Οι ιταλικές αρχές άρχισαν να κάνουν διαγνωστικές εξετάσεις αφού εντοπίστηκε το πρώτο εγχώριο κρούσμα στο Κορντόνιο, μια κωμόπολη της Λομβαρδίας, στις 21 Φεβρουαρίου. Τα κρούσματα και οι θάνατοι αμέσως πολλαπλασιάστηκαν, με τους επιστήμονες να εκφράζουν ανησυχίες ότι ο ιός κυκλοφορούσε απαρατήρητος για εβδομάδες.
Ο Στέφανο Μέρλερ, του Ιδρύματος Μπρούνο Κέσλερ, είπε σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα ότι το ινστιτούτο αυτό εξέτασε τα πρώτα γνωστά κρούσματα και εξήγε σαφή συμπεράσματα για την πορεία που ακολούθησε η επιδημία. «Συνειδητοποιήσαμε ότι υπήρξαν πολλοί μολυσμένοι άνθρωποι στη Λομβαρδία πολύ πριν τις 20 Φεβρουαρίου, κάτι που σημαίνει ότι η επιδημία είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα», εξήγησε. «Σίγουρα τον Ιανουάριο, όμως ίσως ακόμη και πιο πριν. Δεν θα μάθουμε ποτέ», συνέχισε, λέγοντας ότι ο ίδιος πιστεύει ότι η απότομη αύξηση των κρουσμάτων υποδηλώνει ότι ο ιός έφτασε στην Ιταλία από μια ομάδα ανθρώπων και όχι από έναν μεμονωμένο ασθενή.
Μια ξεχωριστή μελέτη που βασίστηκε σε κρούσματα που καταγράφηκαν τον Απρίλιο δείχνει ότι το 44,1% των μολύνσεων σημειώθηκε σε οίκους ευγηρίας και άλλα προνοιακά ιδρύματα και το 24,7% προήλθε από ανθρώπους που μολύνθηκαν εντός του οικογενειακού περιβάλλοντός τους. Το 10,8% μολύνθηκε σε νοσοκομεία και μόνο το 4,2% σε χώρους εργασίας.
Μέχρι σήμερα, στην Ιταλία έχουν καταγραφεί περίπου 190.000 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 25.500 ασθενείς πέθαναν. Σε μια προσπάθεια να ανακόψει την επιδημία, η Ιταλία διέκοψε την αεροπορική σύνδεση από και προς την Κίνα στις 31 Ιανουαρίου, όταν δύο Κινέζοι τουρίστες στη Ρώμη βρέθηκαν θετικοί. Όμως οι επιστήμονες λένε ότι μάλλον ήταν ήδη πολύ αργά.
Μια άλλη ομάδα Ιταλών επιστημόνων υποστηρίζει ότι ο κορονοϊός ίσως έφτασε στην Ιταλία από τη Γερμανία και όχι απευθείας από την Κίνα, κατά το δεύτερο μισό του Ιανουαρίου.