Με τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ συμβαίνει κάτι παράδοξο και αστείο.
Όντες κομμάτια ενός ετερόκλητου πλήθους με διαφορετικές πολιτικές
καταβολές το καθένα, ψήφισαν και ξαναψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή δεν
άντεχαν το καθεστώς των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Η “χούντα” των
Σαμαροβενιζέλων έπρεπε να πέσει, τα μνημόνια έπρεπε να καταργηθούν, ο
ΕΝΦΙΑ επίσης, οι μισθοί να ανέβουν, η ΕΡΤ να ξανανοίξει.
Η επιτυχία,
δηλαδή, του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία – δεν οφείλεται
τόσο στην ταυτότητά του όσο στην έλλειψη ανταγωνισμού.
Οι παλιοί έπρεπε
να φύγουν και ο νέος θα αναδεικνυόταν εφόσον παρουσίαζε το αφήγημα που ο
λαός ήθελε να ακούσει.
Και το παρουσίασε.
Οι ψηφοφόροι του, λοιπόν,
συσπειρώθηκαν γύρω του συγκυριακά, από απέχθεια προς τα υπόλοιπα
κόμματα, και ο ΣΥΡΙΖΑ εκμεταλλεύτηκε την παρακμή των ανταγωνιστών του
πουλώντας αποκλειστικά το προϊόν που είχε τη μεγαλύτερη ζήτηση:
Αντίσταση, επανάσταση, εθνικισμό, επιλεκτική αριστεροσύνη, φιλολαϊκό κανάκεμα, -ένα ελκυστικό κράμα από πολιτικά σιγουράκια που του έδωσαν μαζικό έρεισμα κι εξουσία. Ενάμιση χρόνο μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποτύχει στα πάντα, κι όμως παραμένει στη θέση του. Εξοργιστικό αλλά αναμενόμενο.
Αντίσταση, επανάσταση, εθνικισμό, επιλεκτική αριστεροσύνη, φιλολαϊκό κανάκεμα, -ένα ελκυστικό κράμα από πολιτικά σιγουράκια που του έδωσαν μαζικό έρεισμα κι εξουσία. Ενάμιση χρόνο μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποτύχει στα πάντα, κι όμως παραμένει στη θέση του. Εξοργιστικό αλλά αναμενόμενο.
Εξοργιστικό, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είπε μόνο ψέματα.
Έφερε νέο μνημόνιο,
νέους φόρους, γονάτισε την οικονομία, επέβαλε capital controls,
υπονόμευσε τον ιδιωτικό τομέα, ενίσχυσε το κομματικό κράτος, τα έκανε
μαντάρα στο προσφυγικό, εργαλειοποίησε τους πρόσφυγες, φανάτισε τα
πλήθη, δίχασε τον λαό, παρενέβη επανειλημμένα στη δικαιοσύνη, διόγκωσε
τη διαφθορά και τη διαπλοκή εξυπηρετώντας φίλους και
ξεπλένοντας-συγκαλύπτοντας τα εγκλήματά τους, ενώ παράλληλα κυνήγησε
ανηλεώς τους πολιτικούς εχθρούς του με αστείες αιτιολογίες. Αναμενόμενο,
γιατί οι ψηφοφόροι του κουράστηκαν να (παριστάνουν ότι) παλεύουν. Ο
ΣΥΡΙΖΑ ήταν η τελευταία τους ελπίδα, κι όταν αυτή διαψεύστηκε, οι μισοί
έκαναν τα στραβά μάτια ως γνήσια κομματόσκυλα ενώ οι άλλοι μισοί
συμβιβάστηκαν με το κακό. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε την παγίωσή του με τον πιο
ειρωνικό τρόπο: Οι επαναστάτες πεθύμησαν μια ρουτίνα.
Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαινιάζει νοσοκομεία χωρίς γιατρούς, αεροδρόμια κατασκευασμένα επί προηγούμενων κυβερνήσεων, πουλάει λιμάνια, ιδιωτικοποιεί, κατάσχει σπίτια, αφανίζει ολόκληρα επαγγέλματα μέσω υπερφορολόγησης, στήνει διαγωνισμούς-παρωδίες για να ελέγξει την ενημέρωση και να εκδικηθεί τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά οι ψηφοφόροι του που εξοβέλισαν τις παλαιοκομματικές δυνάμεις για να αποφύγουν τέτοιες ακριβώς πρακτικές, παρατηρούν το θέαμα με απάθεια. Όπου μπορούν δικαιολογούν ή εκλογικεύουν την αυθαιρεσία και τη φρίκη, τις κρίνουν επιεικώς, τις συμψηφίζουν με τα πεπραγμένα των προηγούμενων ή τις επιρρίπτουν στους προηγούμενους, αλλά, βασικά, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν ότι δημιούργησαν ένα τέρας. Κι αντί να το σκοτώσουν ή έστω να το αποκηρύξουν τυπικά, προτιμούν να συνυπάρξουν, αφήνοντας κατά μέρος τις μπανάλ πλέον διαδηλώσεις και κοιτώντας τη δουλίτσα τους. Ο μικροαστισμός επέστρεψε σπίτι του.
