Αρνητικά επηρέασε την εγχώρια αγορά κρασιού το 2011 η οικονομική ύφεση και η περιορισμένη αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Ηellastat, εκπρόσωποι του κλάδου εκτιμούν ότι η αγορά υπέστη υποχώρηση σε όρους όγκου κατά 15%-18%, με τις πωλήσεις στον τομέα της εστίασης να έχουν μειωθεί κατά 25% λόγω των σημαντικών περικοπών για κατανάλωση φαγητού και ποτού εκτός οικίας.
Ειδικότερα, η εγχώρια κατανάλωση οίνου, την αμπελοοινική περίοδο 2010/11 διαμορφώθηκε σε 3,16 εκατ. εκατόλιτρα, μειωμένη κατά 2,8% έναντι της προηγούμενης περιόδου. Μεγαλύτερες απώλειες εμφανίζουν τα ακριβότερα (premium) κρασιά ενώ παρατηρείται στροφή των καταναλωτών στο χύμα κρασί, το οποίο τιμολογείται φθηνότερα έναντι των επώνυμων προϊόντων, αλλά και στη μπύρα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το 2011 η συνολική παραγωγή οίνου στη χώρα μας διαμορφώθηκε σε 2,75 εκ. εκατόλιτρα, έχοντας υποχωρήσει κατά 11,3% σε σχέση με το 2010. Η φθίνουσα παραγωγική δραστηριότητα του κλάδου επιβεβαιώνεται και από το σχετικό δείκτη παραγωγής της ΕΛΣΤΑΤ (-12,3% για τη περίοδο 2011/2010).
Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αμπελιών στη χώρα μας συνεχώς μειώνονται, λόγω του περιορισμένου διαθέσιμου εισοδήματος των αμπελουργών και της πολιτικής εκριζώσεων που εφαρμόζει η Ε.Ε. Παράλληλα, οι εξαγωγές οίνου μειώθηκαν το 2011 κατά 12% στα 339,49 χιλ. εκατόλιτρα ενώ οι εισαγωγές παρουσίασαν σημαντική άνοδο 89%.
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 79 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα, ο συνολικός κύκλος εργασιών υποχώρησε ελαφρώς κατά 1%. Ποσοστό 54,5% των οινοποιητικών επιχειρήσεων εμφάνισαν μειωμένες πωλήσεις σε σχέση με το 2010, με τη μέση μεταβολή να σχηματίζεται σε -1,4% (σύνολο οικονομίας: -8,7%). Τα συνολικά κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) υποχώρησαν κατά 17,5%, στα 24,2 εκατ. ευρώ ενώ οι προ φόρων ζημίες επιδεινώθηκαν κατά 2,5 φορές, σε 15,52 εκατ. ευρώ. Το περιθώριο μικτού κέρδους μειώθηκε από 28,4% σε 23,5%, συμπαρασύροντας και τους δείκτες των λειτουργικών και προ φόρων κερδών σε 11,9% και -1,8% αντίστοιχα.
Η γενική ρευστότητα βελτιώθηκε σε 1,64, ενώ η άμεση ρευστότητα παρέμεινε σταθερή στο 0,83. Το εκτεταμένο διάστημα διακράτησης Αποθεμάτων (8,7 μήνες) και η αργή είσπραξη των Απαιτήσεων (8 μήνες) διαμόρφωσαν τον εμπορικό κύκλο στις 289 ημέρες, παραμένοντας σταθερός από το 2010. Η κεφαλαιακή μόχλευση σχηματίστηκε σε 1 προς 1 ενώ τέλος η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων έλαβε αρνητική τιμή (-2%) κυρίως λόγω της μείωσης των περιθωρίων κερδοφορίας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Ηellastat, εκπρόσωποι του κλάδου εκτιμούν ότι η αγορά υπέστη υποχώρηση σε όρους όγκου κατά 15%-18%, με τις πωλήσεις στον τομέα της εστίασης να έχουν μειωθεί κατά 25% λόγω των σημαντικών περικοπών για κατανάλωση φαγητού και ποτού εκτός οικίας.
Ειδικότερα, η εγχώρια κατανάλωση οίνου, την αμπελοοινική περίοδο 2010/11 διαμορφώθηκε σε 3,16 εκατ. εκατόλιτρα, μειωμένη κατά 2,8% έναντι της προηγούμενης περιόδου. Μεγαλύτερες απώλειες εμφανίζουν τα ακριβότερα (premium) κρασιά ενώ παρατηρείται στροφή των καταναλωτών στο χύμα κρασί, το οποίο τιμολογείται φθηνότερα έναντι των επώνυμων προϊόντων, αλλά και στη μπύρα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το 2011 η συνολική παραγωγή οίνου στη χώρα μας διαμορφώθηκε σε 2,75 εκ. εκατόλιτρα, έχοντας υποχωρήσει κατά 11,3% σε σχέση με το 2010. Η φθίνουσα παραγωγική δραστηριότητα του κλάδου επιβεβαιώνεται και από το σχετικό δείκτη παραγωγής της ΕΛΣΤΑΤ (-12,3% για τη περίοδο 2011/2010).
Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αμπελιών στη χώρα μας συνεχώς μειώνονται, λόγω του περιορισμένου διαθέσιμου εισοδήματος των αμπελουργών και της πολιτικής εκριζώσεων που εφαρμόζει η Ε.Ε. Παράλληλα, οι εξαγωγές οίνου μειώθηκαν το 2011 κατά 12% στα 339,49 χιλ. εκατόλιτρα ενώ οι εισαγωγές παρουσίασαν σημαντική άνοδο 89%.
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 79 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα, ο συνολικός κύκλος εργασιών υποχώρησε ελαφρώς κατά 1%. Ποσοστό 54,5% των οινοποιητικών επιχειρήσεων εμφάνισαν μειωμένες πωλήσεις σε σχέση με το 2010, με τη μέση μεταβολή να σχηματίζεται σε -1,4% (σύνολο οικονομίας: -8,7%). Τα συνολικά κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) υποχώρησαν κατά 17,5%, στα 24,2 εκατ. ευρώ ενώ οι προ φόρων ζημίες επιδεινώθηκαν κατά 2,5 φορές, σε 15,52 εκατ. ευρώ. Το περιθώριο μικτού κέρδους μειώθηκε από 28,4% σε 23,5%, συμπαρασύροντας και τους δείκτες των λειτουργικών και προ φόρων κερδών σε 11,9% και -1,8% αντίστοιχα.
Η γενική ρευστότητα βελτιώθηκε σε 1,64, ενώ η άμεση ρευστότητα παρέμεινε σταθερή στο 0,83. Το εκτεταμένο διάστημα διακράτησης Αποθεμάτων (8,7 μήνες) και η αργή είσπραξη των Απαιτήσεων (8 μήνες) διαμόρφωσαν τον εμπορικό κύκλο στις 289 ημέρες, παραμένοντας σταθερός από το 2010. Η κεφαλαιακή μόχλευση σχηματίστηκε σε 1 προς 1 ενώ τέλος η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων έλαβε αρνητική τιμή (-2%) κυρίως λόγω της μείωσης των περιθωρίων κερδοφορίας.