Ονομάζεται Νικόλαος Σαραμάσκος, ομογενής, κατοικεί στο Χόμπαρτ της
ακριτικής Τασμανίας και είναι διάσημος για την παραγωγή χρυσανθέμων.
Γεννήθηκε στην Κίμωλο και μετανάστευσε παιδί ακόμη στην Αυστραλία, όπου μπήκε στη βιοπάλη.
Τα γράμματά του είναι λίγα. Η φτώχια δεν άφηνε περιθώριο για «πολυτέλειες»... Από τρυφερή ηλικία βγήκαν στη θάλασσα μαζί με τον αδελφό του.
Όταν μεγάλωσε λίγο, έφυγε για την Αίγυπτο και κατόπιν για την Ινδία. Μόνο που εκεί η ζέστη η ζέστη ήταν ανυπόφορη και μόλις του δόθηκε ευκαιρία, παρέα με έναν φίλο του πήραν τον δρόμο για την Αυστραλία. Αποβιβάστηκαν στην καρδιά των μεταναστών στη Μελβούρνη, όπου έμεινε για λίγο χρονικό διάστημα. Το ανήσυχο πνεύμα του και οι πιέσεις γνωστών τον οδήγησαν στην Τασμανία. Εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Χόμπαρτ.
Όταν εργάζονταν σαν υπάλληλος, ένας από τους εργοδότες του, φημισμένος καλλιεργητής χρυσάνθεμων, κέντρισε το ενδιαφέρον του νεαρού Νικ. Τον μύησε στην τέχνη της καλλιέργειας κι εκείνος επιδόθηκε με ζήλο. Στο Χόμπαρτ στέγασε τον δικό του «κήπο της Εδέμ».
Όλο τον χρόνο καλλιεργεί χρυσάνθεμα υψηλής ποιότητας, τα μεγαλώνει με απέραντη αγάπη και στοργή σαν μάνα. Σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων, σχημάτων και μεγεθών.
Χρυσάνθεμα που μοιάζουν με ντάλιες ή μαργαρίτες. Έχει κάνει, μάλιστα, εισαγωγή από την Ιαπωνία και άλλα κράτη σπάνια είδη χρυσάνθεμων.
Κάθε χρόνο ο Νικ και η σύζυγός του ταξιδεύουν σε διάφορες πόλεις της Αυστραλίας, παρουσιάζουν τα «παιδιά» του σε εκθέσεις και βραβεύονται.
Γεννήθηκε στην Κίμωλο και μετανάστευσε παιδί ακόμη στην Αυστραλία, όπου μπήκε στη βιοπάλη.
Τα γράμματά του είναι λίγα. Η φτώχια δεν άφηνε περιθώριο για «πολυτέλειες»... Από τρυφερή ηλικία βγήκαν στη θάλασσα μαζί με τον αδελφό του.
Όταν μεγάλωσε λίγο, έφυγε για την Αίγυπτο και κατόπιν για την Ινδία. Μόνο που εκεί η ζέστη η ζέστη ήταν ανυπόφορη και μόλις του δόθηκε ευκαιρία, παρέα με έναν φίλο του πήραν τον δρόμο για την Αυστραλία. Αποβιβάστηκαν στην καρδιά των μεταναστών στη Μελβούρνη, όπου έμεινε για λίγο χρονικό διάστημα. Το ανήσυχο πνεύμα του και οι πιέσεις γνωστών τον οδήγησαν στην Τασμανία. Εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Χόμπαρτ.
Όταν εργάζονταν σαν υπάλληλος, ένας από τους εργοδότες του, φημισμένος καλλιεργητής χρυσάνθεμων, κέντρισε το ενδιαφέρον του νεαρού Νικ. Τον μύησε στην τέχνη της καλλιέργειας κι εκείνος επιδόθηκε με ζήλο. Στο Χόμπαρτ στέγασε τον δικό του «κήπο της Εδέμ».
Όλο τον χρόνο καλλιεργεί χρυσάνθεμα υψηλής ποιότητας, τα μεγαλώνει με απέραντη αγάπη και στοργή σαν μάνα. Σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων, σχημάτων και μεγεθών.
Χρυσάνθεμα που μοιάζουν με ντάλιες ή μαργαρίτες. Έχει κάνει, μάλιστα, εισαγωγή από την Ιαπωνία και άλλα κράτη σπάνια είδη χρυσάνθεμων.
Κάθε χρόνο ο Νικ και η σύζυγός του ταξιδεύουν σε διάφορες πόλεις της Αυστραλίας, παρουσιάζουν τα «παιδιά» του σε εκθέσεις και βραβεύονται.