Ο Αργεντινός θεωρητικός του λαϊκισμού Ερνέστο Λακλάου, τον οποίο στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν σε μεγάλη εκτίμηση, σε συνέντευξη
του επεξηγώντας το φαινόμενο αυτό τόνιζε:
του επεξηγώντας το φαινόμενο αυτό τόνιζε:
«Η
λαϊκιστική λογική, είτε προέρχεται από τα αριστερά, είτε από τα δεξιά,
έχει ένα και μόνο βασικό χαρακτηριστικό: τη διχοτόμηση του κοινωνικού
πεδίου ανάμεσα στους «προνομιούχους» και τους «μη προνομιούχους»
Ο λαϊκιστής απευθύνεται στους τελευταίους –παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο της κοινωνίας– και ζητά την υποστήριξή τους, ώστε να ανατραπεί το υπάρχον «κατεστημένο». Αυτή είναι κλασική μορφή του λαϊκισμού».
Εσχάτως, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε δύο πυλώνες της μελλοντικής του πολιτικής. Στις μειώσεις των βουλευτικών αμοιβών και στην πάταξη της διαφθοράς των «κατεστημένων» ΜΜΕ και των επιχειρηματιών της διαπλοκής.
Μέσα από μια λογική συμπαράταξης με τον λαό, ο πρωθυπουργός καταφεύγει σε αυτό που τόσο ταλάνισε τη χώρα μας στη δεκαετία του ’80 και που τείνει να μετεξελιχθεί σε βασική πολιτική στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Για να μη θεωρητικολογούμε λοιπόν, αδυνατώντας η κυβέρνηση να προστατεύσει, όπως έταζε δεξιά και αριστερά, την κοινωνία φέρνοντας τελικά ένα σκληρότερο Μνημόνιο, για να εξαγνιστεί επικοινωνιακά όμως όχι ουσιαστικά, θα ρίξει στην αρένα «αίμα». Θα επενδύσει στον νέο-λαϊκισμό.
Ήδη ο Πάνος Καμμένος με τις αμφισβητούμενης βαρύτητας αποκαλύψεις του για το ΚΕΕΛΠΝΟ και τους δημοσιογράφους που λάμβαναν κονδύλια επιχείρησε τις ημέρες που η δικομματική λαϊκιστική κυβέρνηση στριμωχνόταν στα σχοινιά από τους δανειστές, να ρίξει τις πρώτες …λάσπες στα μπετά του νέο-ποπιουλιστικού μορφώματος.
Κατόπιν, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ενώ νομοθετούσε κατά μεγάλων κοινωνικών ομάδων στις οποίες προεκλογικά είχε τάξει τα πάντα όπως οι αγρότες, οι αρτοποιοί, οι φαρμακοποιοί, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, θυμήθηκε να ανακοινώσει μειώσεις των μισθών των βουλευτών.
Όμως όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν ουσία. Αποτελούν φθηνή επικοινωνία. Είναι χάντρες για το πόπολο των Ελλήνων ιθαγενών, και πλειοδοσία στα χαμηλότερα εθνικά ένστικτα. Ο Έλληνας είναι που θέλει να καεί το σπίτι του γείτονα, Έλληνες φθονούμε τους επιτυχημένους συμπατριώτες μας, 100% ελληνικός είναι ο φθόνος για ό,τι εξέχει.
Κι ο Αλέξης Τσίπρας μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου παίζει ξανά αυτό το παιχνίδι. Το γνωρίζει εξάλλου καλά, τόσο ο ίδιος όσο και οι σύντροφοι του καθώς έχουν πλήρη εικόνα τόσο για το τι έλεγε ο Laclau όσο και για τα αντίστοιχα ποπιουλιστικά καθεστώτα σε Βενεζουέλα, Βολιβία και Αργεντινή.
Το ερώτημα όμως είναι ένα και επείγον: μπορεί η Ελλάδα στον 21ο αιώνα να ξαναζήσει την ίδια ιστορία που έζησε το 1981; Εδώ θα θυμηθούμε το άλλο μαρξιστικό «τσιτάτο». Πως δηλαδή η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορα σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν την φάρσα.
Ο λαϊκιστής απευθύνεται στους τελευταίους –παρακάμπτοντας το θεσμικό πλαίσιο της κοινωνίας– και ζητά την υποστήριξή τους, ώστε να ανατραπεί το υπάρχον «κατεστημένο». Αυτή είναι κλασική μορφή του λαϊκισμού».
Εσχάτως, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε δύο πυλώνες της μελλοντικής του πολιτικής. Στις μειώσεις των βουλευτικών αμοιβών και στην πάταξη της διαφθοράς των «κατεστημένων» ΜΜΕ και των επιχειρηματιών της διαπλοκής.
Μέσα από μια λογική συμπαράταξης με τον λαό, ο πρωθυπουργός καταφεύγει σε αυτό που τόσο ταλάνισε τη χώρα μας στη δεκαετία του ’80 και που τείνει να μετεξελιχθεί σε βασική πολιτική στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Για να μη θεωρητικολογούμε λοιπόν, αδυνατώντας η κυβέρνηση να προστατεύσει, όπως έταζε δεξιά και αριστερά, την κοινωνία φέρνοντας τελικά ένα σκληρότερο Μνημόνιο, για να εξαγνιστεί επικοινωνιακά όμως όχι ουσιαστικά, θα ρίξει στην αρένα «αίμα». Θα επενδύσει στον νέο-λαϊκισμό.
Ήδη ο Πάνος Καμμένος με τις αμφισβητούμενης βαρύτητας αποκαλύψεις του για το ΚΕΕΛΠΝΟ και τους δημοσιογράφους που λάμβαναν κονδύλια επιχείρησε τις ημέρες που η δικομματική λαϊκιστική κυβέρνηση στριμωχνόταν στα σχοινιά από τους δανειστές, να ρίξει τις πρώτες …λάσπες στα μπετά του νέο-ποπιουλιστικού μορφώματος.
Κατόπιν, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ενώ νομοθετούσε κατά μεγάλων κοινωνικών ομάδων στις οποίες προεκλογικά είχε τάξει τα πάντα όπως οι αγρότες, οι αρτοποιοί, οι φαρμακοποιοί, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, θυμήθηκε να ανακοινώσει μειώσεις των μισθών των βουλευτών.
Όμως όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν ουσία. Αποτελούν φθηνή επικοινωνία. Είναι χάντρες για το πόπολο των Ελλήνων ιθαγενών, και πλειοδοσία στα χαμηλότερα εθνικά ένστικτα. Ο Έλληνας είναι που θέλει να καεί το σπίτι του γείτονα, Έλληνες φθονούμε τους επιτυχημένους συμπατριώτες μας, 100% ελληνικός είναι ο φθόνος για ό,τι εξέχει.
Κι ο Αλέξης Τσίπρας μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου παίζει ξανά αυτό το παιχνίδι. Το γνωρίζει εξάλλου καλά, τόσο ο ίδιος όσο και οι σύντροφοι του καθώς έχουν πλήρη εικόνα τόσο για το τι έλεγε ο Laclau όσο και για τα αντίστοιχα ποπιουλιστικά καθεστώτα σε Βενεζουέλα, Βολιβία και Αργεντινή.
Το ερώτημα όμως είναι ένα και επείγον: μπορεί η Ελλάδα στον 21ο αιώνα να ξαναζήσει την ίδια ιστορία που έζησε το 1981; Εδώ θα θυμηθούμε το άλλο μαρξιστικό «τσιτάτο». Πως δηλαδή η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορα σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν την φάρσα.