7.2.20

Χρονογράφημα - Έρημη χώρα

Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου

              Με  το ταμείο μου μείον και σκονισμένο αέρα γεμάτο φούμαρα από ολίγιστους πολιτικούς το ευ ζην μου σιγοντάριζα έχοντας στο on το παμπάλαιο δέκτη μου. Τρεφόμενος μόνιμα από τη σακούλα που μου διανέμει το κοινωνικό παντοπωλείο της γειτονιάς μου, περίμενα να κόψουν κι ένα << κοντύλι >> για το ισχνό σαρκίο μου που φορεί σχισμένο παπούτσι, ζεσταίνεται με κάρβουνο και χορταίνει με  όσπριο και ληγμένο  ζαμπόν από το ευρωπαϊκό μπακάλικο.
             Τζίφος, δεν έγινε τίποτα. Πάλι το ψίχουλο μου πέταξαν, τη μπουκιά μου στεγνωμένη θα κατεβάζω, μια μαριονέτα μαϊμού ανάπτυξη θα με ξεσφερτσάζει αθροίζοντας τα βερεσέδια μου, ζητώντας να με ρίξει στο Άουσβιτς για σαπούνι.
              Πολύ θα ήθελα, περπατώντας στο στρωμένο χαλί του γραφείου τους να τους πλησιάσω και τη γροθιά μου να χτυπήσω μπροστά τους. Ν’ αναπηδήσει το τασάκι, να χυθούν οι στάχτες, τα χαρτιά τους να σκορπίσουν και όπως θα ‘ναι λαγοί λερωμένοι, στο λαιμό να τους σφίξω με τον τρίχινο λαιμοδέτη. Ύστερα  απροσκύνητος σαν τον Κολοκοτρώνη την καχεκτική τους ψυχή να στολίσω με λόγο μασκοφόρου εκδικητή: << Για δέστε πως μας κατάντησαν τα άθλια κόμματά σας, πενήντα πέντε το ψωμί και δέκα το λεμόνι.  Η πείνα μας θερίζει,  στις τσέπες μας δεν υπάρχει δίλεπτο, ζούμε στην κατάψυξη του αρκτικού χειμώνα, έχουμε άδειο το ντεπόζιτο του καλοριφέρ, καύσιμη ύλη δεν υπάρχει ούτε για δείγμα. Ζούμε με όσπριο, λίγο ψωμί, σαλίγκια και ζοχούς.
            Στο νέο καπετάνιο της  πατρίδας που διέλυσε έτι εις τα ων συνετέθη την αμαρτωλή κολπατζού κοινωνία των προηγουμένων, τούτα τα λιτά να πω: << Ουδείς βεβαίως σήμερα υπάρχει στην Ελλάδα όστις να πιστεύει ότι επί ρόδων κοιμόμαστε, ουδέ πως η κλινοστρωμνή που σεις στρώνετε για το λαό θα είναι στρωμένη με αβρά και πέταλα ανθηρά. Πεινώντες γαυγίσαμε τη νίκη σας όπως οι δαιμονιώντες σκύλοι. Απολυμένοι της φάμπρικας την διελάλησαν με μουντζουρωμένα χείλη και θέλουν δουλειά. Πένητες σαν Σειληνοί και Σάτυρες παντού την κουδούνισαν και θέλουν φάρμακο και γιατρό.   Ξεβρασμένοι με σάπιες πλώρες στην ξενιτιά ζητούν να επιστρέψουν στα πάτρια, κάτω από την ουράνια χάρη να λάμψουν της πούλιας.
        Αλλά ποια πούλια! Αν ήταν έτσι δε θα αναγκαζόταν ο Παλαμάς να γράψει: << Βοσκοί στη μάντρα της πολιτείας, οι λύκοι! Στα όπλα Ακρίτες! Μακριά και οι φαύλοι και οι περιττοί. Καλαμαράδες και δημοκόποι και μπολσεβίκοι. Για λόγους άδειους ή για του ολέθρου το έργο βαλτοί >>.
       Έρημη χώρα!

             ellinikoxronografima.blogspot.gr