Η κυβέρνηση αυτή έρχεται από τα άδυτα
ενός ολοκληρωτισμού με δύο πρόσωπα.
Το ένα πρόσωπο είναι το κατακάθι
μιας αριστεράς που απόμεινε από τις χειρότερες μέρες της κατοχικής και
εμφυλιακής ιστορίας της.
Το άλλο είναι μιάς δεξιάς που έρχεται κατ
ευθείαν από τους ΕΚΟΦίτες τραμπούκους του μεταπολέμου.
Τα δυο αυτά κατακάθια, που συμμάχησαν
προκειμένου να μοιραστούν τις καρέκλες της σημερινής εξουσίας δεν είναι
ούτε δεξιοί ούτε αριστεροί. Είναι ένα ανιδεολογικό μίγμα δειλών
εξουσιομανών, που εφαρμόζουν από τις ιδεολογίες που υποτίθεται ότι
υπερασπίζονται, εκείνα που τους επιτρέπει η θρασυδειλία τους.
Για να είμαι απολύτως σαφής, ο ΣΥΡΙΖΑ,
ενώ ορκίζεται στον μαρξισμό και στη ριζοσπαστική επανάσταση δεν τολμάει
να εφαρμόσει τίποτε από εκείνα που αποτελούν βασικές αρχές και
προϋποθέσεις του μαρξισμού.
Δεν κοινωνικοποιεί τα μέσα παραγωγής,
δεν καταργεί τη
μεγάλη ιδιωτική περιουσία, δεν δημιουργεί σοβιέτ
εργατών, δεν ακολουθεί οικονομική πολιτική κρατικοποιήσεων και
κατάργησης της υπεραξίας σε βάρος των εργαζόμενων.
Για την ακρίβεια, δεν ακολουθεί καμιά
πολιτική.
Απλώς διαχειρίζεται την πολιτική που κληρονόμησε από τις
προηγούμενες αστικές, φιλελεύθερες κυβερνήσεις.
Που ασκούσαν την
νεοφιλελεύθερη πολιτική λιτότητας που τους επιβλήθηκε από ξένους
δανειστές.
Φυσικά, ούτε λόγος για επανάσταση ή για
μηχανισμούς που θα καθοδηγήσουν το λαό σε επανάσταση. Για την ακρίβεια, ο
ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ποτέ τέτοιους μηχανισμούς. Παρ όλο που ορκιζόταν και
προσκυνούσε τον Άρη, το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ, τον Τσε, τον Κόκκινο Στρατό, τους
Βιετκόνγκ, θαύμαζε τον ΕΛΑ και τη 17 Νοέμβρη και καθέναν ένοπλο σε όλη
τη γη.Γιατί;
Γιατί για να είσαι αριστερός ριζοσπάστης
επαναστάτης, όπως θέλει να αυτοδιαφημίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται πρώτα
να έχεις αποφασίσει ότι θα χάσεις την ελευθερία σου και ίσως τη ζωή σου.
Και μάλιστα σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας. Όχι χούντας, που όλοι
είναι εναντίον της. Το κυριότερο, πρέπει να χάσεις τη βολή σου και την
αερολογία στα τσιπουράδικα και να δουλεύεις στην ημιπαρανομία. Να
δουλεύεις, όχι να θεωρητικολογείς.
Αυτά και άλλα πολλά αποδείχτηκαν πολύ
σκληρά για ένα κόμμα που ενώ ήταν προσανατολισμένο στην ευρωπαϊκή
«εξανθρωπισμένη» αριστερά, βρέθηκε να ανεμίζει τη σημαία της επανάστασης
προκειμένου να πάρει την εξουσία.
Επειδή, όμως, η πράξη τεκμηριώνει τη
θεωρία, ο ΣΥΡΙΖΑ κράτησε από το παλιό ελληνικό κομμουνιστικό ιδεώδες του
μόνο ό,τι του επέτρεψαν τα ξένα αφεντικά του. Δηλαδή να αφελληνίσει την
παιδεία στα σχολεία, να εφαρμόσει στην εξωτερική πολιτική την πολιτική
της Κομιντέρν σε βάρος της Ελλάδας και να προσπαθήσει να φιμώσει και να
ποδηγετήσει την ελευθερία του Τύπου.
