του Julien Bouissou (*)
Aπό τη Χιλή μέχρι τον Λίβανο, περνώντας από το Ιράκ και τη Γαλλία, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ κατηγορούνται για συμπαιγνία. Στη Γαλλία, ο Εμανουέλ Μακρόν χαρακτηρίζεται «πρόεδρος των πλουσίων», στην Αλγερία οι διαδηλωτές κατηγορούν την κυβέρνηση ότι «πούλησε τη χώρα» και στον Λίβανο τα πλήθη φωνάζουν «Κάτω η κυβέρνηση των κλεφτών!»
Η συνέργεια ανάμεσα στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Καρολίν Φρόιντ, οικονομολόγου στην Παγκόσμια Τράπεζα, το μέρος του πλούτου των δισεκατομμυριούχων που πρόσκεινται στην εξουσία ή η δραστηριότητά τους εξαρτάται από την πρόσβαση σε πόρους που ελέγχονται από το κράτος αυξήθηκε την περίοδο 1996-2014 για να φτάσει το 20,4% του συνολικού πλούτου στην Ευρώπη, το 16,7% στη Χιλή και το 33% στον Λίβανο. Η συνέργεια αυτή εκδηλώνεται επίσης με την ανάληψη της εξουσίας από δισεκατομμυριούχους όπως ο Σεμπαστιάν Πινιέρα στη Χιλή ή τη μετεωρική άνοδο επιχειρηματιών όπως ο Γκαουτάμ Αντάνι ή ο Μουκές Αμπάνι, που πρόσκεινται στον ινδό ηγέτη Ναρέντρα Μόντι.
Αυτός ο «καπιταλισμός του καζίνο», συνώνυμος συχνά της πελατειοκρατίας, έχει υψηλό κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Δύο ερευνητές του Χάρβαρντ, ο Ισάκ Ντιουάν και ο Τζαμάλ Χαϊντάρ, έδειξαν με έρευνά τους ότι το 42,7% των λιβανικών επιχειρήσεων με πάνω από 100 εργαζομένους είναι «πολιτικά συνδεδεμένες», έχουν δηλαδή στο διοικητικό τους συμβούλιο έναν πολιτικό. Στους τομείς όπου έχουν μεγαλύτερη παρουσία αυτές οι επιχειρήσεις, η ανάπτυξη, η άνοδος της παραγωγικότητας και η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι μικρότερες απ’ό,τι στην υπόλοιπη οικονομία.
Τι αξία έχει η επιτυχία στο σχολείο ή ένα δίπλωμα αν η πολιτική διασύνδεση είναι αρκετή για να βρει κανείς δουλειά; Γιατί να ανοίξεις μια επιχείρηση αν οι ανταγωνιστές σου μπορούν να χρησιμοποιήσουν την πολιτική τους επιρροή για να κλείνουν δουλειές; «Η συνέργεια ανάμεσα στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ επιταχύνεται, και αυτό αποτελεί πραγματικό κίνδυνο», σημειώνει ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς, ένας οικονομολόγος που ειδικεύεται στις ανισότητες. «Δίνεται η εντύπωση ότι οι ελίτ ασχολούνται με τον εαυτό τους, αφήνοντας στην άκρη τον πληθυσμό».
Ο Μιλάνοβιτς διακρίνει δύο μορφές «καπιταλισμού του καζίνο». Σε ορισμένες χώρες, σημειώνει, «η οικονομική εξουσία έχει γίνει το εφαλτήριο της πολιτικής εξουσίας, όπως στις ΗΠΑ, όπου οι εκλογικές εκστρατείες χρηματοδοτούνται από το 1%, αν όχι το 0,1%, των πιο πλούσιων. Σε άλλες χώρες, όπως η Χιλή και ο Λίβανος, η γειτνίαση με την πολιτική εξουσία είναι εκείνη που αποδίδει οικονομικά έσοδα».
Η ανάπτυξη αυτού του είδους καπιταλισμού συμπίπτει με την πολιτική φιλελευθεροποίησης που ακολουθήθηκε τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Το άνοιγμα των οικονομιών στον ελεύθερο ανταγωνισμό ενίσχυσε την επιρροή μιας οικονομικής ελίτ που βρισκόταν κοντά στην εξουσία, η οποία χρησιμοποίησε αυτή την επιρροή προς το δικό της συμφέρον. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στη Λατινική Αμερική, όπου ολόκληροι τομείς της οικονομίας όπως η υδροδότηση ή ο ηλεκτρισμός ιδιωτικοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν μονοπώλια και να αυξηθούν οι τιμές. «Το μεγάλο λάθος ήταν η πεποίθηση ότι η φιλελευθεροποίηση μπορούσε να γίνει χωρίς κανόνες», επισημαίνει η Μόνικα ντε Μπολ, οικονομολόγος στο Peterson Institute for International Economics, στην Ουάσινγκτον.
Σε περίοδο κρίσης οι ανισότητες είναι λιγότερο ανεκτές, όπως φαίνεται στη Χιλή που έχει πληγεί από την πτώση της τιμής του χαλκού. «Με την αύξηση της ανάπτυξης, οι μεσαίες τάξεις ήλπιζαν στην κοινωνική κινητικότητα, κάτι που δεν συμβαίνει πλέον σήμερα», εξηγεί η ντε Μπολ.
Στον Λίβανο, οι ανισότητες αποκαλύφθηκαν με την κατάρρευση του συστήματος λόγω της έκρηξης του χρέους. «Για να μειωθεί αυτό το χρέος, επιβλήθηκε φόρος στους πιο ευάλωτους», σημειώνει η Λίντια Ασουάντ, ερευνήτρια στο Εργαστήριο για τις παγκόσμιες ανισότητες. Ο φόρος που επιβλήθηκε στις επικοινωνίες είναι εκείνος που προκάλεσε τις διαδηλώσεις στον Λίβανο, ο φόρος στον ναργιλέ προκάλεσε κινητοποιήσεις στη Σαουδική Αραβία, η αύξηση της τιμής του μετρό οδήγησε σε λαϊκό ξεσηκωμό στο Σαντιάγο της Χιλής.
Πολλές πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι οι μεγάλες ανισότητες επιβραδύνουν την κοινωνική κινητικότητα. Οι ανισότητες των εισοδημάτων, λόγω συνέργειας των πολιτικών και των οικονομικών ελίτ, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα γιατί απειλούν την υπόσχεση της δημοκρατικής ισότητας.
(*) Ο Ζιλιέν Μπουισού είναι αρθρογράφος της Monde
(Πηγή: Le Monde)