10.9.11

Προειδοποίηση από τη ΡΑΕ για αύξηση τιμολογίων ΔΕΗ

ΑYΞHΣH των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας για το σύνολο των καταναλωτών, κίνδυνο για τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ αλλά και των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών, έμμεση επιδότηση των εισαγωγών ρεύματος, αλλά και αύξηση του κόστους λειτουργίας της εγχώριας βιομηχανίας με αποτέλεσμα περαιτέρω μείωση της ανταγωνιστικότητάς της θα επιφέρει, σύμφωνα με τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, η επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (EΦK) στο φυσικό αέριο.
Η ολομέλεια της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, με χθεσινή ανακοίνωσή της, ζητεί από την κυβέρνηση να επανεξετάσει το μέτρο, σημειώνοντας ότι οι επιπτώσεις του στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για το σύνολο των καταναλωτών (επιχειρήσεις αλλά και νοικοκυριά), οι στρεβλώσεις που προκαλεί στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού και οι επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα του συνόλου της οικονομίας "κινδυνεύουν να είναι πολύ μεγαλύτερες από το οικονομικό όφελος που μπορεί να προκύψει από την είσπραξη του φόρου αυτού".
Την ίδια ώρα ο πρόεδρος της ΔΕΗ Αρθούρος Ζερβός, με επιστολή του προς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, εκθέτει αναλυτικά τις επιπτώσεις του μέτρου στα λειτουργικά κόστη της ΔΕΗ σημειώνοντας ότι το 2012 το επιπλέον κόστος για την επιχείρηση μόνο εξαιτίας της επιβολής ΕΦΚ στο φυσικό αέριο θα φθάσει τα 200 εκατ. ευρώ, ενώ ήδη τις τρεις πρώτες ημέρες εφαρμογής του, η ΔΕΗ έχει επιβαρυνθεί με επιπλέον κόστος 1,2 εκατ. ευρώ.
Στην ανακοίνωση της ΡΑΕ αναφέρονται λεπτομερώς οι επιπτώσεις της επιβολής του ΕΦΚ και συγκεκριμένα τονίζεται ότι:
• Αυξάνεται άμεσα το κόστος παραγωγής και αυτό, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, αργά ή γρήγορα θα επιβαρύνει τους τελικούς καταναλωτές, μέσω ανάλογης αναπροσαρμογής των τιμολογίων λιανικής, τόσο της ΔΕΗ (ορισμένα από τα τιμολόγια της οποίας αναπροσαρμόζονται με απόφαση του υπουργού ΠΕΚΑ), όσο και των εναλλακτικών προμηθευτών. Oπως σημειώνει η ΡΑΕ, η συσχέτιση της τιμής λιανικής με κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη λειτουργία υγιούς ανταγωνισμού και για τη βιωσιμότητα όλων των φορέων, δημόσιων και ιδιωτικών, που δραστηριοποιούνται στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
• Αλλοιώνεται ασύμμετρα το μεταβλητό κόστος παραγωγής των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και στρεβλώνεται ο μεταξύ τους ανταγωνισμός. Μεταβάλλεται το μίγμα καυσίμου και μειώνεται συνολικά η οικονομική αποτελεσματικότητα του κλάδου.
• Μειώνεται η ανταγωνιστικότητα των σταθμών φυσικού αερίου έναντι των λιγνιτικών και ταυτόχρονα μειώνεται η ανταγωνιστικότητα των Ελλήνων ηλεκτροπαραγωγών έναντι των εισαγωγέων, με αποτέλεσμα την έμμεση επιδότηση των ξένων ηλεκτροπαραγωγών και εμπόρων από τους Eλληνες καταναλωτές.
• Μειώνεται η ανταγωνιστικότητα της εγχώριας βιομηχανίας και της οικονομίας γενικότερα, ενώ επιβαρύνονται και τα νοικοκυριά, στο βαθμό που ο ΕΦΚ στο φυσικό αέριο θα μεταφερθεί ως αυξήσεις τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στους βιομηχανικούς, εμπορικούς και οικιακούς καταναλωτές.
• Επέρχεται δυσανάλογη αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, σε σχέση με το οικονομικό όφελος από την είσπραξη του φόρου.
Με βάση αυτά τα δεδομένα η ΡΑΕ καταλήγει στην ανακοίνωσή της σημειώνοντας ότι το κόστος του μέτρου είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τα έσοδα που αναμένονται από αυτό και ζητεί να εξεταστούν εναλλακτικά φορολογικά μέτρα, στη βάση ενός δικαιότερου και περισσότερο αποτελεσματικού κατανεμητικού μηχανισμού.