Καινοτόμος τεχνική για την καταπολέμηση του δάκου της ελιάς με τη
χρήση βιοτεχνολογίας επετεύχθη από Βρετανούς και Έλληνες ερευνητές του
πανεπιστημίου Κρήτης.
Η τεχνική βασίζεται σε μια απλή γενετική
τροποποίηση:
την εισαγωγή ενός θηληκοειδικού θνησιγόνου γονιδίου σε αρσενικά άτομα δάκου, τα οποία, όταν απελευθερωθούν και συζευχθούν με θηλυκά, δίνουν μόνο αρσενικούς απογόνους.
την εισαγωγή ενός θηληκοειδικού θνησιγόνου γονιδίου σε αρσενικά άτομα δάκου, τα οποία, όταν απελευθερωθούν και συζευχθούν με θηλυκά, δίνουν μόνο αρσενικούς απογόνους.
«Τα αρσενικά έντομα δεν βλάπτουν την ελιά και διαδοχικά ο πληθυσμός
του δάκου μειώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε επίπεδα που δεν
προκαλούν προβλήματα στην ελαιοπαραγωγή», εξηγεί στο ΑΜΠΕ η ερευνήτρια
Δρ Μάρθα Κουκίδου, διδάκτωρ του ΙΜΒΒ-ΙΤΕ/Πανεπιστημίου Κρήτης και πλέον
μέλος της ομάδας του καθηγητή του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Λουκ
Άλφεϊ, που σε συνεργασία με το Τμήμα Βιολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης,
ανέπτυξαν τη μέθοδο.
Η τεχνολογία περιλαμβάνει τη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών,
ωστόσο είναι απόλυτα στοχευμένη, καθώς τα αρσενικά που απελευθερώνονται
θα ζευγαρώνουν μόνο με θηλυκά του συγκεκριμένου είδους, ενώ το
διαγονίδιο εξαφανίζεται μετά από μερικές γενιές.
«Αποτελεί επαναστατική
εξέλιξη της τεχνικής απελευθέρωσης ακτινοβολημένων–στείρων εντόμων, και
έχει ήδη εφαρμοστεί με επιτυχία για καταπολέμηση κουνουπιών του γένους
Aedes (όπως το κουνούπι τίγρης) σε διάφορες περιοχές του κόσμου»
υποστηρίζει ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης και μέλος
της επιστημονικής ομάδας Γιάννης Βόντας.
Παίρνοντας θέση σε ερωτηματικά που εγείρονται σχετικά με τις
επιπτώσεις γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον, ο κ.Βόντας
υπογραμμίζει ότι είναι σεβαστές όλες οι απόψεις αλλά κανείς δεν μπορεί
να αμφισβητήσει, από την άλλη πλευρά, την επιβάρυνση του περιβάλλοντος
από τη χημική καταπολέμηση του δάκου.