Ευθείες αιχμές κατά της Εθνικής Τράπεζας εκτοξεύει ο δικαιούχος-κληρονόμος των μετοχών της Τράπεζας της Ανατολής ενώ επιμένει ότι θέμα δεν θεωρείται λήξαν και πως μια σειρά από ερωτηματικά παραμένουν αναπάντητα. Ο Αρτέμιος Σώρρας εξέδωσε γραπτή απάντηση στην απάντηση της Εθνικής Τράπεζας την οποία αναδημοσιεύουμε αυτούσια παρακάτω:
Η απάντηση έχει ως εξής:
««Πράγματι, δια της με αριθμό 147611/1932 σύμβασης συγχώνευσης, νόμιμα έκτοτε δημοσιευθείσας, συγχωνεύτηκε δια εξαγοράς και απορρόφησης της, η τραπεζική εταιρεία “ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ Α.Ε.” από την “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ“, πράξη συγχώνευσης η οποία εγκρίθηκε δια της με αριθμό 72186/1932 υπουργικής απόφασης, η οποία νόμιμα δημοσιεύτηκε στο Δελτίο ΑΕ& ΕΠΕ ΦΕΚ αρ. 301/31-12-1932.
Με την σύμβαση συγχώνευσης προβλέφθηκε ότι θα διενεργηθεί εδική εκκαθάριση, συνεπεία της μεταβιβάσεως των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού από την “ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ” στην “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ” (επελθούσης καθολικής διαδοχής), με μόνο και αποκλειστικό σκοπό τον προσδιορισμό του τιμήματος εξαγοράς και δη της δίκαιης τιμής αντί της οποίας θα έπρεπε να ρευστοποιηθούν τα καθ΄ έκαστον λοιπά στοιχεία του ενεργητικού της Τράπεζας της Ανατολής, ως ειδικότερα διαδικαστικά προβλέφθηκε με την ανωτέρω πράξη συγχώνευσης.
Η ανωτέρω συγχώνευση διενεργήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 5261/1931 και τον Ν. 2190/1920 ( ως τότε ίσχυε).
Με την σύμβαση συγχώνευσης συμφωνήθηκε ότι το ενεργητικό και παθητικό της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ μεταβιβάζεται (μεταβιβάσθηκε) αυτοδίκαια, κατά νόμω και συμβατικά (οπότε επέρχεται λογιστική συγχώνευση) και δη το μεν παθητικό αμέσως στους διάφορους λογαριασμούς του παθητικού αυτής, το δε ενεργητικό, ουχί αμέσως εν τω συνόλω του, εις τους λογαριασμούς του ενεργητικού της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, αλλά αναλόγως της προόδου της συντελεσθησόμενης ρευστοποιήσεως, ως προβλέφθηκε και ορίζεται στον όρο ΙV της σύμβασης συγχώνευσης. Ρητά ΕΞΑΙΡΕΘΗΚΑΝ της σχετικής μεταβιβάσεως οι σχετικές με το ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, ΜΕΡΙΔΕΣ του ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ, ρητά προσδιοριζόμενες, ήτοι κεφάλαιο, λογαριασμός εκτιμήσεως κεφαλαίου σε φράγκα σταθεροποιημένα, κεφάλαιο αποθεματικό τακτικό και κεφάλαιο αποθεματικό έκτακτο ως και κάθε έτερο στοιχείο του παθητικού μη αποτελούν υποχρέωση προς τρίτους, “… ΑΤΙΝΑ δεν θέλουσιν εμφανίζεσθαι εν τη περί ο όρος ΙV ειδική εκκαθάρισει, δεδομένου ότι θέλει καταβληθεί τοις μετόχοις τοις τράπεζας της Ανατολής το αντίτιμον των μετοχών υπό της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος κατά τα εν τω όρω Vi οριζόμενα…”.
Η καταβολή του τιμήματος εξαγοράς προβλέφθηκε να γίνει μετά την λήξη της ειδικής εκκαθαρίσεως στους κομιστές των μετοχών της ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, καίτοι η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ έκανε άμεση χρήση όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ. Απλή συγκριτική επισκόπηση και αξιολόγηση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού των δύο τραπεζών κατά το έτος 1932 αποδίδει εύγλωττα τα σχετικά συμπεράσματα.
Σύμφωνα με τον Ν. 2190/1920 και δη τον άρθρο 49 (ως τότε ίσχυε και σε γενικές γραμμές ομοίως ισχύει), προβλέπεται:
1. Οι παρά της συνελεύσεως διοριζόμενοι εκκαθαρισταί οφείλουσιν άμα τη ανάληψη των καθηκόντων αυτών να ενεργήσωσιν απογραφήν της εταιρική περιουσίας και να δημοσιευωσι δια του τύπου και του Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης ευθύνης της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως ισολογισμόν ούτινος υποβάλλεται εις το Υπουργείον Εμπορίου.
2. Την αυτήν υποχρέωσιν υπέχουσιν οι εκκαθαρισταί και κατά την λήξιν της εκκαθαρίσεως.
