26.10.12

Μεσσηνίας Χρυσόστομος-Πύρινη Ρομφαία κατά Χρυσαυγιτών !

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ 
Απειλή για την κοινωνία το σύνδρομο της Βαϊμάρης «Πότε οι αρχαιολάτρες και οι δωδεκαθεϊστές έγιναν ομολογητές και προασπιστές της πίστης του Χριστού;
 Πώς είναι δυνατόν να συνδυάζουν τη βία με τον Σταυρό;», διερωτάται ο ιεράρχης και καταδικάζει χωρίς περιστροφές τη δράση της Χρυσής Αυγής, κάνοντας λόγο για «θηρίο» που εκτρέφουμε στα σπλάχνα της κοινωνίας και της Εκκλησίας
Πύρινη ρομφαία υψώνει εναντίον των χρυσαυγιτών και των παραεκκλησιαστικών συμμάχων τους ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.
Με συνέντευξή του στο «Εθνος» ο 50χρονος ιεράρχης, που ανήκει στη νέα γενιά των συνοδικών, κάνει λόγο για «πολιτικοθρησκευτική διαπλοκή» και «αυτόκλητους σωτήρες». Καταγγέλλει χωρίς περιστροφές τις επιθέσεις των σύγχρονων Ταγμάτων Εφόδου και στηλιτεύει τις σκοταδιστικές εκδηλώσεις βίας, που ξεπήδησαν με αφορμή το «Corpus Cristi». Με έμμεσο, αλλά σαφή τρόπο, καταφέρεται εναντίον του Πειραιώς Σεραφείμ, που έφτασε να καταθέσει μήνυση εναντίον των συντελεστών της θεατρικής παράστασης.
Ο αρχιερέας στιγματίζει τον κοινωνικό ρατσισμό και τον παραθρησκευτικό ιδεαλισμό. Και διερωτάται:
  • Από πότε οι δωδεκαθεϊστές έγιναν υπερασπιστές της πίστης του Θεού;
  • Πώς είναι δυνατό να συνδυάζουν τον Σταυρό με τη βία;
Τα όσα διαδραματίστηκαν έξω από το Θέατρο «Χυτήριο» ήταν το θέμα της πρώτης ερώτησης προς τον δεσπότη της Μεσσηνίας.

