30.1.19

Η «Καρέλιας»... έσβησε λαθρεμπόριο και κρίση

Η ετήσια παραγωγή της «Καρέλιας» πλησιάζει τα 14 δισ. τσιγάρα, ενώ η μέγιστη παραγωγική ικανότητα είναι 16 δισ. τσιγάρα.

Καθώς μια αγορά συρρικνώνεται και οι παίκτες μειώνονται, οι λίγοι που επιβιώνουν γίνονται ισχυρότεροι. Αυτό συμβαίνει στην αγορά των καπνικών προϊόντων, όπου η μείωση του αριθμού των καπνιστών αλλά και της κατανάλωσης προϊόντων γιγαντώνει τους λίγους και καλούς που καταφέρνουν να επιβιώνουν.
Ο κανόνας αυτός ισχύει και στην περίπτωση της Καπνοβιομηχανίας Καρέλια. Η τελευταία ξεπέρασε την 10ετή οικονομική κρίση της χώρας «αβρόχοις ποσίν». Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι, κατά τη διάρκεια των πέτρινων χρόνων της ελληνικής οικονομίας, η ιστορική πλέον βιομηχανία με έδρα την Καλαμάτα όχι μόνο δεν «σκόνταψε», αλλά αντιθέτως ενδυναμώθηκε ακόμη περισσότερο. Η τέταρτη γενιά επιχειρηματιών με την επωνυμία «Καρέλιας» τα κατάφερε καλά, αφού μπόρεσε να αυξήσει τα έσοδα και το προσωπικό της επιχείρησης. Κυρίως όμως αύξησε τα κέρδη της και μαζί με αυτά τα διανεμόμενα μερίσματα προς τους μετόχους της.
Μόνον την τελευταία δεκαετία, η διοίκηση της βιομηχανίας διένειμε μερίσματα ύψους 215 εκατ. ευρώ. Επιπλέον εκτιμάται ότι διένειμε άλλα 20 εκατ. ευρώ με τη μορφή μπόνους στο προσωπικό της, σε μια εποχή που άλλες ελληνικές επιχειρήσεις, για να επιβιώσουν, είτε μείωναν μισθούς είτε απέλυαν προσωπικό.
Ανταγωνιστής, τα λαθραία
Η θετική πορεία της Καπνοβιομηχανίας Καρέλια έλαβε χώρα σε περισσότερο «εχθρικό» περιβάλλον, αφού η ρύθμιση και οι φόροι «άνθησαν» και μαζί τους άνθησε και το λαθρεμπόριο καπνικών. Σήμερα βασικός ανταγωνιστής των ομολογουμένως λίγων παικτών είναι το λαθρεμπόριο τσιγάρων. Ηταν, ωστόσο, οι εξαγωγές που κράτησαν την επιχείρηση όρθια και μάλιστα της έδωσαν ώθηση προς τα πάνω. Οπως αναφέρει ο επικεφαλής μάρκετινγκ της καπνοβιομηχανίας Βασίλης Μαστοράκης, πλέον μόνον ένα στα πέντε τσιγάρα που παράγει η επιχείρηση πωλείται στη χώρα μας. Η ετήσια παραγωγή πλέον πλησιάζει τα 14 δισ. τσιγάρα, ενώ η μέγιστη παραγωγική ικανότητα είναι 16 δισ. τσιγάρα. Το σημαντικότερο, όπως παραδέχεται ο διευθυντής μάρκετινγκ της επιχείρησης, οι δραστηριότητες στο εξωτερικό είναι εκείνες που δημιουργούν τα υπερκέρδη της επιχείρησης. Αντιθέτως, η κερδοφορία από την εγχώρια αγορά είναι σημαντικά περιορισμένη, αν όχι μηδαμινή. Το 2017 η εταιρεία είχε καθαρά κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας της τάξης των 62 εκατ.ευρώ.