Το πρώτο το κάνει στα γρήγορα όπως το
περιγράφει απαράμιλλα ο Λαοκράτης Βάσσης σε χτεσινό άρθρο του για την
κατάντια της Παιδείας στο «Παρόν»: Γράφει ο συνεπής, σοβαρός, πραγματικά
αριστερός αγωνιστής και διανοούμενος:
«… παρότι δεν εξέλιπε η τοξικότητα του
επιμένοντος εθνικιστικού αυτισμού, απ όπου ανεφύη ο χρυσαυγιστισμός,
οδηγηθήκαμε σταδιακά, δια του …εισβάλλοντος αποδομητικού εκσυγχρονισμού,
από όπου ανεφύη η προοδευτικοφανής αποεθνικοποιητική ατοπία, σε μια όλο
και πιο ουδετερόφρονη και από- ταυτοποιητική φιλοσοφία παιδείας.» Και
συνεχίζει ο Λαοκράτης:
«Όπου, χωρίς να βαθαίνει η καλώς
εννοούμενη και αναγκαία εκσυγχονιστική της διάσταση, άρχισε να
κακοπαθαίνει αφορήτως ή ελληνική της διάσταση. Κι αυτά, μεταξύ άλλων,
μέσα από λογικές ανιστόρητου … ιστορικού αναθεωρητισμού και
εθνομηδενιστικών νεοταξικών ιδεολογημάτων. Εκπορευόμενων απ΄ την
παράξενη συμπόρευση στην πράξη των ρευμάτων του …απάτριδος μεταφυσικού
διεθνισμού απ΄ τα αριστερά και του νεοφιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού απ΄
τα δεξιά. Τα συμπίπτοντα, δηλαδή, άκρα του λεγόμενου εκσυγχρονιστικού
τόξου.»
Αυτά, συν τα σύνδρομα της λατρείας των
πιο μελανών σημείων της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος και του
ΕΛΑΣ για την τριχοτόμηση της Ελλάδας, τη στήριξη των αλβανικών
διεκδικήσεων, την υποτίμηση των τουρκικών διεκδικήσεων, και την
υπεράσπιση των «τουρκοκύπριων αδερφών» (που μάχονταν με τους Άγγλους
κατά της ΕΟΚΑ!), τα οποία, ενώ έχουν αποκηρυχτεί από το ΚΚΕ και την ΕΔΑ ή
έχουν αναθεωρηθεί, εξακολουθούν και ζουν μέσα από τα ιδεολογικά σώσματα
μιας αμόρφωτης σέχτας που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ υλοποιεί τις φαντασιώσεις
των μελών και συνοδοιπόρων του για το Μακεδονικό ζήτημα και προχωρεί
στο Αλβανικό εξαφανίζοντας το βορειοηπειρωτικό, ενώ φυσικά χαϊδεύει τον
Έρντοαν και δίνει εντολές στα ελληνικά πολεμικά να μην υπερασπίζονται,
όπως έχουν καθήκον, τους Έλληνες ψαράδες όταν κακοπαθαίνουν από τους
Τούρκους τραμπούκους «συναδέρφους» τους ή από τα τουρκικά πολεμικά, μέσα
στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο «για να μη δημιουργηθεί επεισόδιο»!
Φυσικά, έχει απαξιώσει την έννοια των
συνόρων στην πράξη και στην αλβανική μεθόριο, που είναι μπάτε σκύλοι
αλέστε σε κάθε συμμορία λαθρεμπόρων και λαθροσυλλεκτών της ελληνικής
γης, στη Βουλγαρική και στην πράξη στο Αιγαίο, που έχει παραδώσει το
μείζον θέμα των προσφύγων σε … μη κυβερνητικές οργανώσεις!
Στα πλαίσια της ολοκληρωτικής λογικής
του δεν θα μπορούσε να ξεφύγει ο Τύπος. Ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος
εχθρός των καθεστώτων, όταν δεν είναι πληρωμένος από αυτά. Οι διώξεις
κατά εντύπων και δημοσιογράφων, όχι για συκοφαντική δυσφήμιση, αλλά για
τρομοκρατία αποδεικνύεται από τη σωρεία των αθωωτικών αποφάσεων υπέρ των
δημοσιογράφων που διώκονται. Αλλά και από καραμπινάτες δικαστικές
αποφάσεις που δεν αντέχουν στα στοιχεία και στα πραγματικά περιστατικά
που κατατίθενται.
Το πιο επικίνδυνο από όλα είναι η
στήριξη της κυβέρνησης στις διώξεις, οι οποίες γίνονται από στελέχη της!
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει την αποκλειστικότητα στο φαινόμενο. Έχει όμως την
πλειονότητα. Και κυρίως, έχει έτοιμο το χειροκρότημα από τα στελέχη του
σε κάθε είδους δίωξη του Τύπου.
