«Η παγιωμένη εντύπωση ότι η Μαρία Πολυδούρη είναι αποκλειστικά στραμμένη
στο ερωτικό της δράμα την αδικεί. Η απόλυτη ανάγκη της έκφρασης, που
κάποτε την οδηγεί σε μιαν αμέλεια για τη μορφή, είναι κεντρικό στοιχείο
του ποιητικού της ύφους και αποδεικνύει τον αντικομφορμισμό της».
Έτσι εξηγεί την αξία που αναγνωρίζεται σήμερα στην Πολυδούρη, εκατό σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατό της, η Χριστίνα Ντουνιά, καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μελετήτρια του ελληνικού λογοτεχνικού μεσοπολέμου, η οποία επιμελήθηκε μια καινούργια έκδοση του συνόλου των ποιημάτων της. Το βιβλίο φέρει τον γενικό τίτλο «Ποιήματα» (μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία) και περιλαμβάνει τόσο τις δύο δημοσιευμένες συλλογές της ποιήτριας όσο και τα ανέκδοτα και τα αθησαύριστα κομμάτια.
Έτσι εξηγεί την αξία που αναγνωρίζεται σήμερα στην Πολυδούρη, εκατό σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατό της, η Χριστίνα Ντουνιά, καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μελετήτρια του ελληνικού λογοτεχνικού μεσοπολέμου, η οποία επιμελήθηκε μια καινούργια έκδοση του συνόλου των ποιημάτων της. Το βιβλίο φέρει τον γενικό τίτλο «Ποιήματα» (μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία) και περιλαμβάνει τόσο τις δύο δημοσιευμένες συλλογές της ποιήτριας όσο και τα ανέκδοτα και τα αθησαύριστα κομμάτια.
Η Πολυδούρη, λέει η Χρ. Ντουνιά στη συνέντευξη που
παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, επικοινωνεί με την ιδιότυπη κοινωνική
διαμαρτυρία του Καρυωτάκη, η ισχυρή της, όμως, ατομικότητα την
προστατεύει από τη μίμηση και αυτό τη διαφοροποιεί αυτομάτως από τους
ποιητές οι οποίοι εντάσσονται στην κατηγορία του καρυωτακισμού.
Η
Πολυδούρη γράφει για τον Καρυωτάκη, αλλά δεν γράφει όπως ο Καρυωτάκης.
Στην ίδια, άλλωστε, χρωστάμε ορισμένα από τα ωραιότερα δείγματα στην
ιστορία της ερωτικής ελληνικής ποίησης».