Περίπου 48.000 είναι οι υποψήφιοι που θα παραμείνουν φέτος εκτός των πυλών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει πλέον το βαθμολογικό «πλαφόν» της βάσης του δέκα.
Έτσι, είναι πλέον φανερό ότι, παρά τα όσα υποστηρίζονται δημοσίως κατά καιρούς, από τους αρμόδιους υπουργούς, δεν υπάρχει θέση για όλους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Οι υποψήφιοι φέτος ήταν 125.083, από τους οποίους οι 123.921 οριστικοποίησαν το μηχανογραφικό τους. Οι προσφερόμενες θέσεις είναι 77.130. Δηλαδή είναι λιγότερες κατά 47.963 από τους υποψηφίους.
Οι υποψήφιοι του 10% είναι μαζί με αυτούς των εσπερινών λυκείων 21.849. (Το ποσοστό του 10% αναφέρεται στην κατηγορία εκείνων που πήραν μέρος σε πανελλήνιες εξετάσεις προηγούμενων ετών και για τελευταία χρονιά συμμετέχουν φέτος στην επιλογή για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με βάση τις επιδόσεις τους τα προηγούμενα χρόνια).
Οπως επισημαίνει ο μαθηματικός-ερευνητής Στρ. Στρατηγάκης, «φέτος με την καθιέρωση του ενδοσχολικού απολυτηρίου δεν έδωσαν πανελλήνιες εξετάσεις όλοι οι μαθητές της Γ Λυκείου, με αποτέλεσμα ο αριθμός των υποψηφίων να είναι πιο αντιπροσωπευτικός σε σχέση με πέρυσι. Προσεγγίζει, δηλαδή, περισσότερο τον αριθμό των υποψηφίων που θα ήθελαν να σπουδάσουν και όχι αναγκαστικά όσους φοιτούν στην Γ Λυκείου. Οι μαθητές που χρησιμοποίησαν τη διάταξη για το ενδοσχολικό απολυτήριο ήταν 6.659 και ο αριθμός τους θα προσετίθετο στους υποψηφίους για τα ΑΕΙ, πράγμα που δεν θα ήταν ακριβές.
Στην κατηγορία του 90%, που είναι η πολυπληθέστερη, έχουμε φέτος 92.259 μαθητές, που δεν συμμετείχαν όλοι στις πανελλήνιες εξετάσεις, λόγω της καθιέρωσης του ενδοσχολικού απολυτηρίου».
Όμως στις φετινές πανελλήνιες εξετάσεις συμμετείχαν 85.600 υποψήφιοι και οι προσφερόμενες θέσεις είναι 62.856. Έχουμε δηλαδή 22.744 υποψηφίους της κατηγορίας του 90% που θα μείνουν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό όμως, λένε οι εκπαιδευτικοί, σημαίνει ότι κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου, δεν αναμένεται να έχουμε βάσεις με κάτω από 8.000 μόρια στην κατηγορία του 90% και στη γενική σειρά. Δηλαδή δεν θα παρατηρηθούν φαινόμενα με «εξευτελιστικές» βαθμολογίες άλλων ετών.
«Αυτό όμως», προσθέτει ο Στρ. Στρατηγάκης, «συνιστά ανατροπή της προσπάθειας που ξεκίνησε πριν από μία δεκαετία να υπάρχει μία θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για κάθε απόφοιτο της δευτεροβάθμιας, καθώς η μέχρι τώρα εμπειρία από την προσπάθεια διεύρυνσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 90, απεδείχθη αρνητική».
Αυτό οφείλεται, κατά τους εκπαιδευτικούς, στο γεγονός ότι η διεύρυνση δεν έγινε με εκπαιδευτικά κριτήρια, αλλά με οικονομικά, προσπαθώντας δηλαδή να στηρίξει την περιφέρεια φέρνοντας «ζεστό» χρήμα από την αναγκαστική εσωτερική μετανάστευση χιλιάδων φοιτητών. Απλώθηκαν έτσι οι σχολές σε πόλεις και κωμοπόλεις, καθιερώθηκαν οι «ιπτάμενοι» καθηγητές και δυσκόλεψε η επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων τμημάτων, καθιστώντας τη συνεννόηση και την έρευνα προβληματική. Πάντως, οι ασφυκτικοί περιορισμοί που μπήκαν φέτος στις μετεγγραφές υποψηφίων ειδικών κατηγοριών (τέκνα τριτέκνων, πολυτέκνων κ.λπ.), σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, περιορίζουν αναγκαστικά και την εσωτερική μετανάστευση των νέων.