Ταυτόχρονα, η ολοκληρωτική υποταγή των
κρατικών Μέσων δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία. Παρ όλο που τα κρατικά
Μέσα ευνοούσαν τις κυβερνήσεις που τα διοικούσαν. Δεν τα μετέτρεψαν
όμως ποτέ σε αποκλειστικό προπαγανδιστικό μηχανισμό, με πλήρη διαστροφή
των ειδήσεων υπέρ της κυβέρνησης.
Το χειρότερο και πιο επικίνδυνο, όμως,
είναι η διαρκής λάσπη που εκτοξεύει κατά του Τύπου ήδη πριν πάρει την
εξουσία. Αποδομώντας τον στη συνείδηση του κόσμου. Λυσσαλέα και με
ακραίο λαϊκισμό. Με τη βοήθεια της όλο και μεγαλύτερης αμορφωσιάς που
έσπερναν στο λαό οι προκάτοχοί του. Ο Τύπος δεν είναι άμωμος. Ο Τύπος
που δεν πληρώνεται από τις κυβερνήσεις, όμως, και που ασκεί κριτική,
είναι πιο χρήσιμος στους πολίτες και από τα ίδια τα κόμματα που
ψηφίζουν.
Σ αυτό το αριστερό κατακάθι, που δεν
τολμάει να πει κουβέντα στους εξωτερικούς κυβερνήτες του, έχει κολλήσει
και το κατακάθι της δεξιάς καρικατούρας, που βρίζοντας και απειλώντας
διαρκώς και ξεστομίζοντας διαρκώς χοντροκομμένα ψέματα, έρχεται από μια
γελοιογραφία της ΕΚΟΦ και των χουντικών λεονταρισμών χωρίς αντίκρισμα.
Πουλώντας πατριωτισμό του αέρα, άλλοτε με επικίνδυνες φανφάρες και
άλλοτε με πατριωτικές κορώνες για θέματα, που τα έχει ξεπουλήσει. Όπως
και οι παλιοί του συνοδοιπόροι στα δεξιά υπόγεια.
Αν πούμε σε ένα παιδάκι του δημοτικού
ότι ο υπερπατριώτης υπουργός Άμυνας θεωρεί ότι η πολιτική της κυβέρνησης
στο Μακεδονικό είναι επιζήμια για το έθνος, αλλά εξακολουθεί να
στηρίζει την κυβέρνηση που την προωθεί, θα γουρλώσει τα μάτια του από
τον παραλογισμό της υποκρισίας.
Ο ακροδεξιός συνεταίρος του κ Τσίπρα και
των πούρων ριζοσπαστών επαναστατών μαρξιστών κομμουνιστών του ΣΥΡΙΖΑ κ
Καμμένος έχει δείξει μια προνομιακή λατρεία στις διώξεις όσων του ασκούν
κριτική, αλλά και στις ύβρεις και στις απειλές, καλυπτόμενος φυσικά
πίσω από την ασυλία της βουλευτικής του ιδιότητας. Χωρίς να ντραπεί ούτε
τους χαροκαμένους στο Μάτι! Και προσπαθεί έτσι να τρομοκρατήσει όσους
δεν τον λιβανίζουν, αποδεικνύοντας, όμως, ότι συμβαίνει το ακριβώς
αντίθετο: Ο ίδιος τρομοκρατείται. Ο ίδιος φοβάται.
Τρομοκρατείται από τα δημοσκοπικά
αποτελέσματα, που τον πετάνε έξω από τη βουλή και τρομοκρατείται από την
αφάνεια, που επεφύλαξε ο λαός στο άλτερ έγκο του, τον κ Καρατζαφέρη.
Δεν την αντέχει την αφάνεια και την απόρριψη.
ΣΥΡΙΖΑ και Καμμένος, λοιπόν, χέρι- χέρι
προχωρούν ξεπουλώντας ο καθένας την ιδεολογία, που λένε ότι πιστεύουν,
επειδή οι ιδεολογίες έχουν απαιτήσεις και αποδεικνύονται στα δύσκολα.
Και ασκούν εξουσία αναπαράγοντας τα χειρότερα πρόσωπα του ελληνικού
αριστερού κινήματος και του δεξιού ολοκληρωτισμού των διώξεων.
Το μόνο παρήγορο είναι ότι η χώρα δεν
έχει χειρότερους από αυτούς.
Έχει πιάσει πάτο. Κι αυτό είναι κακό για το
σήμερα και για όσα καμένα θα αφήσουν πίσω τους.
Αλλά, είναι καλύτερο
για το μεθαύριο.
Γ. Παπαδόπουλος- Τετράδης
liberal.gr