26.7.13

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πεθαίνουν



Με τον τζίρο τους να έχει πέσει την τελευταία πενταετία μέχρι και 90%, τις απολύσεις να φθάνουν μέχρι και το 40% του συνόλου του προσωπικού και τους μισθούς να κατρακυλούν μέχρι και 42%, δίνουν τη μάχη της επιβίωσης οι μικρομεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις.
Παράλληλα, το 60% των πιο μικρών επιχειρήσεων είναι αποκλεισμένες από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Αυτά τα στοιχεία-σοκ προκύπτουν από την εξαμηνιαία έκθεση οικονομικής συγκυρίας της Εθνικής Τράπεζας για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Περιγράφουν μάλιστα με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τον «θάνατο του εμποράκου» την περίοδο της πρωτοφανούς κρίσης, η οποία έπληξε περισσότερο τις εταιρείες που θεωρούνται η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Το πλήγμα αποτυπώνεται με μαζικές απολύσεις σε όλους τους κλάδους της οικονομίας με τη μέση απασχόληση να έχει μειωθεί κατά 25%, φθάνοντας στις κατασκευές ακόμη και το 52% παράλληλα με κατακόρυφη πτώση των μισθών.
Ο ΤΖΙΡΟΣ
Στο μέτωπο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι εξελίξεις δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικές όταν, όπως επισημαίνει η Εθνική Τράπεζα, ο τζίρος τους έχει συρρικνωθεί την τελευταία πενταετία κατά 50%. Πρόκειται για ποσοστό που κυμαίνεται από 40% για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις και φθάνει μέχρι το 90% για τις μικρότερες.
Πάντως, παρά το δραματικό περιβάλλον της τελευταίας πενταετίας στο οποίο δραστηριοποιούνται χιλιάδες επιχειρήσεις, η έρευνα βλέπει «μικρή τάση βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος για τις μικρομεσαίες, η οποία σημειώθηκε στο τέλος του 2012 και εντείνεται κατά το πρώτο εξάμηνο του 2013». Η μικρή αυτή τάση βελτίωσης ενισχύεται από τις εκτιμήσεις για τις θέσεις εργασίας των ίδιων των επικεφαλής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Εκτιμούν συγκεκριμένα ότι το δεύτερο εξάμηνο του 2013 η απασχόληση θα παραμείνει σταθερή, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν νέες απολύσεις.
Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ
Για το θέμα της ρευστότητας η έρευνα αναφέρει ότι το 60% των πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι εντελώς αποκλεισμένες από το τραπεζικό σύστημα. Οι αιτήσεις που υποβάλλουν για τη χορήγηση δανείων, απορρίπτονται από τις τράπεζες.
Στο σύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων του δείγματος, το 30% απάντησε ότι δεν έχει πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση, το 41% ότι δεν χρειάστηκε να προσφύγει σε δανεισμό και μόνο το 26% έχει λάβει χρηματοδότηση.
Πάντως ένα συγκριτικό πλεονέκτημα που αναγνωρίζει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις η έρευνα, είναι η ευελιξία που διαθέτουν σχετικά με τη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής τους. Ο περιορισμός του κόστους εργασίας πάνω από 50% την περίοδο 2007-2012 επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της μείωσης του μέσου μισθού και δευτερευόντως μέσω των απολύσεων. Στο μέτωπο της απασχόλησης, η έρευνα κατέγραψε μείωση 25% κατά την προηγούμενη πενταετία (40% στις μικρές και 23% στις μεσαίες επιχειρήσεις), με τη μεγαλύτερη πτώση να καταγράφεται στις κατασκευές (52%) και την μικρότερη στις υπηρεσίες (5%). Η μέση καθυστέρηση πληρωμής των μισθών ήταν της τάξης του ενάμιση μήνα. Παράλληλα, ο μέσος ετήσιος μισθός μειώθηκε κατά 28% (42% στις μικρές και 17% στις μεσαίες επιχειρήσεις), με τη μεγαλύτερη πτώση στις υπηρεσίες (47%) και τη μικρότερη στη βιομηχανία (11%).
ΟΙ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ
Πάντως, όπως αναφέρει η έρευνα, σε αυτό το κλίμα βαθιάς ύφεσης υπήρξαν επιχειρήσεις κυρίως μεσαίου μεγέθους που κατάφεραν να αυξήσουν την απασχόλησή τους.
17% των επιχειρήσεων του δείγματος κατάφεραν να αυξήσουν την απασχόληση τους, με το 7% μάλιστα να επιτυγχάνει αύξηση άνω του 50%. Σημειώνεται ότι τα 2/3 των επιχειρήσεων που αύξησαν την απασχόληση, πέτυχαν τον συγκεκριμένο στόχο διατηρώντας το ίδιο μισθολογικό κόστος. Οι επιχειρήσεις αυτές πέτυχαν διπλό στόχο: πρώτον, κέρδισαν μερίδιο αγοράς έναντι των εταιρειών που ακολούθησαν περιοριστικές πολιτικές απασχόλησης• και δεύτερον, κατάφεραν να παραμείνουν το πιο υγιές κομμάτι των μικρομεσαίων, διατηρώντας την ίδια παραγωγικότητα που είχαν και πριν από την κρίση, επιδεικνύοντας υψηλότερη αντοχή.
ΤΑΣΗ ΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗΣ
Από την έρευνα προκύπτει ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των ανακατατάξεων στην αγορά εργασίας των μικρομεσαίων έχει πραγματοποιηθεί. Μετά και τις αναδιαρθρώσεις της προηγούμενης πενταετίας στην αγορά εργασίας, οι μικρομεσαίες δείχνουν μια τάση σταθεροποίησης της απασχόλησης για το επόμενο έτος. Μόλις το 20% συνεχίζει να απασχολεί πλεονάζον προσωπικό, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από το 44% που προχώρησε σε περιορισμό κόστους εργασίας μέσω απολύσεων την προηγούμενη πενταετία. Επίσης μόνο το 50% εκτιμά ότι θα μεταβάλει το μισθολογικό του κόστος το επόμενο έτος (έναντι 75% που το μετέβαλε την προηγούμενη πενταετία). Στην πλειονότητά τους πάντως οι μικρομεσαίοι, ζητούν μείωση του κόστους των απολύσεων, μείωση των εργοδοτικών εισφορών, καθιέρωση ευέλικτων ωραρίων και μεταβολές στις συμβάσεις. Τα προαναφερόμενα απηχούν τις θέσεις 6 στους 10 ερωτηθέντες.
ΤΑ ΝΕΑ (Γιώργος Πουλερές, Γιώργος Φιντικάκης)