5.4.13

ΚΑΛΑΜΑΤΑ - Διάλεξη για τον Φώτη Κόντογλου !

«Ο Φώτης Κόντογλου και η συμβολή του στην δημιουργική σχέση με την παράδοση» Τέχνη και ελληνικότητα 
 Με μεγάλη επιτυχία και κατάμεστη την κεντρική αίθουσα της Δημοτικής Πινακοθήκης Καλαμάτας "Α. Τάσσος" πραγματοποιήθηκε η διάλεξη του Νίκου Ζία, την Τετάρτη 3 Απριλίου 2013 και ώρα 20.30.
Η Δημοτική Πινακοθήκη Καλαμάτας «Α. Τάσσος» ξεκίνησε μια σειρά διαλέξεων Ιστορίας της Τέχνης, επικεντρωμένων στην νεοελληνική τέχνη. Η πρώτη από αυτές αφιερώθηκε στον Φώτη Κόντογλου και είχε τίτλο: «Ο Φώτης Κόντογλου και η συμβολή του στην δημιουργική σχέση με την παράδοση».
Την εκδήλωση οργάνωσε ο εικαστικός τομέας της ΦΑΡΙΣ του Δήμου Καλαμάτας.
Ο ομιλητής κ. Νίκος Ζίας, Καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1988-2006). Σήμερα Ομότιμος Καθηγητής, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, της Επιστημονικής Επιτροπής Αναστήλωσης Μνημείων Πυλίας, Αντιπρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Πινακοθήκης, συνεπήρε το φιλότεχνο κοινό της Καλαμάτας.

Ο Φώτης Κόντογλου γεννήθηκε στο Αϊβαλί της  Μικράς Ασίας, το 1895  και πέθανε στην Αθήνα το 1965. Υπήρξε λογοτέχνης, αρθρογράφος και ζωγράφος. Αναζήτησε την «ελληνικότητα», δηλαδή μία αυθεντική έκφραση ελληνικής και ορθόδοξης αυτογνωσίας, τόσο στο λογοτεχνικό όσο και στο ζωγραφικό του έργο. Οι απόψεις του επηρέασαν βαθύτατα σημαντικούς καλλιτέχνες και γενικότερα ανθρώπους του πνεύματος της γενιάς του, αλλά και επενέργησαν στην πορεία της νεοελληνικής τέχνης.  Σήμερα θεωρείται ως ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της «Γενιάς του Τριάντα». Μαθητές του ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, κ.ά.
Έχει πραγματικά πολύ ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς στο τεύχος Οκτ. –Δεκ.   του περιοδικού “η λέξη” του 2008  αυτά τα οποία γράφουν για τον Κόντογλου οι σημαντικότεροι των γραμμάτων και των τεχνών μας: Μινωτής, Παπατσώνης, Καρούζος, Βρεττάκος, Πλωρίτης, Ιωάννου, Καμπανέλης, Κούνδουρος, Σαββόπουλος και φυσικά Τσαρούχης και Εγγονόπουλος και πολύ άλλοι που αναφέρονται στο ρόλο που έπαιξε ο Κόντογλου στη ζωή και το έργο τους. Είναι να απορεί κανείς πώς ένας τόσο ιδιαίτερος και “μονοδιάστατος” άνθρωπος κατάφερε να επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό τη Νεοελληνική μας τέχνη και τον ορισμό της “Ελληνικότητας” σ’ αυτήν.
“Αν παλιότερα είχαμε το Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη και τον Καβάφη, στο μεσοπόλεμο οι πραγματικά Μεγάλοι ήταν, το ξαναλέω, αυτοί μόνον οι τρεις: Καρυωτάκης, Παρθένης, Κόντογλου” –δηλώνει ο  Εγγονόπουλος.
Στη διάλεξη παρουσιάστηκε εκτενώς  το σημαντικότατο  εικαστικό έργο που πραγματοποίησε ο Φώτης Κόντογλου, κοσμώντας το Δημαρχείο Αθηνών. Το έργο πραγματοποιήθηκε το 1937-1940, με θέματα από την ελληνική  μυθολογία και  ιστορία. Στη μνημειώδη αυτή εικονογράφηση με 65 φιγούρες αλλά και άλλες συνθέσεις «ιστορείται το ενιαίο της φυλής» από τον Θησέα έως τον Κολοκοτρώνη. 


