Δουλειές του ποδαριού αναγκάζονται να κάνουν οι νέοι σήμερα αφού δεν
βρίσκουν να εργαστούν σε κάτι σχετικό, με αυτό που έχουν σπουδάσει.
Έτσι με την ολοκλήρωση των σπουδών τους βγαίνουν στην αγορά εργασίας και αφού «περιπλανηθούν» για λίγο αναζητώντας κάτι σχετικό με τις σπουδές τους καταλήγουν να πιάσουν μία δουλειά, αν είναι τυχεροί, μόνο και μόνο για να καλύπτουν τα έξοδά τους.
Όλη αυτή η κατάσταση οδηγεί τους νέους σε ανασφάλεια και απογοήτευση, καθώς βλέπουν τα όνειρά τους να καταρρέουν.
Ο ψυχολόγος, και υποψήφιος διδάκτορας συμβουλευτικής ψυχολογίας και ψυχοθεραπείας του Πανεπιστημίου Middlesex του Λονδίνου, Διονύσης Σουρέλης, μιλώντας στο ΑΠΕ - ΜΠΕ επισημαίνει ότι οι νέοι θα πρέπει να βρουν τη δύναμη να αντιμετωπίσουν την κατάσταση ως μια πρόκληση δημιουργικότητας, αλλά και ως μια ευκαιρία διαλεκτικής συνάντησης με τις πεποιθήσεις, τις αξίες και τις ιδέες τους. «Έχουμε» όπως λέει «δικαίωμα, ευθύνη μα και υποχρέωση να διατηρούμε την πίστη και την ελπίδα μας ζωντανή, καθώς επίσης να μην ξεχνάμε ότι πολλές φορές οι αντιξοότητες είναι αυτές που μας διδάσκουν και μας οδηγούν στην ωρίμανση, στην προσωπική και κατά συνέπεια στην κοινωνική εξέλιξη».
Επιπρόσθετα είναι πολύ σημαντικό, σημειώνει, οι νέοι να ξεκινάνε τις ό,ποιες διαδικασίες με θετική πρόθεση, καθώς η χροιά που δίνουν σε ότι κάνουν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. «Η ιστορία έχει δείξει ότι κατά περιόδους ο άνθρωπος είχε να παλέψει με διαφορετικές προκλήσεις και δυσκολίες. Αυτή, ίσως να είναι, μια από τις προκλήσεις της γενιάς μας από την οποία οφείλουμε να διδαχτούμε και να βγούμε νικητές», συμπληρώνει ο ψυχολόγος.
Ο Χάρης Μήτσης, είκοσι έξι χρόνων, πτυχιούχος δημοσιογραφίας και του τμήματος «Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία» του Πάντειου Πανεπιστημίου, δεν έχει καταφέρει να βρει δουλειά πάνω σε αυτό που σπούδασε και εργάζεται σε κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών, ως πωλητής. Όπως λέει, «είναι ευλογία να εργάζεσαι πάνω σε κάτι που σου αρέσει. Είναι άσχημο για κάποιον που έχει σπουδάσει να κάνει κάτι που δεν έχει σχέση μ’ αυτό». Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, ο Χάρης νιώθει τυχερός που τουλάχιστον δεν είναι άνεργος και έχει κάποιο εισόδημα. «Κάτι που με κάνει να νιώθω καλά είναι το γεγονός ότι πληρώνομαι και μπορώ να καλύψω τις υποχρεώσεις μου» προσθέτει.
Η Ρουμπίνη Μποτονάκη, 29 χρόνων τελειόφοιτη της Γαλλικής Φιλολογίας εργάζεται ως πωλήτρια σε κατάστημα εσωρούχων. «Θα χαρακτήριζα την κρίση ως πόλεμο. Οι δουλειές έχουν αλλάξει πια χαρακτήρα, καθώς οι εργοδότες ζητούν πράγματα παράλογα» λέει η Ρουμπίνη, η οποία για να διατηρήσει την ψυχική της ισορροπία, επιδιώκει να βλέπει συχνά τους φίλους της και να επισκέπτεται με αυτούς μέρη που την κάνουν να νιώθει καλά. «Για μένα είναι σημαντικό να μπορώ να ονειρεύομαι ένα καλύτερο μέλλον» τονίζει.
