Τα στοιχεία που ακολουθούν αφορούν την πολιτική περίοδο πριν από την
εθνική τραγωδία στην Ανατολική Αττική, συνεπώς δεν συνυπολογίζουν τις
επιπτώσεις που θα έχει αυτή στο εκλογικό σώμα.
Ερμηνεύουν όμως, πιθανώς,
γιατί τη συγκεκριμένη κυβέρνηση απασχολούν τόσο πολύ η επικοινωνία και
οι εκλογικοί συσχετισμοί, ώστε να βλέπει τα πάντα υπό το αυτό το πρίσμα,
ακόμη και μεγάλες κρίσεις όπως αυτή που κατέληξε σε απόλυτη καταστροφή
πριν από μερικές ημέρες.
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι απλός: τα στοιχεία των ερευνών κοινής γνώμης είναι τόσο καταστροφικά για την κυβέρνηση, ώστε η αγωνιώδης και μάταια προσπάθεια ανατροπής τους έχει καταντήσει μονομανία, ώστε να έχει απόλυτη προτεραιότητα ό,τι άλλο και να συμβαίνει.
«Μα», θα απαντήσουν οι κυβερνητικοί προπαγανδιστές, «τα πράγματα δεν
είναι τόσο άσχημα, υπάρχει ελπίδα. Στο κάτω κάτω, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μέχρι στιγμής κατακρημνιστεί όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις που έχασαν, η μία μετά την άλλη, την εξουσία. Ο Αλέξης Τσίπρας αντέχει». Αντίστοιχα θα ακούσει κάποιος και από φοβικούς της άλλης πλευράς: «Γιατί η διαφορά είναι μόνο 10 μονάδες;».
Τα παραπάνω μπορεί να έχουν ενδιαφέρον από πλευράς αξιολόγησης επικοινωνιακών τακτικών ή για τον ερευνητή της μαζικής ψυχολογίας, όμως με τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την κοινή γνώμη δεν έχουν καμία σχέση. Γιατί απλούστατα, τίποτε από αυτά δεν προκύπτει από τους αριθμούς: ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κατακρημνιστεί πέρα από οποιαδήποτε αμφιβολία, ενώ η δημοτικότητα του Αλέξη Τσίπρα είναι πολύ χαμηλότερη από αυτή των τριών προηγούμενων εκλεγμένων πρωθυπουργών σε αντίστοιχο σημείο της θητείας τους. Μαζεύοντας στοιχεία από 41 δημοσκοπήσεις από τον Οκτώβριο του 2008 μέχρι σήμερα, δημοφιλείς τέτοιο μύθοι της μνημονιακής περιόδου καταρρίπτονται πανηγυρικά.
Τέσσερις φωτογραφίες στον πολιτικό χρόνο
Η ανάλυση αυτή αξιοποιεί δημοσκοπικά στοιχεία από τέσσερις διαφορετικές περιόδους στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας. Στόχος είναι να καταλάβουμε πού βρίσκονταν από πλευράς δημοφιλίας οι προηγούμενοι εκλεγμένοι πρωθυπουργοί -ο Κώστας Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αντώνης Σαμαράς- σε αντίστοιχο σημείο της θητείας τους, και να κάνουμε μια σύγκριση με το πού βρίσκεται σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας.
Οι δείκτες που επιλέγονται ως πιο ενδεικτικοί της δημοφιλίας τους και χρήσιμοι στην ανάλυσή μας είναι το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, σε τι ποσοστό θεωρούν τον εκάστοτε πρωθυπουργό καταλληλότερο, η παράσταση νίκης του κυβερνώντος κόμματος και, τέλος, η συσπείρωσή του.
Επειδή η θητεία του καθενός είχε διαφορετική διάρκεια, ο τρόπος που εντοπίζεται η αντίστοιχη περίοδος είναι με βάση την απόστασή της από τις εκλογές που σήμαναν το τέλος της παραμονής του εκάστοτε πρωθυπουργού στην εξουσία. Αν θεωρήσουμε ως πιθανότερο σενάριο τη διεξαγωγή των επόμενων εθνικών εκλογών τον Μάιο του 2019, βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή περίπου 10 μήνες πριν από τις εκλογές.