Σεβασμιότατε, τα τελευταία γεγονότα, με αφορμή το θεατρικό έργο «Corpus Christi», έφεραν στο προσκήνιο ένα φαινόμενο ιδεολογικής διαπλοκής μεταξύ παραθρησκευτικών oοργανώσεων και ακροδεξιών ομάδων, το οποίο θυμίζει άλλες εποχές και καταστάσεις. Θεωρείτε ότι είναι δυνατόν να υφίσταται ένα τέτοιο είδος διαπλοκής και μάλιστα να στηρίζεται και από εκκλησιαστικά πρόσωπα;
Πιστεύω ότι η συγκεκριμένη αντίδραση στην υπόθεση «Χυτήριον» ήταν η μεγάλη ευκαιρία για να εκδηλωθεί η ακραία αυτή πολιτικο-θρησκευτική διαπλοκή, η οποία φαίνεται ότι κυοφορείτο στα σπλάγχνα της ελληνικής κοινωνίας από καιρό. Βρήκαν λοιπόν την «μεγάλη ευκαιρία» για να φανερώσουν το διπλό προσωπείο τους, το πολυεπίπεδο δηλαδή φαινόμενο του «συνδρόμου της Βαϊμάρης».
Χωρίς αμφιβολία το σύνδρομο αυτό δεν αποτελεί μία υγιή έκφραση μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία και πρέπει να μας απασχολήσει και να μας προβληματίσει όλους, γιατί η προβολή μιας φοβικής πραγματικότητας με τον μανδύα της θρησκευτικής υποκρισίας και του μιμητισμού της αντίδρασης μπορεί να αποβεί εις βάρος της κοινωνικής συνοχής. Το σύνδρομο αυτό θα προκαλέσει και άλλα σημαντικότερα προβλήματα τόσο στην ελληνική κοινωνία όσο και στην Εκκλησία, όταν μάλιστα πολλοί από τους εκφραστές τους κινούνται από μία απίστευτη τυφλότητα ψυχοπαθολογικής απώλειας και επαφής με την πραγματικότητα και συγχρόνως αλλοιώνουν το γεγονός της πίστης με μία θρησκοληπτική ιδεολογία, ενώ επιλέγουν τη βία για να επιβάλλουν την «εκκλησιαστικότητά» τους.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι επικροτούμε τη διακωμώδευση ή την απομύθευση του προσώπου του Χριστού, ούτε αποδεχόμεθα την έλλειψη σεβασμού στο δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας και της θρησκευτικής συνειδήσεως, θα πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι όλα αυτά δεν διαφυλάσσονται ούτε με τη βία ούτε με τη λογοκρισία ούτε με την παρεμπόδιση ή με τον προπηλακισμό.
Ακόμη πιο πίσω από την πολιτικοθρησκευτική διαπλοκή κρύβεται ή και φανερώνεται ο «δωδεκαθεϊσμός». Πώς το φαινόμενο μπορεί να συνυπάρξει με τον Χριστιανισμό;
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτό το πολιτικο-θρησκευτικό μόρφωμα δεν μπορεί να είναι ένα στιγμιαίο γεγονός ή μία έκφραση, αλλά εκτρέφετο καιρό και επένδυε σε κάθε είδους συντηρητισμό, προκειμένου να δώσει το στίγμα του και να εκφραστεί ο ρόλος του μέσα στην ελληνική κοινωνία, όταν και όπου οι εκφραστές του εμφανίζονταν ως αυτόκλητοι σωτήρες, αναλαμβάνοντες συγχρόνως εργολαβικά το έργο της σωτηρίας των «απολωλότων». Ομως τίθεται το ερώτημα: Πότε οι αρχαιολάτρες και οι δωδεκαθεϊστές έγιναν ομολογητές και προασπιστές της πίστης του Χριστού; ΄Η πώς είναι δυνατόν να συνδυάζουν τη βία με τον Σταυρό και την πίστη με τη συνθηματική ιδεολογία; Φαίνεται ότι έχουμε πλέον περάσει από τον κοινωνικό ρατσισμό στον παραθρησκευτικό ιδεαλισμό.
Πιστεύετε ότι είναι φαινόμενο των καιρών εξαιτίας της οικονομικής κρίσης ή μιας γενικότερης τάσης, η οποία υποδεικνύει ένα άλλο «πρόσωπο» κοινωνίας;
Η ίδια η Ιστορία των πολιτισμών και των λαών έχει αποδείξει ότι όπου υπάρχει κρίση, οικονομική και κοινωνική, η οποία συνεπάγεται και μία μειούμενη κοινωνική πρόνοια και κοινωνικές παροχές, εμφανίζονται ακραία φαινόμενα, τα οποία λειτουργούν μέσα στο κοινωνικό σύνολο αποπροσανατολιστικά, προβάλλοντας θέσεις και ιδεολογίες τέτοιες οι οποίες ικανοποιούν τα υφιστάμενα φοβικά σύνδρομα των ανθρώπων, και τα οποία μάλιστα επενδύονται με μανδύες φονταμενταλιστικών προσωπείων και συνδρόμων «εθνικής καθαρότητας», «νεοσυντηρητισμού» και «ρατσισμού», απορρίπτοντας καθετί που θεωρείται «καινούργιο» ή «προκλητικό», ενώ προβάλλουν και έναν τύπο ηθικιστικού λαϊκισμού. Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να αναπτύσσεται ένας τύπος ασφυκτικού «πατερναλισμού» σε ανθρώπους οι οποίοι αισθάνονται κοινωνικά ακέφαλοι και οικονομικά μετέωροι και ανασφαλείς.
Σε μία τέτοιου είδους κοινωνική αναταραχή η αντίδραση έναντι εχθρών φαντασιακά κατασκευασμένων που απειλούν αδιάκριτα και ανυπόστατα τους πάντες (κοινωνία, εκκλησία, πίστη, πατρίδα κ.ά.) είναι ένα έργο που έχει πολλές φορές ανέβει στη σκηνή και το οποίο ενέχει πολλούς κινδύνους, γι' αυτό απαιτείται σύνεση, εγρήγορση και όχι εφησυχασμός. Φαίνεται ότι στα σπλάγχνα της ελληνικής κοινωνίας και της Εκκλησίας εκτρέφουμε ένα «θηρίο» που αργότερα, εάν δράσει ανεξέλεγκτα, «οι εν τη Ιουδαία φευγέτωσαν εις τα όρη».
Για Σεραφείμ
Μεμονωμένες φωνές δεν εκφράζουν την Εκκλησία
Πώς κατανοείτε ότι η Εκκλησία υποδεικνύει μία «εκκωφαντική σιωπή» στο συγκεκριμένο πολιτικο-θρησκευτικό φαινόμενο;
Η Εκκλησία καμία μορφή διαπλοκής δεν αποδέχεται ούτε στηρίζει κάποιο συγκεκριμένο μόρφωμα, γιατί τότε δεν θα είναι Εκκλησία. Η Εκκλησία δεν κωφεύει σιωπώσα αλλά διδάσκει δημιουργία συνείδησης για συλλογικότητα, ενότητα και κοινωνίας, συμβάλλουσα έτσι στη νοηματοδότηση της ζωής και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, στην αποτροπή του κοινωνικού διχασμού και της κοινωνικής διάσπασης, αλλά και στην ανάπτυξη της συνεργασίας όλων των κοινωνικών φορέων, γιατί πιστεύει ότι προέχει η πρόοδος και η ευημερία της ανθρώπινης κοινωνίας και όχι τα άκρα, η βία και η ιδεολογία.
Για την Εκκλησία μόνο μέσα από μία τέτοια διαδικασία είναι δυνατόν οι οποιεσδήποτε κρίσεις και τα διάφορα προβλήματα να επιλύονται. Οταν ο λόγος Της είναι εποικοδομητικός και θετικός τότε και η φωνή της γίνεται κραυγή και η σιωπή της δύναμη και προτροπή για αφύπνιση και εγρήγορση.
Οι μεμονωμένες φωνές δεν αποτελούν και την αποκλειστική έκφραση της συλλογικής ευθύνης της Εκκλησίας μας.
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΩΝΗΣ-ΕΘΝΟΣ