13.11.19

Πόσο στοιχίζει να δοθεί τέλος στους θανάτους γυναικών κατά την εγκυμοσύνη ή τον τοκετό ως το 2030;

Για να δοθεί τέλος στους θανάτους κατά την εγκυμοσύνη ή τον τοκετό, στη βία την οφειλόμενη στο φύλο, τους γάμους παιδιών και να δοθεί η δυνατότητα οικογενειακού προγραμματισμού σε όλες τις γυναίκες στον κόσμο ως το 2030, χρειάζονται περίπου 264 δισεκ. δολάρια (περίπου 239,7 δισεκ. ευρώ), δηλαδή όσο στοιχίζουν 110 στρατιωτικά αεροσκάφη, δείχνει μελέτη του ΟΗΕ.
Η επένδυση 115,5 δισεκ. δολαρίων (περίπου 104,8 δισεκ. ευρώ) --η οποία ισοδυναμεί με το κόστος 46 υψηλής τεχνολογίας στρατιωτικών αεροσκαφών-- θα έδινε τέλος στους θανάτους κατά την εγκυμοσύνη ή τον τοκετό ως το 2030, δήλωσαν ερευνητές στην Διεθνή Διάσκεψη για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη που διεξάγεται από χθες Τρίτη στην Κένυα.
Το ποσό που απαιτείται για να δοθεί τέλος στους 12 εκατομμύρια γάμους παιδιών κάθε χρόνο ανέρχεται σε 35 δισεκ. δολάρια (περίπου 31,7 δισεκ. ευρώ), σημείωσαν οι ίδιοι, διευκρινίζοντας ότι με περίπου 600 δολάρια (περίπου 544,8 ευρώ) μπορεί να γλιτώσει ένα κορίτσι από το να το παντρέψουν σε παιδική ηλικία, ένα ποσό ισοδύναμο με τη διαμονή για μια νύχτα σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο.
Τα κράτη έχουν δεσμευτεί σε τρεις παγκόσμιους στόχους που συνδέονται με τα σεξουαλικά δικαιώματα των γυναικών και αυτά που αφορούν την αναπαραγωγή για τα επόμενα 10 χρόνια, αλλά στην έρευνα αυτή του Ταμείου του ΟΗΕ για τον Πληθυσμό (UNFPA) διαπιστώνεται ότι υπάρχει έλλειψη χρηματοδότησης για την επίτευξή τους.
"Ξέρουμε πόσα και πού χρειάζεται να επενδύσουμε. Οι αριθμοί αυτοί είναι σταγόνα στον ωκεανό, αν συγκριθούν με τα οφέλη που θα έχουμε και τα διαθέσιμα κεφάλαια", δήλωσε χθες η διευθύντρια του UNFPA Ναταλία Κάνεμ στην παγκόσμια διάσκεψη στην Κένυα.
"Πιστεύω ότι είναι λάθος ακόμη και να το αναφέρουμε ως κόστος. Αυτές είναι έξυπνες, προσιτές επενδύσεις που θα μεταμορφώσουν τις ζωές γυναικών και κοριτσιών, τις κοινωνίες τους και τον κόσμο μας. Το κόστος της αδράνειας είναι πολύ υψηλότερο", σημείωσε.
Κάθε μέρα περισσότερες από 800 γυναίκες πεθαίνουν από αιτίες που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού, σύμφωνα με το UNFPA. Περισσότερες από 230 εκατομμύρια γυναίκες επιδιώκουν την πρόληψη της εγκυμοσύνης, αλλά δεν χρησιμοποιούν σύγχρονες μεθόδους αντισύλληψης.
Μια στις τρεις γυναίκες παγκοσμίως έχει αντιμετωπίσει κάποια μορφή σωματικής ή σεξουαλικής βίας στη ζωή της, ενώ επιβλαβείς πρακτικές --όπως ο γάμος σε παιδική ηλικία-- έχουν ως αποτέλεσμα κάθε μέρα 33.000 κορίτσια να εξαναγκάζονται σε γάμο, σύμφωνα με το UNFPA.
Οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι τα 264 δισεκ. δολάρια θα χρησιμοποιηθούν για παρεμβάσεις, όπως πρόσληψη ιατρικού προσωπικού, αγορά φαρμάκων, αντισυλληπτικών, μαιευτικού υλικού, διεξαγωγή ερευνών, παροχή συμβουλών και προώθηση ενημερωτικών κοινωνικών προγραμμάτων.
Ο Τζον Στόβερ, διευθυντής της Avenir Health, η οποία μετείχε στη μελέτη, δήλωσε ότι το κόστος δεν είναι μεγαλύτερο καθώς πολλές από τις παρεμβάσεις που χρειάζονται για να καταπολεμηθεί η βία η οφειλόμενη στο φύλο είναι οι ίδιες με αυτές που χρειάζονται για να μειωθούν οι γάμοι σε παιδική ηλικία και ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων.
"Το να κρατήσουμε τα κορίτσια στο σχολείο και η οικονομική ενδυνάμωσή τους αποτελούν το κλειδί σε όλες αυτές τις παρεμβάσεις. Επομένως στην πράξη, δεν στοιχίζει πολύ --γνωρίζουμε σε έναν βαθμό πως να το κάνουμε, απλώς χρειαζόμαστε την βούληση για να προχωρήσουμε και να το κάνουμε", σημείωσε ο Στόβερ.
Το ποσό που απαιτείται για να επιτευχθούν οι παγκόσμιοι αυτοί στόχοι είναι "μηδαμινό", υπογράμμισε επίσης κατά την διάσκεψη η Καμάου Μασάρια, η πρώτη γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών της Κένυας.
"Τα 264 δισεκ. δολάρια είναι ένα μηδαμινό ποσό σε σύγκριση με το τίμημα που είναι οι χιλιάδες νεκρές μητέρες, τα εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά που μένουν ορφανά και οι οικογένειες που διαλύονται από την κακοποίηση και τη βία", σημείωσε η Μασάρια.
Στην τριήμερη διάσκεψη, η οποία άρχισε χθες στην Κένυα και κατά την οποία συζητούνται τα θέματα της σεξουαλικής υγείας και της αναπαραγωγής και των σχετικών με αυτά δικαιωμάτων, μετέχουν περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι διαφόρων ιδιοτήτων, από επικεφαλής κρατών έως στελέχη οικονομικών θεσμών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, από 160 χώρες.