Μετρώντας λοιπόν αντίστροφα, οι περίοδοι ενδιαφέροντος για καθέναν από τους τρεις πρώην πρωθυπουργούς είναι: για τον Κώστα Καραμανλή το φθινόπωρο/χειμώνας του 2008, για τον Γιώργο Παπανδρέου η άνοιξη/καλοκαίρι του 2011 και για τον Αντώνη Σαμαρά ο χειμώνας/άνοιξη του 2014. Για τον Αλέξη Τσίπρα, τα δημοσκοπικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ξεκινούν από τον περασμένο Μάιο και φτάνουν μέχρι και σήμερα.
Για κάθε χρονική περίοδο χρησιμοποιήσαμε στοιχεία από 7 έως 12 δημοσκοπήσεις, και τα στοιχεία που παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα είναι το αποτέλεσμα του poll of polls που προκύπτει για κάθε δείκτη.
Μύθος 1ος: Σιγά την ψαλίδα
Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο, εντυπωσιακό στοιχείο που προκύπτει από την ανάλυσή μας: την περίφημη ψαλίδα. Το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά, σύμφωνα με το poll of polls μας, τις 10 μονάδες. Σιγά τα ωά, θα πουν πολλοί. Πού ήταν το άνοιγμα της ψαλίδας για τον Κώστα Καραμανλή την αντίστοιχη περίοδο; Δεν ξεπερνούσε τις 3 μονάδες! Ναι, αλλά ο Κώστας Καραμανλής είχε πίσω του έναν τεράστιο μηχανισμό που δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τέλους, σε μια εποχή κατά την οποία ο δικομματισμός ήταν ακόμα στο ζενίθ του.
Πάμε λοιπόν στην περίπτωση του Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος το καλοκαίρι του 2011 αντιμετώπιζε τις διαδηλώσεις των Αγανακτισμένων, με μια αξιωματική αντιπολίτευση σε αντιμνημονιακό οίστρο και μ' έναν υπουργό Οικονομικών που του ασκούσε έντονη εσωτερική αντιπολίτευση. Πού ήταν το άνοιγμα της ψαλίδας με τη Νέα Δημοκρατία τότε; Οριακά ξεπερνούσε τη 1 μονάδα! Όσο για τον Αντώνη Σαμαρά κατά την αντίστοιχη περίοδο; Κάτω από 1 μονάδα.
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι απλός: τα στοιχεία των ερευνών κοινής γνώμης είναι τόσο καταστροφικά για την κυβέρνηση, ώστε η αγωνιώδης και μάταια προσπάθεια ανατροπής τους έχει καταντήσει μονομανία, ώστε να έχει απόλυτη προτεραιότητα ό,τι άλλο και να συμβαίνει.
«Μα», θα απαντήσουν οι κυβερνητικοί προπαγανδιστές, «τα πράγματα δεν
είναι τόσο άσχημα, υπάρχει ελπίδα. Στο κάτω κάτω, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μέχρι στιγμής κατακρημνιστεί όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις που έχασαν, η μία μετά την άλλη, την εξουσία. Ο Αλέξης Τσίπρας αντέχει». Αντίστοιχα θα ακούσει κάποιος και από φοβικούς της άλλης πλευράς: «Γιατί η διαφορά είναι μόνο 10 μονάδες;».
Τα παραπάνω μπορεί να έχουν ενδιαφέρον από πλευράς αξιολόγησης επικοινωνιακών τακτικών ή για τον ερευνητή της μαζικής ψυχολογίας, όμως με τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την κοινή γνώμη δεν έχουν καμία σχέση. Γιατί απλούστατα, τίποτε από αυτά δεν προκύπτει από τους αριθμούς: ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κατακρημνιστεί πέρα από οποιαδήποτε αμφιβολία, ενώ η δημοτικότητα του Αλέξη Τσίπρα είναι πολύ χαμηλότερη από αυτή των τριών προηγούμενων εκλεγμένων πρωθυπουργών σε αντίστοιχο σημείο της θητείας τους. Μαζεύοντας στοιχεία από 41 δημοσκοπήσεις από τον Οκτώβριο του 2008 μέχρι σήμερα, δημοφιλείς τέτοιο μύθοι της μνημονιακής περιόδου καταρρίπτονται πανηγυρικά.
