Τα έθιμα της Σαρακοστής, επειδή συνδέονται εν πολλοίς με τη
θρησκευτική συμπεριφορά του λαού και τη λατρεία των νεκρών του,
τηρούνται περισσότερο από άλλα.
Η τήρησή τους δεν έχει σχέση τόσο με τις κοινωνικές τάξεις όσο με τις ηλικίες.
Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία νηστεύουν, μετέχουν στη λατρεία των ψυχών (ψυχοσάββατα, μνημόσυνα) και παρακολουθούν τις ακολουθίες των χαιρετισμών.
Όσον αφορά τα μαγικοθρησκευτικά δρώμενα και τις μαντικές τελετουργίες έχουν χάσει την αρχική τους σημασία και όπου γίνονται ή αναβιώνουν έχουν καθαρά διασκεδαστικό χαρακτήρα.
Ο γονιμικός και ευετηρικός στόχος που αποτελούσε για τους αγροτικούς πληθυσμούς του παρελθόντος τον κύριο λόγο των μαγικο-θρησκευτικών δρωμένων την Καθαρά Δευτέρα έχει παραχωρήσει τη θέση του στην κοινωνική σάτιρα και την ευωχία.
Γιατί συνηθίζεται να καταλανώνουμε συγκεκριμένα φαγητά ειδικά το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας, όπως λαγάνα, ταραμά, ψαρικά ή να τηρούμε τη νηστεία;
Η νηστεία είναι το κύριο χαρακτηριστικό της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Την πρώτη ημέρα, δηλαδή την Καθαρή Δευτέρα δεν καταναλώνονται τα υπόλοιπα της Τυρινής. Καθαρίζονται «ακόμη και τα πιατικά» και τα υπόλοιπα φαγητά δίνονταν παλιότερα σε όσους δεν νήστευαν, όπως ήταν οι γύφτοι.
Η αλλαγή τονίζεται και με την έξοδο στη φύση, όπου καταναλώνονται νηστίσιμα φαγητά και ψωμί άζυμο (λαγάνα), χωρίς δηλαδή προζύμι.
Στον Τίρναβο της Θεσσαλίας την Καθαρά Δευτέρα μαγειρεύουν το μπουρανί (χορτόσουπα αλάδωτη από σπανάκι, ρύζι και λίγο ξίδι), ενώ τραγουδούν άσεμνα αποκριάτικα τραγούδια.
Τέτοιες εκδηλώσεις αποτελούν μάλλον προσπάθεια προέκτασης της αποκριάς και δεν θυμίζουν την αυστηρή Σαρακοστή που αρχίζει.
Βεβαίως στις αγροτικές παραδοσιακές κοινωνίες αλλά και στα αστικά κέντρα, πριν από μερικές δεκαετίες ακόμη, δεν καταναλώνονταν οι σημερινές νηστίσιμες λιχουδιές.
Κρεμμύδια φρέσκα, ραπανάκια, ταραμάς, χαλβάς και θαλασσινά, βρασμένα και αλατισμένα μόνο όσπρια (χωρίς λάδι) ήταν τα εδέσματα της Σαρακοστής.
Έτσι αποκτούν νόημα όσα σκωπτικά λέγονταν, όταν αποχαιρετούσαν τον καρνάβαλο:
«Εμείς ετούτον κλαίομεν, εμάς ποιός θα μας κλάψει, όπου το σκορδοκρέμμυδο τ’ άντερα θα μας κάψει» (Κρήτη)
Κι ακόμη:
Ο Λαζανάς ψυχομαχεί κι ο Μακαρούνης κλαίει κι ο Κρόμμυδος σουσουραδεί απάνω στο τραπέζι. (Ο Λαζανάς προέρχεται από το ζυμαρικό λαζάνι.
Ομοίως ο Μακαρούνης από το μακαρόνι).
Η αποχή, λοιπόν από το κρέας, τα γαλακτοκομικά, τα αβγά θα διατηρηθεί μέχρι το Πάσχα με κατάλυση ψαριών μόνο του Ευαγγελισμού (25 Μαρτίου) και την Κυριακή των Βαΐων.
Η περίοδος της Σαρακοστής έχει άμεση σχέση με την αναγέννηση της ζωής και της φύσης, και συνδέεται με μια σειρά από μαγικοθρησκευτικά έθιμα που αποβλέπουν στην αποτροπή του κακού και στην εξασφάλιση της γονιμότητας και της καλοχρονιάς.
Έτσι, οι χωρικοί της Λέσβου κάνουν κομπολόι με τα κόλλυβα των αγίων Θεοδώρων (τα περνούν σε μια κλωστή με το βελόνι) και τα δένουν στα κλωνάρια.
