Οι τράπεζες αδειάζουν. Όχι τα ράφια στα σούπερ
μάρκετ.
Οι πληρωμές έχουν παγώσει.
Από το δημόσιο, στα δάνεια, στις
υποχρεώσεις ακόμη και σε μισθούς των ιδιωτών. Κανείς όμως δεν
διαμαρτύρεται πια. Τα νοσοκομεία λειτουργούν περίπου σε κατάσταση
έκτακτης ανάγκης. Το αντιμετωπίζουν καρτερικά ασθενείς και συγγενείς.
Από
τον Ιούνιο του 2014 στην Ελλάδα δεν έχει επενδυθεί ούτε ένα ευρώ!
Διαπραγμάτευση ούτε έγινε ούτε γίνεται. Διαπραγμάτευση ποτέ δεν ήταν να καλείς τον άλλο να συμφωνήσει με τις θέσεις σου. Ούτε το να λες ψέματα καθημερινά και ξεδιάντροπα. Το κλίμα μοιάζει με τις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας. Μόνο που οι Ετρούσκοι δεν το ήξεραν. Εμείς το ζούμε αδιάφορα, παγερά κι ας μνημονεύουμε το
μνημόνιο πιο συχνά κι από την Παναγία. Έχουμε μελετήσει τη χρεοκοπία τόσο πολύ που πια το συνηθίσαμε. Ή έτσι νομίζουμε.
«Ό,τι θα γίνει με όλους θα γίνει και με μένα» ακούω όλο και πιο συχνά. Είναι σαν προστασία και ξόρκι, απελπισία της απόγνωσης. Απέναντι σε ένα γεγονός που ξεπερνά τις ατομικές δυνατότητες. Κάποια λεφτά περιμένουν βέβαια στο μαξιλάρι. Κάποιοι, πολύ λιγότεροι, ψωνίζουν μακαρόνια και φάρμακα. Περισσότερο για να αισθάνονται οι ίδιοι καλύτερα, ως προνοητικοί κι επιμελείς. Μόνο σε πόλεμο και μεγάλη καταστροφή νιώθεις τόσο έντονα την κοινή μοίρα.
«Ό,τι είναι να γίνει θα/ας γίνει».
Οι δηλώσεις υπουργών και λοιπών καλεσμένων κάθε μέρα πιο πολλές, πιο αντιφατικές, μιας χρήσης. Αυτοδιαλύονται. Την επομένη αν όχι αυθημερόν διαψεύδονται, καινούργια τουίτς κάνουν τον γύρο των δελτίων. Κι αυτοί ανήθικα απτόητοι, παίζουν με την αγωνία του κόσμου. Μιθριδάτες στην απαξίωση. Πολιτικά ανεπαρκείς, ιδεολογικά αναχρονιστικοί, αισθητικά αποτρόπαιοι. Μια αυθεντική εκδοχή της παρακμής. Ο παραλογισμός έγινε καθεστώς. Στη Βουλή, στη διοίκηση, στις δηλώσεις, στα Μέσα. Τόσο ώστε για κάθε τρίτο παρατηρητή «γίνεται παράλογο να προσπαθεί κανείς να σώσει την Ελλάδα».
Πότε συμβαίνει μια συλλογική καταστροφή; Όταν το αδιανόητο γίνεται η πιο συμφέρουσα ατομική επιλογή. Συμβαίνει σε μας, εδώ και τώρα! Η διαχείριση της κρίσης για 5 χρόνια αλλά και το σημερινό καθεστώς έχουν κοινά σημεία. Οι μεν γέννησαν οι δε συντηρούν την απελπισία. Για το άτομο, όταν υπάρχει η στέρηση της ελπίδας, η αδυναμία να δει το αύριο, τότε το σήμερα αποφασίζεται χωρίς ορίζοντα, χωρίς συνέπειες στον χρόνο. Έτσι η ανάγκη επιβίωσης υποκαθιστά την ευθύνη συνύπαρξης. Άρα ο κοινός παραλογισμός γίνεται απόλυτα λογική επιλογή. Ο σώζων εαυτώ.
Το καθεστώς επινοεί φιέστες για να καλλιεργήσει ψευδαισθήσεις νίκης, συνοχής και συλλογικότητας, ελπίδας. ΕΡΤ. Κάθε γιορτή ένα βούτηγμα απελπισίας. Και λιγότερης δημοκρατίας.
