε, και τότε αυτός κάθισε στο γραφείο του και άρχισε να την καθησυχάζει. Η σύζυγος του ασθενούς κατάλαβε ότι δεν είχε πρόθεση να την ενημερώσει, άνοιξε την πόρτα και έφυγε».
Η Α. Η. κατέθεσε ότι περί το τέλος Αυγούστου του έτους 1999 ο πατέρας της χειρουργήθηκε από τον εν λόγω γιατρό. Την επόμενη ημέρα τον επισκέφθηκε στο γραφείο του στο νοσοκομείο, προκειμένου να ενημερωθεί για την κατάσταση της υγείας του πατέρα της. «Εκείνος, όταν την είδε να περιμένει στον προθάλαμο του γραφείου, είπε στους συνεργάτες του που βρίσκονταν σε αυτό να αποχωρήσουν, την κάλεσε να εισέλθει και, αφού αυτή εισήλθε, έκλεισε την πόρτα. Όταν εκείνη τον ρώτησε για την υγεία του πατέρα της, αυτός, αντί να της απαντήσει, της είπε ότι τον έχει αναστατώσει, ότι πρώτη φορά του συμβαίνει αυτό το πράγμα, ότι δεν μπορεί να χειρουργήσει, γιατί την σκέφτεται συνέχεια, ότι θέλει να συναντηθούν στο εκτός νοσοκομείου γραφείο του, ότι θα έχει ό,τι θέλει από αυτόν και της έδωσε την κάρτα του. Στη συνέχεια την πλησίασε, την αγκάλιασε τραβώντας την πάνω του και προσπάθησε να τη φιλήσει στο στόμα, ακουμπώντας το χέρι του στο στήθος της. Αυτή αιφνιδιάστηκε και απομακρύνθηκε απωθώντας τον ήπια και του είπε να σταματήσει, και ότι θα έπρεπε να σκεφτεί ότι δίπλα είχε τον πατέρα της ετοιμοθάνατο, αλλά και τη φιλία του με το θείο της. Ακολούθως, άνοιξε την πόρτα για να φύγει, οπότε ο προσφεύγων με τυπικό και επαγγελματικό ύφος τη χαιρέτησε λέγοντάς της: ``εντάξει κυρία . πηγαίνετε και θα τα ξαναπούμε``».
Η Α. Μ., κατέθεσε: «Στις 16.5.2000, ημέρα κατά την οποία είχε προγραμματισθεί η εγχείρηση της μητέρας της, συνάντησε τον προσφεύγοντα στο διάδρομο του 8ου ορόφου, έξω από το γραφείο του. Αυτός της είπε να τον περιμένει στο γραφείο του, μετά από λίγο ήρθε, έκλεισε την πόρτα και την ενημέρωσε ότι η εγχείρηση έπρεπε, για ιατρικούς λόγους, να αναβληθεί. Ο εν λόγω γιατρός την πλησίασε, την έπιασε από τα χέρια, ενώ ήταν καθισμένη, τη σήκωσε όρθια και την αγκάλιασε. Αυτή τα έχασε, εκείνος όμως την έσφιξε περισσότερο στην αγκαλιά του και τη φίλησε στο στόμα. Εκείνη προσπάθησε να τον απωθήσει ευγενικά, ο προσφεύγων όμως πήρε το χέρι της και το έθεσε στα γεννητικά του όργανα, της είπε χυδαία λόγια ζητώντας της να ανταποκριθεί στις επιθυμίες του, καθώς και ότι η ανταπόκρισή της θα του έκανε καλό όσον αφορά στην εγχείρισή της μητέρας της. Τότε η γραμματέας χτύπησε την πόρτα λέγοντας ότι τον κάλεσαν στο χειρουργείο, όποτε αυτός είπε στην Α.Μ. - Κ. να πάνε στη μητέρα της, την οποία ενημέρωσε ευγενικά για την αναβολή της εγχείρησης της και αφού βγήκαν από τον θάλαμο της ζήτησε να συναντηθούν το μεσημέρι. Εκείνη, προκειμένου να τον αποφύγει, του είπε ότι θα του τηλεφωνήσει στο κινητό του. Στη συνέχεια ενημέρωσε το σύζυγό της και τη μητέρα της και αποφάσισαν να ζητήσουν εξιτήριο, όπως και έγινε».