8.1.21

Τo Παγκάκι της Φιλίας: Πώς οι γιαγιάδες της Ζιμπάμπουε βοηθούν στη μάχη κατά της κατάθλιψης

Η ψυχική υγεία των κατοίκων της Ζιμπάμπουε είναι ένα θέμα που κρύβει πολλές προκλήσεις. Σε μία χώρα με πληθυσμό 14 εκατομμύρια άτομα και το ποσοστό ανεργίας να αγγίζει το 80%, όπου ο αριθμός των ψυχιάτρων δεν φτάνει ούτε τους 20, εκείνοι που δίνουν τη δική τους μάχη με την κατάθλιψη οδηγούνται, συχνά, στην αυτοκτονία. Η ασθένεια αυτή, μάλιστα, περιγράφεται με μία ξεχωριστή λέξη: Kufungisisa, δηλαδή «αυτός που σκέφτεται πολύ». Ο ψυχίατρος Ντίξον Τσιμπάντα, μετά από ένα περιστατικό που του άλλαξε για πάντα τη ζωή, αποφάσισε να κάνει τη διαφορά με το Παγκάκι της Φιλία Ήταν αργά το βράδυ όταν τον κάλεσαν από το νοσοκομείο της πόλης Χαράρε. Μία 26χρονη ασθενής του, η Έρικα, προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή της. Εκείνος, λοιπόν, έπρεπε να τρέξει στο πλευρό της. Πήρε εξιτήριο λίγο καιρό μετά κι ο Τσιμπάντα την περίμενε στο γραφείο του, για να δουν πώς λειτουργεί η θεραπεία που της έδωσε. Πέρασε μία εβδομάδα, και καμιά τους δεν εμφανίστηκε. Πέρασαν δύο ακόμη, ώσπου τον κάλεσε η μητέρα της, η οποία του ανακοίνωσε ότι, τελικά, η Έρικα αυτοκτόνησε. «Μα γιατί δεν ήρθατε; Είχαμε πει ότι θα ερχόσασταν τη μέρα που θα έβγαινε», της είπε. Η απάντηση, τον σόκαρε. Οι δυο γυναίκες δεν είχαν χρήματα για το λεωφορείο, οπότε γύρισαν σπίτι. Η υπόθεση τον στοίχειωσε. Και γνώριζε καλά ότι η Έρικα δεν ήταν η μόνη. Χιλιάδες άλλοι υποφέρουν από kufungisisa και δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να επισκεφθούν έναν ειδικό. Ψάχνοντας τρόπο να βοηθήσει, ο Τσιμπάντα βρήκε την πιο απίστευτη λύση στο πρόσωπο των γιαγιάδων. Από το 2006, μαζί με την ομάδα του έχει εκπαιδεύσει περισσότερες από 400 κυρίες που παρέχουν δωρεάν τις υπηρεσίες τους σε 70 κοινότητες της Ζιμπάμπουε. Μόνο το 2017, το Παγκάκι της Φιλίας, όπως λέγεται το πρόγραμμα, στήριξε 30 χιλιάδες ανθρώπους. Οι γιαγιάδες κάθονται στα παγκάκια τους και κάνουν κάτι πολύ σπάνιο: Ακούν. Κι έπειτα, οδηγούν τον καθένα στη λύση του προβλήματος χωρίς να δίνουν υποδείξεις. «Ξέρουν να ακούν, ξέρουν να διηγούνται ιστορίες, ξέρουν να παρηγορούν και έχουν πολύ χρόνο»