25.8.16

Ρεκόρ τετραετίας για ακάλυπτες επιταγές

Τα λουκέτα εξακολουθούν να πνίγουν την αγορά

Τη μεγαλύτερη αύξηση ακάλυπτων επιταγών, μετά το 2012 αποκαλύπτουν τα στοιχεία του Τειρεσία για τον μήνα Ιούλιο, καθρεφτίζοντας τα αποτελέσματα των μεγάλων τριγμών στους προμηθευτές της εταιρείας Μαρινόπουλος, αλλά και των επιχειρήσεων που πλήττονται βάναυσα από την απουσία ρευστότητας. Τα στοιχεία Ιουλίου είναι αποκαλυπτικά της κατάστασης, αποτυπώνοντας αύξηση 316,16% στην αξία των νέων ακάλυπτων επιταγών που άγγιξε τα 199,497 εκατ. ευρώ, μετά από μία μακρά περίοδο στασιμότητας στους δείκτες ασφυξίας της αγοράς.
Παράγοντες της επιχειρηματικής κοινότητας κάνουν λόγο για σημάδια ρήξης - για πρώτη φορά μετά από πάρα πολύ καιρό - στην προσπάθεια των επιχειρηματιών να καλυφθούν έναντι του πιστωτικού κινδύνου, ενώ αρκετοί είναι εκείνοι οι οποίοι φωτογραφίζουν την αλυσίδα Μαρινόπουλος και τα προβλήματα αυτής, ως τη βασική υπαίτιο για την έκρηξη που καταγράφεται στα "φέσια” τον Ιούλιο.

Τι αποκαλύπτουν τα στοιχεία
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Τειρεσία, τα "φέσια” εκτοξεύθηκαν τον Ιούλιο στα 199,497 εκατ. ευρώ, όταν τον Ιούνιο ήταν 47,886 εκατ. ευρώ. Δηλαδή μέσα σε έναν μήνα το συνολικό ποσό των υποχρεώσεων που αθετήθηκαν τετραπλασιάσθηκε, ενώ ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το στοιχείο πως τα "φέσια” του Ιουλίου ξεπέρασαν σε αξία το συνολικό ποσό των ακάλυπτων επιταγών του πρώτου εξαμήνου του 2016.

Συνολικά τον Ιούλιο εισήχθησαν στο σύστημα 1.719 τεμάχια ακάλυπτων επιταγών, από 1.146 τεμάχια τον Ιούνιο, ενώ αν στο συνολικό ποσό των ακάλυπτων επιταγών προστεθούν και τα 3,6 εκατ. ευρώ από τις απλήρωτες συναλλαγματικές, τότε τα "φέσια” ξεπερνούν τα 2013 εκατ. ευρώ. Εξαιτίας της έκρηξης στα φέσια που κατεγράφη τον Ιούλιο, σε επίπεδο επταμήνου οιακάλυπτες επιταγές ξεπέρασαν σε αξία τα 358,9 εκατ. ευρώ και οι απλήρωτες συναλλαγματικές τα 36,08 εκατ. ευρώ.
Και αν από μόνα τους αυτά τα στοιχεία δεν είναι ενδεικτικά του πόσο "ακάλυπτη” είναι η αγορά και η οικονομία, αρκεί να αναφέρουμε πως η αξία των ακάλυπτων επιταγών του φετινού Ιουλίου, προσεγγίζει τα "φέσια” όλου του 2015 (σ.σ. σε επίπεδο 12ήνου 2015 η αξία των ακάλυπτων επιταγών άγγιξε τα 207,863 εκατ. ευρώ). Με βάση δε τα στοιχεία του Τειρεσία τα "φέσια” του φετινού Ιουλίου, με τα "φέσια” του περασμένου αντίστοιχου μήνα έχουν απόκλιση 198.892 εκατ. ευρώ, είναι δε η τρίτη χειρότερη επίδοση που καταγράφεται από το 2011.
Για την ιστορία θα πρέπει να αναφέρουμε πως η αξία των ακάλυπτων επιταγών τον Ιούλιο του 2011 ήταν 392,937 εκατ. ευρώ (15.598 τεμάχια), για να πέσει στα 88,832 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2012 (10.110 τεμάχια), στα 36,279 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2013 (3.377 τεμάχια), στα 18,568 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2014 (1.538 τεμάχια) και στις 605.076 ευρώ τον περσινό Ιούλιο (27 τεμάχια).

Ποιος ευθύνεται
Η έκρηξη στα "φέσια” τον Ιούλιο συνέπεσε χρονικά και με το αίτημα της Μαρινόπουλος για υπαγωγή της στο άρθρο 99, που έφερε την προστασία από τους πιστωτές της. Εκτός όμως από τα προβλήματα της Μαρινόπουλος και την επίδραση που έχουν αυτά στην οικονομία, η έκρηξη της αξίας των ακάλυπτων επιταγών αποτυπώνει και το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες ένα χρόνο μετά την επιβολή των capital controls, έχουν να αντιμετωπίσουν την έλλειψη χρηματοδότησης, την αύξηση της φορολογίας και την πτώση της κατανάλωσης. Εξέλιξη η οποία για πολλούς αποτελεί "προάγγελο” νέας έκρηξης λουκέτων στην αγορά (σ.σ. στατιστικά στοιχεία για συστάσεις-διαγραφές επιχειρήσεων αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν, διότι το στατιστικό εργαλείο, όπως αναφέρεται στον διαδικτυακό τόπο της Κεντρικής Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ., θα είναι διαθέσιμο σύντομα).

Την ίδια η ώρα η ΕΣΕΕ κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου, ζητά τη θέσπιση επιχειρηματικού ακατάσχετου λογαριασμού και την εισαγωγή βελτιωμένης ρύθμισης των 100 δόσεων. Ενώ με αφορμή και τις μαζικές κατασχέσεις λογαριασμών, που έχουν ξεπεράσει το επτάμηνο τις 187.000, η ΕΣΕΕυποστηρίζει πως δεν αμφισβητεί το δικαίωμα του Δημοσίου να διεκδικήσει και να εισπράξει αυτά που του οφείλονται, αλλά ζητεί τη δυνατότητα συμψηφισμού των απαιτήσεων του με τις οφειλές απέναντι στον ιδιωτικό τομέα, που ήδη έχουν ξεπεράσει τα 7,2 δισ. ευρώ εκ των οποίων το 1,3 δισ. ευρώ από επιστροφές φόρων και ΦΠΑ. 


capital.gr