29.7.18

«Αν δεν βάλουμε μυαλό, τέτοιες τραγωδίες θα επαναληφθούν»

«Το κρίσιμο διάστημα είναι τα πρώτα 15 λεπτά. Τότε μπορούμε να είμαστε απολύτως αποτελεσματικοί.
Αν ξεφύγει η φωτιά πέραν του 15λέπτου καθίσταται ανεξέλεγκτη και δύσκολα αντιμετωπίζεται, παρά μόνον έμμεσα», σημειώνει ο κ. Θεοχάρης Ζάγκας, πρόεδρος της σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.

Δεν έχουν περάσει παρά λίγα 24ωρα από την τραγωδία στην Ανατολική Αττική. Οι πληγές είναι πολλές. Και τα ερωτήματα, που ζητούν απαντήσεις, επίσης.
Τι θα μπορούσε να γίνει καλύτερα; Ποια μέτρα πρόληψης θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί; Ποιο έπρεπε να είναι το σχέδιο δράσης; Υπήρχε; Κι αν ναι, υλοποιήθηκε; Είναι βέβαιο ότι οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν άμεσα, εν θερμώ.
«Οταν συμβαίνουν τόσο τραγικά γεγονότα, είναι εξαιρετικά δύσκολος ο σχολιασμός ακόμη κι από την αποκλειστικά επιστημονική οπτική», υπογραμμίζει ο κ. Θεοχάρης Ζάγκας, πρόεδρος της σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.
Για τον κ. Ζάγκα, ο οποίος έχει μακρά εμπειρία στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων, τα πάντα κρίνονται στην ταχύτητα αντίδρασης των δυνάμεων πυρόσβεσης. «Το κρίσιμο διάστημα είναι τα πρώτα 15 λεπτά. Τότε μπορούμε να είμαστε απολύτως αποτελεσματικοί. Αν ξεφύγει η φωτιά πέραν του 15λεπτου καθίσταται ανεξέλεγκτη και δύσκολα αντιμετωπίζεται, παρά μόνον έμμεσα... Οταν οι φλόγες ξεπεράσουν το 1,5 μέτρο σε ύψος, απλώς δεν ελέγχεται». Σε τέτοιο βαθμό που, υπό προϋποθέσεις, μπορούν να υπερπηδήσουν τη Λεωφόρο Μαραθώνος και να προκαλέσουν την απόλυτη καταστροφή στο Μάτι. «Δεν με εκπλήσσει. Κάτι αντίστοιχο συνέβη πριν από χρόνια όταν μία φωτιά από το Καυταντζόγλειο υπερπήδησε την περιφερειακή οδό Θεσσαλονίκης. Αν έχουμε ακραίες συνθήκες, ανέμους μεγάλης έντασης και πλούσια καύσιμη ύλη, δεν τη σταματάει τίποτε», σημειώνει.
Παλαιότερα ήταν ο «στρατηγός άνεμος», πρόσφατα τα ταυτόχρονα μέτωπα και οι, όντως, υψηλές ταχύτητες του ανέμου. Και τότε και τώρα, οι υπαινιγμοί περί εμπρησμών. «Πάντοτε έχουμε μία δικαιολογία», σχολιάζει ο κ. Ζάγκας και επιμένει ότι στα ελληνικά, μεσογειακά δάση φωτιές πάντοτε θα ξεσπούν. «Ομως, αυτά που συνέβησαν στην Ανατολική Αττική, δυστυχώς, θεωρούνται αναμενόμενα. Οι μεικτές ζώνες, όπου συνυπάρχει άναρχα δάσος με αστικό ιστό, είναι οι πιο δύσκολες. Οι πυροσβέστες έρχονται αντιμέτωποι με ποικίλες προκλήσεις, να σώσουν ανθρώπινες ζωές και περιουσίες, να διαχειριστούν ηλεκτρικές γραμμές και εκρηκτικές ύλες μέσα στα σπίτια... αντιλαμβάνεστε πως το ίδιο το περιβάλλον όπου δρουν περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα». «Γι’ αυτό άλλωστε θα πρέπει να υπάρχουν σχέδια που θα δίνουν βαρύτητα στην πρόληψη» προσθέτει, αγγίζοντας ακόμη μία κρίσιμη πτυχή της διαχρονικής ελληνικής τραγωδίας.
«Η πρόληψη είναι πάγια αρχή στα περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως και στα ζητήματα υγείας», υπογραμμίζει. «Αλλιώς έρχεται ο θάνατος».