«Το χειρότερο όλων, όμως», παρατηρεί ο Στρ. Στρατηγάκης, «ήταν ότι οι φοιτητές δεν καταφέρνουν να πάρουν τελικά πτυχίο, παρά το γεγονός ότι δαπανώνται μεγάλα ποσά, τόσο από τις οικογένειες όσο και από την πολιτεία. Εισάγονται πολλοί υποψήφιοι, με ελλιπείς γνώσεις, που, σε μεγάλο ποσοστό, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο επίπεδο σπουδών, αποκαλύπτοντας όμως έτσι και το πρόβλημα της μέσης εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να απογοητεύονται και να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους».
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έθεσε ως στόχο για το 2020 οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης να αποτελούν το 40% των νέων ηλικίας 30-34 ετών. «Αυτός ο στόχος », λέει ο καθηγητής, «φαίνεται ανέφικτος για την Ελλάδα, που έχει ποσοστό αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση περίπου 25%. Πώς θα φτάσουμε όμως στο 40% αποφοίτησης με τη μείωση των εισαγομένων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Φέτος οι εισακτέοι μειώνονται σε 61,67% των υποψηφίων, αλλά για να επιτευχθεί ο στόχος πρέπει από όσους εισάγονται, το 66% να αποφοιτά, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, δεδομένου ότι αυτό το ποσοστό είναι σήμερα μόλις 25%».
Ο Στρ. Στρατηγάκης προσθέτει ότι μια μεγάλη αιτία, που αν δεν εξαλειφθεί θα αποδειχθούν όλα τα άλλα ημίμετρα, είναι το γεγονός ότι υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε η μετάβαση των φοιτητών να είναι ομαλή, χωρίς τις απώλειες αυτών που εγκαταλείπουν τις σπουδές τους.
Ωστόσο το υπουργείο Παιδείας, που προχωρεί σε μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς ουσιαστικό σχεδιασμό, επιχειρεί να «λύσει» αυτά τα προβλήματα περιορίζοντας τις διατιθέμενες θέσεις και κλείνοντας τμήματα, όπως τα 25 που καταργήθηκαν, με συνοπτικές διαδικασίες.
Αλλωστε το υπουργείο Παιδείας σχεδίασε μεταρρύθμιση χωρίς προηγουμένως να καταπιαστεί με το μεγάλο και πραγματικό πρόβλημα της χωροταξικής ανακατανομής των τμημάτων και των σχολών, εφαρμόζοντας «Καλλικράτη» και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κάτι που αφήνει για το μέλλον, ώστε να αποφύγει συγκρούσεις με τοπικές κοινωνίες.
από την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
Έτσι, είναι πλέον φανερό ότι, παρά τα όσα υποστηρίζονται δημοσίως κατά καιρούς, από τους αρμόδιους υπουργούς, δεν υπάρχει θέση για όλους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Οι υποψήφιοι φέτος ήταν 125.083, από τους οποίους οι 123.921 οριστικοποίησαν το μηχανογραφικό τους. Οι προσφερόμενες θέσεις είναι 77.130. Δηλαδή είναι λιγότερες κατά 47.963 από τους υποψηφίους.
Οι υποψήφιοι του 10% είναι μαζί με αυτούς των εσπερινών λυκείων 21.849. (Το ποσοστό του 10% αναφέρεται στην κατηγορία εκείνων που πήραν μέρος σε πανελλήνιες εξετάσεις προηγούμενων ετών και για τελευταία χρονιά συμμετέχουν φέτος στην επιλογή για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με βάση τις επιδόσεις τους τα προηγούμενα χρόνια).
Οπως επισημαίνει ο μαθηματικός-ερευνητής Στρ. Στρατηγάκης, «φέτος με την καθιέρωση του ενδοσχολικού απολυτηρίου δεν έδωσαν πανελλήνιες εξετάσεις όλοι οι μαθητές της Γ Λυκείου, με αποτέλεσμα ο αριθμός των υποψηφίων να είναι πιο αντιπροσωπευτικός σε σχέση με πέρυσι. Προσεγγίζει, δηλαδή, περισσότερο τον αριθμό των υποψηφίων που θα ήθελαν να σπουδάσουν και όχι αναγκαστικά όσους φοιτούν στην Γ Λυκείου. Οι μαθητές που χρησιμοποίησαν τη διάταξη για το ενδοσχολικό απολυτήριο ήταν 6.659 και ο αριθμός τους θα προσετίθετο στους υποψηφίους για τα ΑΕΙ, πράγμα που δεν θα ήταν ακριβές.
Στην κατηγορία του 90%, που είναι η πολυπληθέστερη, έχουμε φέτος 92.259 μαθητές, που δεν συμμετείχαν όλοι στις πανελλήνιες εξετάσεις, λόγω της καθιέρωσης του ενδοσχολικού απολυτηρίου».