Κι όχι πια πορείες, διαμαρτυρίες, εμψυχωτικές συναυλίες, προπηλακισμοί, συναισθηματικές κορώνες, και υβρεολόγια κατά των κυβερνώντων και των υποστηρικτών τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να λούσει τους εκλογείς του με εφησυχασμό και να αδρανοποιήσει την αγωνιστικότητά τους, δημιουργώντας εκ νέου αυτό που όλα τα χρόνια των μνημονίων κατακεραύνωνε και απαξίωνε: Μια νέα κανονικότητα, τον συμβιβασμό με το κακό, τη συνθηκολόγηση. “Πού να τρέχουμε τώρα σε πλατείες, εδώ που φτάσαμε ας φάμε τον Τσίπρα…”
Από αυτούς που έφριτταν με την υποψία οικονομικής ανάτασης που παρουσιάστηκε επί Σαμαρά (επειδή δεν ήταν η προσδοκώμενη ή έστω αρκετά μεγάλη), δεν έμεινε κανείς για να καταγγείλει την κονιορτοποίηση των πάντων επί Τσίπρα. Η μετριότητα που κάποτε ήταν αφορμή για άγρια ρήξη με το κατεστημένο, τώρα έδωσε τη θέση της στην αθλιότητα για την οποία κανείς δεν έχει πια δυνάμεις να κάνει οτιδήποτε.
Δεν είναι, όμως, μόνο η εξάντληση και ο κορεσμός που οδήγησαν σ’ αυτό το σκανδαλώδες καθεστώς ανοχής του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι και ο Τσίπρας ως συμβολική μορφή, που ένωσε τεχνηέντως κάτω από μια ομπρέλα ψευδεπίγραφης αντισυστημικότητας τον κόσμο του, κάνοντάς τον να νιώθει θαλπωρή και οικειότητα – μαζί με ένα σαχλό αίσθημα παρασημοφορημένου αντάρτη. Συνδυάζοντας τα κακά των δύο πλευρών του συστήματος (εθνικισμό, συντηρητισμό, θρησκοληψία δεξιάς – δογματισμό, στενομυαλιά, μυθολογία, ρητορική αριστεράς) ενώ κατά τ’ άλλα δήθεν αποποιείται το περίφημο σύστημα, ο Τσίπρας συντηρεί μια ακαταμάχητη φαντασίωση μέσα στην οποία ο λαός του βαυκαλίζεται ασμένως χωρίς διάθεση ή κίνητρο να δραπετεύσει.
Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαινιάζει νοσοκομεία χωρίς γιατρούς, αεροδρόμια κατασκευασμένα επί προηγούμενων κυβερνήσεων, πουλάει λιμάνια, ιδιωτικοποιεί, κατάσχει σπίτια, αφανίζει ολόκληρα επαγγέλματα μέσω υπερφορολόγησης, στήνει διαγωνισμούς-παρωδίες για να ελέγξει την ενημέρωση και να εκδικηθεί τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά οι ψηφοφόροι του που εξοβέλισαν τις παλαιοκομματικές δυνάμεις για να αποφύγουν τέτοιες ακριβώς πρακτικές, παρατηρούν το θέαμα με απάθεια. Όπου μπορούν δικαιολογούν ή εκλογικεύουν την αυθαιρεσία και τη φρίκη, τις κρίνουν επιεικώς, τις συμψηφίζουν με τα πεπραγμένα των προηγούμενων ή τις επιρρίπτουν στους προηγούμενους, αλλά, βασικά, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν ότι δημιούργησαν ένα τέρας. Κι αντί να το σκοτώσουν ή έστω να το αποκηρύξουν τυπικά, προτιμούν να συνυπάρξουν, αφήνοντας κατά μέρος τις μπανάλ πλέον διαδηλώσεις και κοιτώντας τη δουλίτσα τους. Ο μικροαστισμός επέστρεψε σπίτι του.
Κι όχι πια πορείες, διαμαρτυρίες, εμψυχωτικές συναυλίες, προπηλακισμοί, συναισθηματικές κορώνες, και υβρεολόγια κατά των κυβερνώντων και των υποστηρικτών τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να λούσει τους εκλογείς του με εφησυχασμό και να αδρανοποιήσει την αγωνιστικότητά τους, δημιουργώντας εκ νέου αυτό που όλα τα χρόνια των μνημονίων κατακεραύνωνε και απαξίωνε: Μια νέα κανονικότητα, τον συμβιβασμό με το κακό, τη συνθηκολόγηση. “Πού να τρέχουμε τώρα σε πλατείες, εδώ που φτάσαμε ας φάμε τον Τσίπρα…”
Από αυτούς που έφριτταν με την υποψία οικονομικής ανάτασης που παρουσιάστηκε επί Σαμαρά (επειδή δεν ήταν η προσδοκώμενη ή έστω αρκετά μεγάλη), δεν έμεινε κανείς για να καταγγείλει την κονιορτοποίηση των πάντων επί Τσίπρα. Η μετριότητα που κάποτε ήταν αφορμή για άγρια ρήξη με το κατεστημένο, τώρα έδωσε τη θέση της στην αθλιότητα για την οποία κανείς δεν έχει πια δυνάμεις να κάνει οτιδήποτε.
