1.8.18

Αυτή είναι η 37χρονη που έφαγε ωμό κοτόπουλο και πέθανε ενώ έκανε διακοπές στην Κέρκυρα

Η Natalie Rawnsley έκανε διακοπές στην Ελλάδα με τον σύζυγό της Stewart και τα δύο τους παιδιά. 
Ήταν στις 13 Αυγούστου 2017 που έπαθε σοβαρή τροφική δηλητηρίαση παρά το γεγονός ότι είχε φάει ελάχιστα από το πιάτο της.
Σε 36 ώρες από τη στιγμή που έφαγε το κοτόπουλο στο ξενοδοχείο όπου διέμεναν κατέρρευσε.
Πέθανε μετά από τον σχηματισμό θρόμβων σε όλο της το σώμα τον περασμένο Αύγουστο.
Η δίδυμη αδερφή της Michelle Martin ανέβασε ένα συγκινητικό αφιέρωμα στο Facebook για τον «μικρό της άγγελο». «Μωρό μου, ψυχή μου, καλύτερη μεγάλη μου αδερφή, καλύτερη νονά, καλύτερη θεία, καλύτερη κόρη, αγαπημένη γυναίκα και πάνω από όλα καλύτερη μητέρα στα όμορφα ανίψια μου!» έγραψε στο facebook.
Ο σύζυγός της είπε ότι ήταν σε σοβαρή κατάσταση στο νοσοκομείο στην Κέρκυρα. Η ασφαλιστική της εταιρεία επέμεινε ότι δεν έπρεπε να μετακινηθεί στην ενδοχώρα.

Η συγκλονιστική περιγραφή

Ήταν στις 13 Αυγούστου του 2017 που είχαν φύγει για την Κέρκυρα και ξεκινούσαν τη δεύτερη εβδομάδα των διακοπών τους. «Το ξενοδοχείο είχε δύο ή τρία εστιατόρια. Τρώγαμε όλοι μαζί. Με τους δύο γιους μου πήραμε μακαρόνια, ψωμί και λουκάνικα. Η Natalie πήρε ένα πιάτο με κοτόπουλο, σαλάτα, γαρίδες και λαχανικά. Ήμασταν στο τραπέζι όταν γύρισε με το πιάτο της. Άρχισε να τρώει και μόλις έκοψε το κοτόπουλο βγήκε αίμα. Το σχολίασα αμέσως. Σηκώθηκε, το πήγε πίσω και το αντικατέστησε με άλλο πιάτο. Γύρισε και το έφαγε. Είχε φάει μερικές μπουκιές από το άλλο κοτόπουλο» είπε ο σύζυγός της.
Άρχισε να παραπονιέται ότι δεν αισθάνεται καλά εκείνο το βράδυ, αλλά χωρίς να αναφέρει τίποτα συγκεκριμένο για τα συμπτώματά της. Ο άντρας της ξύπνησε στις 3 τα ξημερώματα όταν άρχισε να πηγαίνει στο μπάνιο. «Ο γιατρός ήρθε γύρω στις 7 το πρωί. Αφού διαγνώστηκε με γαστρεντερίτιδα, μας είπε να χωριστούμε. Πήγα τα παιδιά για πρωινό και μπάνιο. Στις 11 γύρισα να την ελέγξω. Δεν ένιωθε καθόλου καλά και μου ζήτησε να πάω να φωνάξω άλλο γιατρό».
Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο εκείνο το απόγευμα. «Στις 11 το βράδυ ο πρώτος γιατρός χτύπησε την πόρτα και μου εξήγησε ότι έπρεπε να ντυθώ και να πάμε άμεσα στο νοσοκομείο. Ήταν ξύπνια και χαιρόταν που με έβλεπε. Αλλά είχε άγχος και ανησυχία. Πονούσε στα πόδια και είχε αρκετά κόκκινα σημάδια πάνω της».
Ο αδερφός και η ανιψιά της έφτασαν αργότερα και οι συγγενείς της ήταν στο πλευρό της στη μονάδα εντατικής θεραπείας όπου πέθανε.