Όμως στις φετινές πανελλήνιες εξετάσεις συμμετείχαν 85.600 υποψήφιοι και οι προσφερόμενες θέσεις είναι 62.856. Έχουμε δηλαδή 22.744 υποψηφίους της κατηγορίας του 90% που θα μείνουν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό όμως, λένε οι εκπαιδευτικοί, σημαίνει ότι κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου, δεν αναμένεται να έχουμε βάσεις με κάτω από 8.000 μόρια στην κατηγορία του 90% και στη γενική σειρά. Δηλαδή δεν θα παρατηρηθούν φαινόμενα με «εξευτελιστικές» βαθμολογίες άλλων ετών.
«Αυτό όμως», προσθέτει ο Στρ. Στρατηγάκης, «συνιστά ανατροπή της προσπάθειας που ξεκίνησε πριν από μία δεκαετία να υπάρχει μία θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για κάθε απόφοιτο της δευτεροβάθμιας, καθώς η μέχρι τώρα εμπειρία από την προσπάθεια διεύρυνσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 90, απεδείχθη αρνητική».
Αυτό οφείλεται, κατά τους εκπαιδευτικούς, στο γεγονός ότι η διεύρυνση δεν έγινε με εκπαιδευτικά κριτήρια, αλλά με οικονομικά, προσπαθώντας δηλαδή να στηρίξει την περιφέρεια φέρνοντας «ζεστό» χρήμα από την αναγκαστική εσωτερική μετανάστευση χιλιάδων φοιτητών. Απλώθηκαν έτσι οι σχολές σε πόλεις και κωμοπόλεις, καθιερώθηκαν οι «ιπτάμενοι» καθηγητές και δυσκόλεψε η επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων τμημάτων, καθιστώντας τη συνεννόηση και την έρευνα προβληματική. Πάντως, οι ασφυκτικοί περιορισμοί που μπήκαν φέτος στις μετεγγραφές υποψηφίων ειδικών κατηγοριών (τέκνα τριτέκνων, πολυτέκνων κ.λπ.), σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, περιορίζουν αναγκαστικά και την εσωτερική μετανάστευση των νέων.
«Το χειρότερο όλων, όμως», παρατηρεί ο Στρ. Στρατηγάκης, «ήταν ότι οι φοιτητές δεν καταφέρνουν να πάρουν τελικά πτυχίο, παρά το γεγονός ότι δαπανώνται μεγάλα ποσά, τόσο από τις οικογένειες όσο και από την πολιτεία. Εισάγονται πολλοί υποψήφιοι, με ελλιπείς γνώσεις, που, σε μεγάλο ποσοστό, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο επίπεδο σπουδών, αποκαλύπτοντας όμως έτσι και το πρόβλημα της μέσης εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να απογοητεύονται και να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους».
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έθεσε ως στόχο για το 2020 οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης να αποτελούν το 40% των νέων ηλικίας 30-34 ετών. «Αυτός ο στόχος », λέει ο καθηγητής, «φαίνεται ανέφικτος για την Ελλάδα, που έχει ποσοστό αποφοίτησης από την τριτοβάθμια εκπαίδευση περίπου 25%. Πώς θα φτάσουμε όμως στο 40% αποφοίτησης με τη μείωση των εισαγομένων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Φέτος οι εισακτέοι μειώνονται σε 61,67% των υποψηφίων, αλλά για να επιτευχθεί ο στόχος πρέπει από όσους εισάγονται, το 66% να αποφοιτά, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, δεδομένου ότι αυτό το ποσοστό είναι σήμερα μόλις 25%».
Ο Στρ. Στρατηγάκης προσθέτει ότι μια μεγάλη αιτία, που αν δεν εξαλειφθεί θα αποδειχθούν όλα τα άλλα ημίμετρα, είναι το γεγονός ότι υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε η μετάβαση των φοιτητών να είναι ομαλή, χωρίς τις απώλειες αυτών που εγκαταλείπουν τις σπουδές τους.
Ωστόσο το υπουργείο Παιδείας, που προχωρεί σε μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς ουσιαστικό σχεδιασμό, επιχειρεί να «λύσει» αυτά τα προβλήματα περιορίζοντας τις διατιθέμενες θέσεις και κλείνοντας τμήματα, όπως τα 25 που καταργήθηκαν, με συνοπτικές διαδικασίες.
Αλλωστε το υπουργείο Παιδείας σχεδίασε μεταρρύθμιση χωρίς προηγουμένως να καταπιαστεί με το μεγάλο και πραγματικό πρόβλημα της χωροταξικής ανακατανομής των τμημάτων και των σχολών, εφαρμόζοντας «Καλλικράτη» και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κάτι που αφήνει για το μέλλον, ώστε να αποφύγει συγκρούσεις με τοπικές κοινωνίες.
από την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία