Οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί δεν
έχουν γνώμη;
Έχουν, αλλά δεν αρέσει στον πρωθυπουργό.
Σε μια τέτοια
τηλεοπτική συζήτηση θα βρεθεί βαλλόμενος πανταχόθεν....
Και ξαφνικά μας προέκυψε debate μεταξύ
του Α. Τσίπρα και του Κ. Μητσοτάκη για το Σκοπιανό. Το πρότεινε ο
πρωθυπουργός, που ξαφνικά θυμήθηκε τον διάλογο. Υποκριτής; Καιροσκόπος;
Ας είμαστε επιεικείς. Απλώς
απεγνωσμένος.
Βλέπει τις δημοσκοπήσεις μερικούς μήνες πριν από τις
εκλογές και τρελαίνεται. Ξέρει τι έρχεται. Διαβάζει πως το 70% του
Ελληνικού λαού αποδοκιμάζει την πολιτική του στο Σκοπιανό και
μελαγχολεί. Του λένε οι Βορειοελλαδίτες βουλευτές του πως ο ΣΥΡΙΖΑ
μπορεί να πάρει και μονοψήφιο ποσοστό στην Μακεδονία και ζαλίζεται.
Έτσι, ανακάλυψε το debate. Τι νόημα όμως
έχει μια τηλεοπτική μονομαχία, αφού έχει υπογραφεί η συμφωνία; Απολύτως
κανένα. Και γιατί μόνον οι δύο τους; Οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί δεν
έχουν γνώμη; Έχουν, αλλά δεν αρέσει στον πρωθυπουργό. Σε μια τέτοια
τηλεοπτική συζήτηση θα βρεθεί βαλλόμενος πανταχόθεν.
Στα σοβαρά κράτη, αυτά τα
ζωτικής
σημασίας εθνικά ζητήματα, συζητούνται σε κατ΄ ιδίαν συναντήσεις του
πρωθυπουργού με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων, μακριά από τα φώτα
της δημοσιότητος, προκειμένου να επιτευχθούν οι αναγκαίες συγκλίσεις.
Δεν νοείται ένα τόσο σοβαρό εθνικό θέμα
να το έχει χειρισθεί ένας μόνον άνθρωπος—ο Ν. Κοτζιάς—με τις ιδεοληψίες
του και τους τακτικισμούς του. Το αποτέλεσμα αυτής της αλαζονικής του
συμπεριφοράς ζούμε σήμερα. Ήρθε στην βουλή μια κακή συμφωνία, δύο
κόμματα διαλύθηκαν για να ψηφισθεί και το 70% του Ελληνικού λαού την
απορρίπτει. Όσο σημαντικές είναι οι ευθύνες της κυβέρνησης για το
περιεχόμενο της συμφωνίας, άλλο τόσο σημαντικές είναι για την διαδικασία
που αυτή ακολούθησε.
Ουδείς πολιτικός αρχηγός θα αρνείτο την
ενημέρωση και την συζήτηση, αν τον καλούσε ο πρωθυπουργός. Αλλά αυτή η
κυβέρνηση δεν λειτουργεί θεσμικά. Δεν την ενδιαφέρουν οι συναινέσεις και
το έχει αποδείξει. Το μόνο που την απασχολεί είναι πώς θα δημιουργήσει
προβλήματα στην αντιπολίτευση και πώς θα υποτάξει τα μείζονα εθνικά
θέματα στους τακτικούς της στόχους.
Αυτή η αντίληψη αποτυπώνεται και στην
πρόταση του Α. Τσίπρα για το debate. Επιδιώκει μια τηλεοπτική σύγκρουση
που προσδοκεί να ανατρέψει, όσο αυτό γίνεται, μια παγιωμένη θέση των
Ελλήνων πολιτών απέναντι στην Συμφωνία των Πρεσπών, κατόπιν εορτής. Αφού
υπογράφηκε η συμφωνία και δημιουργήθηκαν τετελεσμένα.
Προφανώς, αν το 70% του Ελληνικού λαού
ενέκρινε την πολιτική του, δεν θα πρότεινε την τηλεοπτική μονομαχία.
Πολύ λογικά η Νέα Δημοκρατία απέρριψε την πρόταση και την συνέδεσε με
την προκήρυξη εκλογών. Θα ήταν αφέλεια να την αποδεχόταν σήμερα, κάτω
υπό αυτές τις συνθήκες. Θα ήταν δε και ανεύθυνο, γιατί τέτοια ζητήματα
στα οποία εμπλέκεται και ο διεθνής παράγοντας δεν μπορούν να γίνονται
αντικείμενο δημόσιων διαξιφισμών.
Ο Α. Τσίπρας προσπαθεί να βγει από την
πολιτική του απομόνωση με διάφορα τεχνάσματα. Νομίζει πως η σύγκλιση του
ΣΥΡΙΖΑ με πολιτικούς που εκφράζουν μόνον τον εαυτό τους, αναδιατάσσει
το πολιτικό σκηνικό. Αυτό δεν διαμορφώνεται ούτε στο Μέγαρο Μουσικής
ούτε στο βορβορώδες παρασκήνιο των εκβιασμών και των εξαγορών
συνειδήσεων.
Διαμορφώνεται στις πλατείες όπου
συγκλίνουν εκατομμύρια πολίτες από όλα τα κόμματα για να υπερασπισθούν
την κοινή ταυτότητα τους.
Καλόν είναι ο πρωθυπουργός να μην
πιστεύει πως με τεχνάσματα τύπου debate θα ανατρέψει το πολιτικό
σκηνικό. Δεν τον βοηθά να κατανοήσει τι γίνεται μέσα στις συνειδήσεις
των Ελλήνων που βγαίνουν στους δρόμους όχι για να διεκδικήσουν υλικά
αγαθά, αλλά για την Μακεδονία.
Επειδή είναι αριστερός, δεν θα το καταλάβει ποτέ.
Σ. Μουμτζής
liberal.gr