3. Η γενική συνέλευσις των μετόχων διατηρεί πάντα τα δικαιώματα αυτής κατά τη διάρκεια της εκκαθαρίσεως.
4. Οι λογαριασμοί της εκκαθαρίσεως εγκρίνονται υπό της γενικής συνελεύσεως.
Εκ της μέχρι σήμερα σχετικής έρευνας, αφενός δεν έχει ανευρεθεί δημοσιευμένος ισολογισμός και δη σε φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ), ως ο νόμος ορίζει, σχετικά με την λήξη της εκκαθάρισης, η οποία θα καθόριζε το τίμημα εξαγοράς, αφετέρου δεν έχει ανευρεθεί απόφαση γενικής συνέλευσης των μετόχων δια της οποίας έχουν (τάχα) εγκριθεί οι λογαριασμοί (του πέρατος) της εκκαθάρισης.
Επειδή η ΕΤΕ, με επίσημη ανακοίνωσή της, ισχυρίζεται ότι (τάχα) η ειδική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 1936 (κάτι το οποίο δεν μας έχει δηλώσει μέχρι σήμερα σε δύο εξώδικες δηλώσεις - προσκλήσεις μας), δεν μένει παρά να δημοσιοποιήσει συγκεκριμένα:
- την οικεία έκθεση των εκκαθαριστών και τις σχετικές οικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθαρίσεως και δη τον ισολογισμό πέρατος της εκκαθάρισης,
- το οικείο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ) όπου οφείλει να είναι δημοσιευμένος ο ισολογισμός πέρατος της εκκαθάρισης και
- την οικεία απόφαση γενικής συνέλευσης των μετόχων δια της οποίας έχουν (τάχα) εγκριθεί οι λογαριασμοί ( του πέρατος ) της εκκαθάρισης.
Αναφορικά με την αξία των μετοχών της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ παραπέμπουμε στο ίδιο το κείμενο της σύμβασης συγχώνευσης και στα στοιχεία των ισολογισμών των δύο τραπεζών κατά τον κρίσιμο χρόνο του 1932. Χαρακτηριστικά στο άρθρο ΙΙ της σύμβασης συγχώνευσης ορίζεται: “Οι συμβαλλόμεναι τράπεζαι αναγνωρίζουν το αδύνατον της επί του παρόντος και εν τω προσεχεί μέλλοντι ακριβοδίκαιας εκτιμήσεως της περιουσίας της εξαγοραζομένης τραπέζης της Ανατολής , λόγω των γενικών οικονομικών συνθηκών, επιπλέον δε και των ειδικών τοιούτων της τραπέζης ταύτης, κρίνουσιν ανέφικτον και άδικον τον από τούδε καθορισμόν του τιμήματος εξαγοράς κατ΄ αποκοπήν πάντως δε ασύμφορον ιδία δε δια τους μετόχους της τραπέζης της Ανατολής…”.
Θεωρούμε ότι παρέλκει η νομική ή λογική αξιολόγηση της επίκλησης του Ν. 18/1944, ο οποίος είναι παντελώς άσχετος με την συγκεκριμένη υπόθεση (ως ο καθένας ενδιαφερόμενος μπορεί να αξιολογήσει) και τον οποίο σε καμία περίπτωση δεν δύναται να επικαλείται βάσιμα η ΕΤΕ, νόμο που αναφέρεται στα “τραπεζογραμμάτια” και το νόμισμα της δραχμής και φυσικά δεν αναφέρεται στα δικαιώματα των μετόχων της τράπεζας ΑΝΑΤΟΛΗΣ.
Η αξίωση του μετόχου για καταβολή της αναλογίας του στο προϊόν της εκκαθάρισης αποτελεί ένα επιμέρους περιουσιακό δικαίωμα, που πηγάζει από την μετοχική σχέση, καθώς ουσιαστικά συνιστά ένα δικαίωμα δανειστή που πηγάζει από την εταιρική σχέση. Η αξίωση αυτή γεννιέται με την μετοχική σχέση και λειτουργεί ως αφηρημένο δικαίωμα προσδοκίας μέχρι την συγκεκριμενοποίησή του (την οποία δεν μας γνωστοποιεί η ΕΤΕ), δηλ. μέχρι να ενεργηθούν νομικά ορθά όλες οι προβλεπόμενες πράξεις εκκαθάρισης.
Τέλος, ζήτημα παραγραφής δεν δύναται ευπρόσωπα να προταθεί, ακριβώς διότι σύμφωνα με τον νόμο, η παραγραφή αρχίζει από το τέλος του έτους εντός του οποίου εγκρίθηκαν οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθάρισης, που ως προαναφέρεται, δε υφίσταται τέτοια έγκριση. Εφόσον η ΕΤΕ έχει αντίθετη θέση, δεν μένει παρά να δημοσιοποιήσει τα ανωτέρω ουσιώδη νομικά έγγραφα.
Η παντελώς αόριστη και γενικόλογη τοποθέτηση της ΕΤΕ εκτιμάται ελεύθερα και έκαστος μπορεί να κρίνει ανάλογα.
Αθήνα 21-9-2011
Αρτέμιος Σώρρας».