Η τήρησή τους δεν έχει σχέση τόσο με τις κοινωνικές τάξεις όσο με τις ηλικίες.
Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία νηστεύουν, μετέχουν στη λατρεία των ψυχών (ψυχοσάββατα, μνημόσυνα) και παρακολουθούν τις ακολουθίες των χαιρετισμών.
Όσον αφορά τα μαγικοθρησκευτικά δρώμενα και τις μαντικές τελετουργίες έχουν χάσει την αρχική τους σημασία και όπου γίνονται ή αναβιώνουν έχουν καθαρά διασκεδαστικό χαρακτήρα.
Ο γονιμικός και ευετηρικός στόχος που αποτελούσε για τους αγροτικούς πληθυσμούς του παρελθόντος τον κύριο λόγο των μαγικο-θρησκευτικών δρωμένων την Καθαρά Δευτέρα έχει παραχωρήσει τη θέση του στην κοινωνική σάτιρα και την ευωχία.
Γιατί συνηθίζεται να καταλανώνουμε συγκεκριμένα φαγητά ειδικά το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας, όπως λαγάνα, ταραμά, ψαρικά ή να τηρούμε τη νηστεία;
Η νηστεία είναι το κύριο χαρακτηριστικό της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Την πρώτη ημέρα, δηλαδή την Καθαρή Δευτέρα δεν καταναλώνονται τα υπόλοιπα της Τυρινής. Καθαρίζονται «ακόμη και τα πιατικά» και τα υπόλοιπα φαγητά δίνονταν παλιότερα σε όσους δεν νήστευαν, όπως ήταν οι γύφτοι.
Η αλλαγή τονίζεται και με την έξοδο στη φύση, όπου καταναλώνονται νηστίσιμα φαγητά και ψωμί άζυμο (λαγάνα), χωρίς δηλαδή προζύμι.
Στον Τίρναβο της Θεσσαλίας την Καθαρά Δευτέρα μαγειρεύουν το μπουρανί (χορτόσουπα αλάδωτη από σπανάκι, ρύζι και λίγο ξίδι), ενώ τραγουδούν άσεμνα αποκριάτικα τραγούδια.
Τέτοιες εκδηλώσεις αποτελούν μάλλον προσπάθεια προέκτασης της αποκριάς και δεν θυμίζουν την αυστηρή Σαρακοστή που αρχίζει.
Βεβαίως στις αγροτικές παραδοσιακές κοινωνίες αλλά και στα αστικά κέντρα, πριν από μερικές δεκαετίες ακόμη, δεν καταναλώνονταν οι σημερινές νηστίσιμες λιχουδιές.
Κρεμμύδια φρέσκα, ραπανάκια, ταραμάς, χαλβάς και θαλασσινά, βρασμένα και αλατισμένα μόνο όσπρια (χωρίς λάδι) ήταν τα εδέσματα της Σαρακοστής.
Έτσι αποκτούν νόημα όσα σκωπτικά λέγονταν, όταν αποχαιρετούσαν τον καρνάβαλο:
«Εμείς ετούτον κλαίομεν, εμάς ποιός θα μας κλάψει, όπου το σκορδοκρέμμυδο τ’ άντερα θα μας κάψει» (Κρήτη)
Κι ακόμη:
Ο Λαζανάς ψυχομαχεί κι ο Μακαρούνης κλαίει κι ο Κρόμμυδος σουσουραδεί απάνω στο τραπέζι. (Ο Λαζανάς προέρχεται από το ζυμαρικό λαζάνι.
Ομοίως ο Μακαρούνης από το μακαρόνι).
Η αποχή, λοιπόν από το κρέας, τα γαλακτοκομικά, τα αβγά θα διατηρηθεί μέχρι το Πάσχα με κατάλυση ψαριών μόνο του Ευαγγελισμού (25 Μαρτίου) και την Κυριακή των Βαΐων.
Η περίοδος της Σαρακοστής έχει άμεση σχέση με την αναγέννηση της ζωής και της φύσης, και συνδέεται με μια σειρά από μαγικοθρησκευτικά έθιμα που αποβλέπουν στην αποτροπή του κακού και στην εξασφάλιση της γονιμότητας και της καλοχρονιάς.
Έτσι, οι χωρικοί της Λέσβου κάνουν κομπολόι με τα κόλλυβα των αγίων Θεοδώρων (τα περνούν σε μια κλωστή με το βελόνι) και τα δένουν στα κλωνάρια.