Ο παραλογισμός στην κυβέρνηση: Υπερασπίζεται συντάξεις που δεν θα ‘χει να πληρώσει. Ο παραλογισμός στην αντιπολίτευση: Τσακώνεται για το αν θα ψηφίσει μια συμφωνία που δεν ξέρει αν θα γίνει. Ο παραλογισμός στους πολίτες: Καθημερινά πιστεύουν δηλώσεις, που καθημερινά διαψεύδονται.
Με την απελπισία του πνιγμένου, τα πάντα φορτώνονται παράλογα στις πλάτες του πρωθυπουργού. Παράλογα, μιας και η πολιτεία του δεν δικαιολογεί τις υπερβολικές ελπίδες που επενδύονται πάνω του. Στην πραγματικότητα δεν ξέρει πού πατά και πού βρίσκεται. Χορεύει στον Ζάλογγο, μνημονεύει το Κούγκι, ονειρεύεται την Αίγινα, τάζει τη Θεσσαλονίκη. Και διώχνει το ΔΝΤ για να σώσει την Ευρώπη, ζητώντας χρήματα για την Ελλάδα! Μπερδεύει την κρίση με την επανάσταση, την κατάληψη με τη διακυβέρνηση.
Χρεοκοπούμε εδώ και καιρό, κάθε μέρα και λίγο παραπάνω. Δεν είναι μόνο η οικονομία. Τα αξιώματα, οι θεσμοί ευτελίζονται. Κάποιοι ιδιαίτερα ανεπαρκείς κυβερνούν, άλλοι ελλιποβαρείς μας εκπροσωπούν. Όπου να ‘ναι ο εφιάλτης τελειώνει γιατί η διαδικασία ολοκληρώνεται. Δεν απομένουν πολλά. Μόνο τα βασικά. Είναι καλοκαίρι, η ζωή συνεχίζεται. Πώς συνεχίζεται; Δεν ξέρουμε. Ούτε τι μας ξημερώνει. Στην καθημερινότητα έχει ενσωματωθεί πολλή αβεβαιότητα, επαχθή βουνά από υπαρκτό ψέμα και δάση από απολιθωμένες βεβαιότητες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το τελευταίο πεταμένο σανίδι ενός σάπιου κομματικού συστήματος. Γαντζωμένοι ναυαγοί, που για μια ακόμη φορά τα κάναμε θάλασσα. Μετά την παράσταση, με ή χωρίς συμφωνία πρέπει να βρούμε νέα αρχή, δηλαδή λύση.
La commedia é finita.
Διαπραγμάτευση ούτε έγινε ούτε γίνεται. Διαπραγμάτευση ποτέ δεν ήταν να καλείς τον άλλο να συμφωνήσει με τις θέσεις σου. Ούτε το να λες ψέματα καθημερινά και ξεδιάντροπα. Το κλίμα μοιάζει με τις τελευταίες ημέρες της Πομπηίας. Μόνο που οι Ετρούσκοι δεν το ήξεραν. Εμείς το ζούμε αδιάφορα, παγερά κι ας μνημονεύουμε το
μνημόνιο πιο συχνά κι από την Παναγία. Έχουμε μελετήσει τη χρεοκοπία τόσο πολύ που πια το συνηθίσαμε. Ή έτσι νομίζουμε.
«Ό,τι θα γίνει με όλους θα γίνει και με μένα» ακούω όλο και πιο συχνά. Είναι σαν προστασία και ξόρκι, απελπισία της απόγνωσης. Απέναντι σε ένα γεγονός που ξεπερνά τις ατομικές δυνατότητες. Κάποια λεφτά περιμένουν βέβαια στο μαξιλάρι. Κάποιοι, πολύ λιγότεροι, ψωνίζουν μακαρόνια και φάρμακα. Περισσότερο για να αισθάνονται οι ίδιοι καλύτερα, ως προνοητικοί κι επιμελείς. Μόνο σε πόλεμο και μεγάλη καταστροφή νιώθεις τόσο έντονα την κοινή μοίρα.
«Ό,τι είναι να γίνει θα/ας γίνει».