Στήριγμα η Β. Αφρική
Το 2017, η επιχείρηση είχε κύκλο εργασιών ύψους 209 εκατ. ευρώ (εξαιρουμένων των φόρων). Μόλις 44 εκατ. ευρώ προήλθαν από τις εγχώριες δραστηριότητες, ενώ τα υπόλοιπα 165 εκατ. ευρώ προήλθαν από αγορές του εξωτερικού. Η πιο μεγάλη αγορά, όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο, ήταν η αφρικανική, απ’ όπου η επιχείρηση είχε περίπου το 33% των ενοποιημένων εσόδων. Πρόκειται για τέσσερις αγορές της Βορείου Αφρικής (Αίγυπτος, Λιβύη, Μαυριτανία και Τυνησία) που αποφέραν το 2017 έσοδα ύψους 70 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για πολυπληθείς αγορές, οι οποίες ωστόσο εμφανίζουν μεγάλη αστάθεια. Και η αστάθεια αυτή φάνηκε το 2017, οπότε τα έσοδα υποχώρησαν κατά 20% σε σχέση με τη προηγούμενη χρήση. Η αύξηση ωστόσο των πωλήσεων σε Ευρωπαϊκή Ενωση (+8,6%), σε άλλες χώρες της Ευρώπης (+10,4%), στην Ασία (+7,5%) αλλά και στην εγχώρια αγορά (+4,4%) μετρίασε τις απώλειες από την Αφρική. Η ίδια τάση –αν και με μικρότερη ένταση αναφορικά με την αγορά της Αφρικής– φαίνεται ότι εξακολουθεί και φέτος με βάση τα αποτελέσματα 9μήνου 2018. Ετσι στο 9μηνο του 2018 τα έσοδα του ομίλου είναι οριακά αυξημένα.

Ο κ. Μαστοράκης αποδίδει την πορεία της εταιρείας στην Αφρική κυρίως στην πολιτική αβεβαιότητα, που με τη σειρά της επηρεάζει καθοριστικά τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Πάντως, η επιχείρηση ανέρχεται στις χώρες της Ευρώπης, ενώ, σύμφωνα με τα στελέχη της εταιρείας, η καπνοβιομηχανία δειλά δειλά ανοίγεται και στις αγορές της Νοτίου Αμερικής. Αξίζει να αναφερθεί ότι στις μόνες περιοχές που δεν υπάρχει παρουσία είναι η Βόρειος Αμερική και η Ωκεανία. Συνολικά, η εταιρεία εξάγει σε 24 χώρες της Ευρώπης, τέσσερις χώρες της Αφρικής, 11 χώρες της Μέσης Ανατολής, επτά χώρες της Απω Ανατολής. «Τα αιτήματα συνεργασίας (από το εξωτερικό) είναι πάρα πολλά», αναφέρει ο κ. Μαστοράκης, σημειώνοντας ότι, αν ήθελε η επιχείρηση, θα μπορούσε να αυξήσει υπέρμετρα σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα τόσο την παραγωγή όσο και τις εξαγωγές.
Σημαντική η αγορά των στριφτών τσιγάρων
Εκτός των αγορών του εξωτερικού, την Καπνοβιομηχανία Καρέλια κράτησαν και τα καπνικά προϊόντα για στριφτά τσιγάρα (RYO). Πρόκειται για τις συσκευασίες ψιλοκομμένου καπνού που χρησιμοποιούνται για τα λεγόμενα στριφτά τσιγάρα (Roll Υour Οwn τσιγάρα). Η συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων κράτησε την εταιρεία κυρίως στην εγχώρια αγορά, όπου πλέον κατέχει τη δεύτερη θέση με μερίδιο άνω του 25%.
Η εταιρεία αναφέρει τη διάθεση 855 τόνων στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, όγκος αυξημένος κατά 15% σε σχέση με το 2017, οπότε οι πωλήσεις είχαν ανέλθει σε 750 τόνους. Οι άνθρωποι της εταιρείας χαρακτηρίζουν σημαντικό άθλο το μερίδιο αυτό, καθώς η Καπνοβιομηχανία Καρέλια ήταν η τελευταία που εισήλθε στην αγορά ψιλοκομμένου καπνού. «Πριν από δέκα χρόνια είχαμε μηδαμινή παρουσία στη συγκεκριμένη αγορά», παραδέχεται ο επικεφαλής μάρκετινγκ της επιχείρησης κ. Μαστοράκης.