«Πάντα θα υπάρχει η ελπίδα πως όλα θα πάνε καλύτερα» λέει ο τριαντάχρονος Κώστας Ευθυμιόπουλος, ο οποίος έχει σπουδάσει Χημικός Μηχανικός. Τώρα εργάζεται ως τηλεφωνητής σε μία εταιρία, καταφέρνοντας, όπως επισημαίνει, να καλύψει με τον τρόπο αυτό, τα βασικά έξοδά του. «Το ότι μπορώ σε μια τέτοια περίοδο να καλύπτω έστω και βασικές μου ανάγκες επιβίωσης και να έχω επαφή με τους φίλους μου, είναι κάτι που με κάνει να νιώθω καλύτερα», λέει ο Κώστας.
«Η κρίση, ίσως να αποτελεί και μια ευκαιρία, να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους ιεραρχώντας εκ νέου τις προτεραιότητές μας, βάση των εσωτερικών μας αναγκών» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Σουρέλης. «Είναι αλήθεια πως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια πολύ δύσκολη οικονομική πραγματικότητα, όπου δυσχερείς συνθήκες επηρεάζουν ιδιαίτερα τους νέους, οι οποίοι βλέπουν ότι οι προσδοκίες και τα όνειρα που είχαν είναι δύσκολο να εκπληρωθούν. Πόσο μάλλον η πολυπόθητη εύρεση εργασίας στον τομέα των σπουδών και της κατάρτισής τους» συμπληρώνει ο κ. Σουρέλης και προσθέτει: «Πλέον θα μπορούσαμε να πούμε πως κάποιος θεωρείται "τυχερός" αν έχει μια δουλειά με τον στοιχειώδη μισθό και μπορεί να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες»
Όπως τονίζει, «είμαστε αδιαμφισβήτητα σε μια μεταβατική περίοδο στην οποία πρέπει να φανούμε τολμηροί να αξιοποιήσουμε γνώση, δεξιότητες, φαντασία αλλά και επιμονή, υπομονή και ψυχραιμία προκειμένου να κάνουμε τη διαφορά».
Έτσι με την ολοκλήρωση των σπουδών τους βγαίνουν στην αγορά εργασίας και αφού «περιπλανηθούν» για λίγο αναζητώντας κάτι σχετικό με τις σπουδές τους καταλήγουν να πιάσουν μία δουλειά, αν είναι τυχεροί, μόνο και μόνο για να καλύπτουν τα έξοδά τους.
Όλη αυτή η κατάσταση οδηγεί τους νέους σε ανασφάλεια και απογοήτευση, καθώς βλέπουν τα όνειρά τους να καταρρέουν.
Ο ψυχολόγος, και υποψήφιος διδάκτορας συμβουλευτικής ψυχολογίας και ψυχοθεραπείας του Πανεπιστημίου Middlesex του Λονδίνου, Διονύσης Σουρέλης, μιλώντας στο ΑΠΕ - ΜΠΕ επισημαίνει ότι οι νέοι θα πρέπει να βρουν τη δύναμη να αντιμετωπίσουν την κατάσταση ως μια πρόκληση δημιουργικότητας, αλλά και ως μια ευκαιρία διαλεκτικής συνάντησης με τις πεποιθήσεις, τις αξίες και τις ιδέες τους. «Έχουμε» όπως λέει «δικαίωμα, ευθύνη μα και υποχρέωση να διατηρούμε την πίστη και την ελπίδα μας ζωντανή, καθώς επίσης να μην ξεχνάμε ότι πολλές φορές οι αντιξοότητες είναι αυτές που μας διδάσκουν και μας οδηγούν στην ωρίμανση, στην προσωπική και κατά συνέπεια στην κοινωνική εξέλιξη».