«Αν δεν βάλουμε μυαλό, τέτοιες τραγωδίες θα επαναληφθούν»
Για τον 63χρονο δασολόγο με τη μακρά εμπειρία ως σύμβουλος της κυπριακής κυβέρνησης για την προστασία του όρου Τρόοδος και τη δασική πολιτική, απαιτούνται συγκεκριμένα μέτρα με πρώτο τη διαχείριση της βλάστησης σε επίπεδο δήμου, οικισμού και ατομικό. Αποδεικνύεται πως ούτε οι δήμοι ούτε και οι ιδιώτες είναι συνεπείς, του αντιτείνω. «Χρειάζεται ενημέρωση, αλλά και επιβολή. Εάν ο ιδιώτης δεν καθαρίζει το ακίνητό του, οφείλει να το κάνει ο δήμος και να του καταλογίσει το ποσό που αναλογεί!», υπογραμμίζει. Μιλάει ακόμη για συγκεκριμένα σχέδια δράσης και, υπαινικτικά, σημειώνει ότι η αντίδραση στην κρίση θα πρέπει να είναι ενεργητική και όχι παθητική.
Επανέρχεται στο ζήτημα της πρόβλεψης και της έγκαιρης αντίδρασης. Μιλά για την ανάγκη δημιουργίας ειδικών ζωνών με πιο αραιή φύτευση, και όχι για νεκρές αντιπυρικές ζώνες, που θα αξιοποιούνται ως ζώνες άμυνας έναντι της φωτιάς, ενώ επιμένει στην ανάγκη να υπάρχει δυνατότητα άμεσης επέμβασης: «Ειδικά τις επικίνδυνες ημέρες απαιτείται 24ωρη επιτήρηση, αλλά και ομάδες άμεσης επέμβασης. Δεν χρειάζονται, πάντοτε, τεράστια πυροσβεστικά μέσα. Αυτοκίνητα 4x4 με μια δεξαμενή 500-1.000 λίτρων, με κατάλληλο εξοπλισμό και 3-4 άτομα προσωπικό μπορούν να κάνουν θαύματα γιατί μπορούν να προσεγγίσουν ταχύτατα στην εστία της πυρκαγιάς και να παρέμβουν στο “σημείο 0”».
Στο ερώτημα εάν υπάρχει τέτοια δομή, ο κ. Ζάγκας σχολιάζει: «Η Πυροσβεστική έχει τέτοια οχήματα, δεν γνωρίζω όμως αν έχει τέτοιας μορφής οργάνωση».
Η συζήτησή μας διεξάγεται σε ούτως ή άλλως βαρύ κλίμα. Αφορά τους προβληματικούς δασικούς χάρτες και το στοιχειωμένο Κτηματολόγιο ως προϋποθέσεις εμπρησμών, την αυθαίρετη δόμηση, την επάρκεια των Canadair. «Δεν πιστεύω στα αεροπλάνα, εντυπωσιάζουν τους πολίτες, δίνουν ελπίδες, όμως συχνά είναι ψεύτικες γιατί υπόκεινται σε περιορισμούς», σημειώνει και προσθέτει ότι η φωτιά σβήνει με επίγεια μέσα.
Συζητάμε, επίσης, για την ανοικτή «αντιπαράθεση» μεταξύ Δασικής Υπηρεσίας και Πυροσβεστικής, από τη στιγμή που η δεύτερη απορρόφησε, το 1998, όλες τις δυνάμεις πυρόσβεσης. Ο κ. Ζάγκας διαβεβαιώνει ότι η θέση του δεν είναι συντεχνιακή και επιμένει ότι με την απορρόφηση, χάθηκε πολύτιμη εμπειρία η οποία δεν μπορεί να επανακτηθεί. «Η Δασική Υπηρεσία είχε καλύτερη γνώση των συνθηκών στα δάση και πάντοτε προσωπικό από κάθε περιοχή, που λειτουργούσαν ως οδηγοί. Πλέον έχει χαθεί η αίσθηση του ίδιου του δάσους».
«Μπορεί αυτή η τραγωδία να αποτελέσει την αιτία μιας νέας κουλτούρας ως προς τη σχέση μας με το δάσος;», τον ερωτώ. «Αν και είμαι φύσει αισιόδοξος, σε αυτή την περίπτωση λυπάμαι, δεν μπορεί... Δεν υπάρχει συνείδηση, δεν υπάρχει οργάνωση και σχεδιασμός. Θα πρέπει, μάλλον, να πάθουμε πολλές φορές, όσα πάθαμε το 2007 και τώρα, για να βάλουμε μυαλό. Αν βάλουμε μυαλό. Εχουμε μνήμη χρυσόψαρου. Αν συνεχίσουμε έτσι, τέτοιες τραγωδίες θα επαναληφθούν».


Καθημερινή