Για να φανεί το μέγεθος της δραστηριότητας, η εταιρεία πέρυσι διέθεσε σχεδόν το 65% της παραγόμενης ποσότητας στην εγχώρια αγορά, όταν στα βιομηχανοποιημένα τσιγάρα η εγχώρια αγορά απορροφά μόλις το 18% της παραγωγής της.
Παρά όμως τη σημαντική αύξηση της παραγωγής, σε διεθνή κλίμακα η Καπνοβιομηχανία Καρέλια παραμένει μικρή επιχείρηση. Οπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Ανδρέας Καρέλιας, μιλώντας προς τους εργαζομένους, η παγκόσμια αγορά ανέρχεται σε 5,5 τρισ. τσιγάρα ετησίως. «Μας αναλογεί μερίδιο στην παγκόσμια κατανάλωση κοντά στο 0,27%», είπε χαρακτηριστικά. Προσέθεσε, ωστόσο, ότι σε καμία περίπτωση το μερίδιο αυτό δεν πρέπει να αποτελέσει κεκτημένο. «Αξίζει να θυμηθούμε», κατέληξε, «ότι στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, μόνο στην ελληνική αγορά, δραστηριοποιούνταν 14 διαφορετικές εταιρείες, έξι εκ των οποίων ήταν ελληνικές και οκτώ ξένες. Σήμερα έχουμε μόνο πέντε εταιρείες, εκ των οποίων μόνο μία, η δική μας, είναι ελληνικών συμφερόντων».
Ατμισμα και θερμαινόμενος καπνός, οι νέοι ανταγωνιστές
Η αγορά καπνικών προϊόντων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ε.Ε., είναι έντονα συρρικνούμενη. Στη χώρα μας οι πωλήσεις βιομηχανοποιημένων τσιγάρων έχουν συρρικνωθεί στο 1/3 εκείνων που πωλήθηκαν στην καλύτερη χρονιά, ενώ στα προϊόντα RYO η μείωση είναι μικρότερη, αφού η αγορά έχει συρρικνωθεί στα 2/3.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη Eurostat, το 2017 στη χώρα μας πωλήθηκαν 12,0 δισ. τσιγάρα έναντι 35,1 δισ. το 2004. Επίσης, το 2017 πωλήθηκαν περίπου 2 χιλ. τόνοι ψιλοκομμένου καπνού (RYO) έναντι 3 χιλ. τόνων που είχαν πωληθεί το 2010.
Μεγάλο μέρος της μείωσης της κατανάλωσης είναι προφανές ότι έχει διοχετευθεί στα λαθραία προϊόντα καπνού. Οι υπέρμετρες αυξήσεις του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος ώθησαν σημαντικό μέρος των καπνιστών στα λαθραία προϊόντα. Σχεδόν ένα στα τέσσερα βιομηχανοποιημένα τσιγάρα που καταναλώνονται σήμερα εκτιμάται ότι είναι λαθραία.
Ενα άλλο σημαντικό μέρος της αγοράς έχει οδηγηθεί σε προϊόντα υποκατάστατα των παραδοσιακών τσιγάρων, όπως είναι το θερμαινόμενο και το ατμίζον (ηλεκτρονικό) τσιγάρο. Μέχρι στιγμής η Καπνοβιομηχανία Καρέλια απουσιάζει από τις δύο αυτές αγορές, σημειώνοντας ότι είναι πρόωρο να κινηθεί. Ωστόσο ο επικεφαλής μάρκετινγκ κ. Μαστοράκης δεν το αποκλείει. «Το γεγονός ότι δεν απασχολεί τη διοίκηση της επιχείρησης επί του παρόντος το θέμα, δεν σημαίνει ότι πρέπει να το αποκλείσετε διά παντός», αναφέρει.
Η Καπνοβιομηχανία Καρέλια εκτιμά ότι η αγορά του ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι κατακερματισμένη και με ιδιαίτερα υψηλό ανταγωνισμό. Από την άλλη πλευρά, η αγορά του θερμαινόμενου τσιγάρου απαιτεί πολύ μεγάλες επενδύσεις τις οποίες μπορούν να καλύψουν μόνον οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις. Τέλος, η εταιρεία θέλει να σταθμίσει την κατεύθυνση που θα λάβει η αγορά, προκειμένου να πάρει τις τελικές αποφάσεις της.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