Οι δηλώσεις υπουργών και λοιπών καλεσμένων κάθε μέρα πιο πολλές, πιο αντιφατικές, μιας χρήσης. Αυτοδιαλύονται. Την επομένη αν όχι αυθημερόν διαψεύδονται, καινούργια τουίτς κάνουν τον γύρο των δελτίων. Κι αυτοί ανήθικα απτόητοι, παίζουν με την αγωνία του κόσμου. Μιθριδάτες στην απαξίωση. Πολιτικά ανεπαρκείς, ιδεολογικά αναχρονιστικοί, αισθητικά αποτρόπαιοι. Μια αυθεντική εκδοχή της παρακμής. Ο παραλογισμός έγινε καθεστώς. Στη Βουλή, στη διοίκηση, στις δηλώσεις, στα Μέσα. Τόσο ώστε για κάθε τρίτο παρατηρητή «γίνεται παράλογο να προσπαθεί κανείς να σώσει την Ελλάδα».
Πότε συμβαίνει μια συλλογική καταστροφή; Όταν το αδιανόητο γίνεται η πιο συμφέρουσα ατομική επιλογή. Συμβαίνει σε μας, εδώ και τώρα! Η διαχείριση της κρίσης για 5 χρόνια αλλά και το σημερινό καθεστώς έχουν κοινά σημεία. Οι μεν γέννησαν οι δε συντηρούν την απελπισία. Για το άτομο, όταν υπάρχει η στέρηση της ελπίδας, η αδυναμία να δει το αύριο, τότε το σήμερα αποφασίζεται χωρίς ορίζοντα, χωρίς συνέπειες στον χρόνο. Έτσι η ανάγκη επιβίωσης υποκαθιστά την ευθύνη συνύπαρξης. Άρα ο κοινός παραλογισμός γίνεται απόλυτα λογική επιλογή. Ο σώζων εαυτώ.
Το καθεστώς επινοεί φιέστες για να καλλιεργήσει ψευδαισθήσεις νίκης, συνοχής και συλλογικότητας, ελπίδας. ΕΡΤ. Κάθε γιορτή ένα βούτηγμα απελπισίας. Και λιγότερης δημοκρατίας.
Ο παραλογισμός στην κυβέρνηση: Υπερασπίζεται συντάξεις που δεν θα ‘χει να πληρώσει. Ο παραλογισμός στην αντιπολίτευση: Τσακώνεται για το αν θα ψηφίσει μια συμφωνία που δεν ξέρει αν θα γίνει. Ο παραλογισμός στους πολίτες: Καθημερινά πιστεύουν δηλώσεις, που καθημερινά διαψεύδονται.
Με την απελπισία του πνιγμένου, τα πάντα φορτώνονται παράλογα στις πλάτες του πρωθυπουργού. Παράλογα, μιας και η πολιτεία του δεν δικαιολογεί τις υπερβολικές ελπίδες που επενδύονται πάνω του. Στην πραγματικότητα δεν ξέρει πού πατά και πού βρίσκεται. Χορεύει στον Ζάλογγο, μνημονεύει το Κούγκι, ονειρεύεται την Αίγινα, τάζει τη Θεσσαλονίκη. Και διώχνει το ΔΝΤ για να σώσει την Ευρώπη, ζητώντας χρήματα για την Ελλάδα! Μπερδεύει την κρίση με την επανάσταση, την κατάληψη με τη διακυβέρνηση.
Χρεοκοπούμε εδώ και καιρό, κάθε μέρα και λίγο παραπάνω. Δεν είναι μόνο η οικονομία. Τα αξιώματα, οι θεσμοί ευτελίζονται. Κάποιοι ιδιαίτερα ανεπαρκείς κυβερνούν, άλλοι ελλιποβαρείς μας εκπροσωπούν. Όπου να ‘ναι ο εφιάλτης τελειώνει γιατί η διαδικασία ολοκληρώνεται. Δεν απομένουν πολλά. Μόνο τα βασικά. Είναι καλοκαίρι, η ζωή συνεχίζεται. Πώς συνεχίζεται; Δεν ξέρουμε. Ούτε τι μας ξημερώνει. Στην καθημερινότητα έχει ενσωματωθεί πολλή αβεβαιότητα, επαχθή βουνά από υπαρκτό ψέμα και δάση από απολιθωμένες βεβαιότητες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το τελευταίο πεταμένο σανίδι ενός σάπιου κομματικού συστήματος. Γαντζωμένοι ναυαγοί, που για μια ακόμη φορά τα κάναμε θάλασσα. Μετά την παράσταση, με ή χωρίς συμφωνία πρέπει να βρούμε νέα αρχή, δηλαδή λύση.
La commedia é finita.
Γ. Αναστασάκος-protagon.gr