Δεν είναι, όμως, μόνο η εξάντληση και ο κορεσμός που οδήγησαν σ’ αυτό το σκανδαλώδες καθεστώς ανοχής του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι και ο Τσίπρας ως συμβολική μορφή, που ένωσε τεχνηέντως κάτω από μια ομπρέλα ψευδεπίγραφης αντισυστημικότητας τον κόσμο του, κάνοντάς τον να νιώθει θαλπωρή και οικειότητα – μαζί με ένα σαχλό αίσθημα παρασημοφορημένου αντάρτη. Συνδυάζοντας τα κακά των δύο πλευρών του συστήματος (εθνικισμό, συντηρητισμό, θρησκοληψία δεξιάς – δογματισμό, στενομυαλιά, μυθολογία, ρητορική αριστεράς) ενώ κατά τ’ άλλα δήθεν αποποιείται το περίφημο σύστημα, ο Τσίπρας συντηρεί μια ακαταμάχητη φαντασίωση μέσα στην οποία ο λαός του βαυκαλίζεται ασμένως χωρίς διάθεση ή κίνητρο να δραπετεύσει.
Ο
κόσμος μπορεί να είναι ένα χάλι, αλλά τουλάχιστον οι ψηφοφόροι ΣΥΡΙΖΑ
έχουν πειστεί ότι αποτελούν τα λιγοστά του κοσμήματα.
Παράλληλα, ο
Τσίπρας με την περήφανη αμορφωσιά του, τη μαγκιόρικη μικρόνοια και την
κεκαλυμμένη ανηθικότητά του προκαλεί την ταύτιση του κόσμου περισσότερο
από κάθε άλλον, επομένως ακόμα κι αν εκτεθεί ως ανίκανος, είναι δύσκολο
για το κοινό του να του γυρίσει την πλάτη. Η ομοιότητά τους είναι τόσο
μεγάλη, που θα ’ναι σα να γυρίζει την πλάτη του στον εαυτό του.
Αντικατοπτρίζοντας, άλλωστε, τα πιο συνήθη πνευματικά, ηθικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του νεοέλληνα, την ημιμάθεια, την ασχετοσύνη, τη βλακεία, το υφάκι, την ξερολίαση, την προχειρότητα, την κουτοπονηριά και την τζάμπα μαγκιά, ο Τσίπρας κατόρθωσε να θεωρείται ως “ένας από μας”. Για τους οπαδούς του δεν λογίζεται ως φορέας εξουσίας γιατί η εξουσία είναι συνυφασμένη με δαιμονοποιημένες γραβάτες και πανεπιστήμια, συνεπώς ελάχιστες είναι οι ευθύνες που του καταλογίζονται για τα έργα του.
Αντικατοπτρίζοντας, άλλωστε, τα πιο συνήθη πνευματικά, ηθικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του νεοέλληνα, την ημιμάθεια, την ασχετοσύνη, τη βλακεία, το υφάκι, την ξερολίαση, την προχειρότητα, την κουτοπονηριά και την τζάμπα μαγκιά, ο Τσίπρας κατόρθωσε να θεωρείται ως “ένας από μας”. Για τους οπαδούς του δεν λογίζεται ως φορέας εξουσίας γιατί η εξουσία είναι συνυφασμένη με δαιμονοποιημένες γραβάτες και πανεπιστήμια, συνεπώς ελάχιστες είναι οι ευθύνες που του καταλογίζονται για τα έργα του.
Για ό,τι κακό κι αν συμβεί, σίγουρα θα φταίει κάποιος ξένος,
κάποιος καλοντυμένος αξιωματούχος, κάποιος εσωτερικός προδότης, κάποιος
άλλος εν πάση περιπτώσει, και σίγουρα όχι το δικό μας παιδί που μας
μοιάζει τόσο.
Και κάπως έτσι, εν μέρει από συγκυρία, εν μέρει από ακραιφνή βλακεία, ο ΣΥΡΙΖΑ εξασφάλισε με τους χειρότερους δυνατούς χειρισμούς ό,τι δεν κατάφερε κανένας απ’ τους πρόσφατους προκατόχους του, με τους αρτιότερους. Τη δυνατότητα να διαιωνίζει την κουταμάρα και να βαφτίζει το νερό κρασί, κι έξω να μην κουνιέται φύλλο.
Άρης Αλεξανδρής-http://thecurlysue.com
Και κάπως έτσι, εν μέρει από συγκυρία, εν μέρει από ακραιφνή βλακεία, ο ΣΥΡΙΖΑ εξασφάλισε με τους χειρότερους δυνατούς χειρισμούς ό,τι δεν κατάφερε κανένας απ’ τους πρόσφατους προκατόχους του, με τους αρτιότερους. Τη δυνατότητα να διαιωνίζει την κουταμάρα και να βαφτίζει το νερό κρασί, κι έξω να μην κουνιέται φύλλο.
Άρης Αλεξανδρής-http://thecurlysue.com