Ενώ ο κύριος  Νίκος Ζίας σημειώνει:
«Οι τοιχογραφίες του Δημαρχείου ίσως είναι το πιο προσωπικό του και το πιο ολοκληρωμένο έργο της ζωγραφικής του και η σημαντικότερη προσφορά στην Ιστορία της Νεοελληνικής Ζωγραφικής.
Η συμβολή όμως του Φώτη Κόντογλου στη Νεοελληνική Ζωγραφική δεν τελειώνει με το έργο του αυτό, που καλύπτει την δημιουργικότητά του στη δεκαετία πριν από τον πόλεμο. Το ζωγραφικό κήρυγμα για την επιστροφή στη ζωγραφική παράδοση του τόπου και την απαλλαγή από την κηδεμονία και άμεση εξάρτηση της τέχνης από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Δύσης, έδωσε αγλαότατους καρπούς.
Αυτός ο Ανατολίτης που έζησε στο Παρίσι για αρκετό καιρό, που γνώρισε προσωπικά μάλιστα τον Ροντέν, όπως αναφέρει σε κάποιο γραφτό του, ούτε ξιπάστηκε από τη λαμπερή επιφάνεια της μοντέρνας παριζιάνικης ζωής, ούτε θαμπώθηκε από την εκεί επανάσταση της τέχνης. Ίσως μόνο μια έμμεση επίδραση να δέχθηκε, δηλαδή τη στροφή προς το μεσαιωνικό παρελθόν. Πιστότατος στη μορφοπλαστική παράδοση της τέχνης της Ελλάδος, ζήτησε να βρει την άμεση ανανέωση στην τέχνη του τόπου του κι όχι στον τόπο της φιλοξενίας του.
Σιγά-σιγά άλλωστε αυτή η ανάγκη γινότανε συνείδηση ολοένα και σε περισσότερους ευαίσθητους δέκτες. Ζωγράφοι, αισθητικοί και ιστορικοί της τέχνης άρχιζαν να στρέφονται προς τις πηγές και τις ρίζες της παράδοσης σαν άμεσης όμως συνέχειας. Το φαινόμενο φυσικά αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά γενικότερο ευρωπαϊκό κίνημα, από το οποίο αρδεύεται και το ελληνικό. Ουσιαστικά πρόκειται για τη βαθύτερη έννοια του ρομαντισμού. Οι προσπάθειες όμως στην αρχή είναι μεμονωμένες και συχνά καιρικές στη ζωή και το έργο των ζωγράφων.
Ο Φ. Κόντογλου, αντίθετα, γίνεται ο διαπρύσιος κήρυκας αυτής της επιστροφής με την απολυτότητα και το πάθος του οδηγητή και πρωτοπόρου. Έχει άλλωστε και το τάλαντο του γραφτού λόγου, που τον βοηθά σ’ αυτήν την αποστολή. Στο κήρυγμα και το εργαστήρι του φοιτούν άμεσα μερικοί νέοι τότε ζωγράφοι, σαν τον Γιάννη Τσαρούχη και το Νίκο Εγγονόπουλο, που αργότερα θα ακολουθήσουν διάφορους δρόμους και από τον δάσκαλο και ανάμεσά τους, αλλά τα βασικά διδάγματά του θα επηρεάσουν σύμφωνα με την προσωπικότητα του καθενός το έργο τους. Εκτός όμως απ’ αυτούς άμεσα θα ακούσουν το μάθημά του μια ολόκληρη γενιά ζωγράφων, μια γενιά που προσδίδει στη Νεοελληνική Τέχνη την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της, η λεγομένη γενιά του ’30. Παρόλο το εύρος των ζωγραφικών επιτευγμάτων τους και την ιδιοτυπία των δημιουργών της, οφείλει πολλά το ξεκίνημά της στην παρουσία  και το έργο του Φ. Κόντογλου»