Επιπρόσθετα είναι πολύ σημαντικό, σημειώνει, οι νέοι να ξεκινάνε τις ό,ποιες διαδικασίες με θετική πρόθεση, καθώς η χροιά που δίνουν σε ότι κάνουν παίζει ιδιαίτερο ρόλο. «Η ιστορία έχει δείξει ότι κατά περιόδους ο άνθρωπος είχε να παλέψει με διαφορετικές προκλήσεις και δυσκολίες. Αυτή, ίσως να είναι, μια από τις προκλήσεις της γενιάς μας από την οποία οφείλουμε να διδαχτούμε και να βγούμε νικητές», συμπληρώνει ο ψυχολόγος.
Ο Χάρης Μήτσης, είκοσι έξι χρόνων, πτυχιούχος δημοσιογραφίας και του τμήματος «Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία» του Πάντειου Πανεπιστημίου, δεν έχει καταφέρει να βρει δουλειά πάνω σε αυτό που σπούδασε και εργάζεται σε κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών, ως πωλητής. Όπως λέει, «είναι ευλογία να εργάζεσαι πάνω σε κάτι που σου αρέσει. Είναι άσχημο για κάποιον που έχει σπουδάσει να κάνει κάτι που δεν έχει σχέση μ’ αυτό». Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, ο Χάρης νιώθει τυχερός που τουλάχιστον δεν είναι άνεργος και έχει κάποιο εισόδημα. «Κάτι που με κάνει να νιώθω καλά είναι το γεγονός ότι πληρώνομαι και μπορώ να καλύψω τις υποχρεώσεις μου» προσθέτει.
Η Ρουμπίνη Μποτονάκη, 29 χρόνων τελειόφοιτη της Γαλλικής Φιλολογίας εργάζεται ως πωλήτρια σε κατάστημα εσωρούχων. «Θα χαρακτήριζα την κρίση ως πόλεμο. Οι δουλειές έχουν αλλάξει πια χαρακτήρα, καθώς οι εργοδότες ζητούν πράγματα παράλογα» λέει η Ρουμπίνη, η οποία για να διατηρήσει την ψυχική της ισορροπία, επιδιώκει να βλέπει συχνά τους φίλους της και να επισκέπτεται με αυτούς μέρη που την κάνουν να νιώθει καλά. «Για μένα είναι σημαντικό να μπορώ να ονειρεύομαι ένα καλύτερο μέλλον» τονίζει.
«Πάντα θα υπάρχει η ελπίδα πως όλα θα πάνε καλύτερα» λέει ο τριαντάχρονος Κώστας Ευθυμιόπουλος, ο οποίος έχει σπουδάσει Χημικός Μηχανικός. Τώρα εργάζεται ως τηλεφωνητής σε μία εταιρία, καταφέρνοντας, όπως επισημαίνει, να καλύψει με τον τρόπο αυτό, τα βασικά έξοδά του. «Το ότι μπορώ σε μια τέτοια περίοδο να καλύπτω έστω και βασικές μου ανάγκες επιβίωσης και να έχω επαφή με τους φίλους μου, είναι κάτι που με κάνει να νιώθω καλύτερα», λέει ο Κώστας.
«Η κρίση, ίσως να αποτελεί και μια ευκαιρία, να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους ιεραρχώντας εκ νέου τις προτεραιότητές μας, βάση των εσωτερικών μας αναγκών» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Σουρέλης. «Είναι αλήθεια πως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια πολύ δύσκολη οικονομική πραγματικότητα, όπου δυσχερείς συνθήκες επηρεάζουν ιδιαίτερα τους νέους, οι οποίοι βλέπουν ότι οι προσδοκίες και τα όνειρα που είχαν είναι δύσκολο να εκπληρωθούν. Πόσο μάλλον η πολυπόθητη εύρεση εργασίας στον τομέα των σπουδών και της κατάρτισής τους» συμπληρώνει ο κ. Σουρέλης και προσθέτει: «Πλέον θα μπορούσαμε να πούμε πως κάποιος θεωρείται "τυχερός" αν έχει μια δουλειά με τον στοιχειώδη μισθό και μπορεί να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες»
Όπως τονίζει, «είμαστε αδιαμφισβήτητα σε μια μεταβατική περίοδο στην οποία πρέπει να φανούμε τολμηροί να αξιοποιήσουμε γνώση, δεξιότητες, φαντασία αλλά και επιμονή, υπομονή και ψυχραιμία προκειμένου να κάνουμε τη διαφορά».