Τέσσερις φωτογραφίες στον πολιτικό χρόνο
Η ανάλυση αυτή αξιοποιεί δημοσκοπικά στοιχεία από τέσσερις διαφορετικές περιόδους στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας. Στόχος είναι να καταλάβουμε πού βρίσκονταν από πλευράς δημοφιλίας οι προηγούμενοι εκλεγμένοι πρωθυπουργοί -ο Κώστας Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Αντώνης Σαμαράς- σε αντίστοιχο σημείο της θητείας τους, και να κάνουμε μια σύγκριση με το πού βρίσκεται σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας.
Οι δείκτες που επιλέγονται ως πιο ενδεικτικοί της δημοφιλίας τους και χρήσιμοι στην ανάλυσή μας είναι το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, σε τι ποσοστό θεωρούν τον εκάστοτε πρωθυπουργό καταλληλότερο, η παράσταση νίκης του κυβερνώντος κόμματος και, τέλος, η συσπείρωσή του.
Επειδή η θητεία του καθενός είχε διαφορετική διάρκεια, ο τρόπος που εντοπίζεται η αντίστοιχη περίοδος είναι με βάση την απόστασή της από τις εκλογές που σήμαναν το τέλος της παραμονής του εκάστοτε πρωθυπουργού στην εξουσία. Αν θεωρήσουμε ως πιθανότερο σενάριο τη διεξαγωγή των επόμενων εθνικών εκλογών τον Μάιο του 2019, βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή περίπου 10 μήνες πριν από τις εκλογές.
Μετρώντας λοιπόν αντίστροφα, οι περίοδοι ενδιαφέροντος για καθέναν από τους τρεις πρώην πρωθυπουργούς είναι: για τον Κώστα Καραμανλή το φθινόπωρο/χειμώνας του 2008, για τον Γιώργο Παπανδρέου η άνοιξη/καλοκαίρι του 2011 και για τον Αντώνη Σαμαρά ο χειμώνας/άνοιξη του 2014. Για τον Αλέξη Τσίπρα, τα δημοσκοπικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται ξεκινούν από τον περασμένο Μάιο και φτάνουν μέχρι και σήμερα.
Για κάθε χρονική περίοδο χρησιμοποιήσαμε στοιχεία από 7 έως 12 δημοσκοπήσεις, και τα στοιχεία που παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα είναι το αποτέλεσμα του poll of polls που προκύπτει για κάθε δείκτη.
Μύθος 1ος: Σιγά την ψαλίδα
Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο, εντυπωσιακό στοιχείο που προκύπτει από την ανάλυσή μας: την περίφημη ψαλίδα. Το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά, σύμφωνα με το poll of polls μας, τις 10 μονάδες. Σιγά τα ωά, θα πουν πολλοί. Πού ήταν το άνοιγμα της ψαλίδας για τον Κώστα Καραμανλή την αντίστοιχη περίοδο; Δεν ξεπερνούσε τις 3 μονάδες! Ναι, αλλά ο Κώστας Καραμανλής είχε πίσω του έναν τεράστιο μηχανισμό που δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τέλους, σε μια εποχή κατά την οποία ο δικομματισμός ήταν ακόμα στο ζενίθ του.
Πάμε λοιπόν στην περίπτωση του Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος το καλοκαίρι του 2011 αντιμετώπιζε τις διαδηλώσεις των Αγανακτισμένων, με μια αξιωματική αντιπολίτευση σε αντιμνημονιακό οίστρο και μ' έναν υπουργό Οικονομικών που του ασκούσε έντονη εσωτερική αντιπολίτευση. Πού ήταν το άνοιγμα της ψαλίδας με τη Νέα Δημοκρατία τότε; Οριακά ξεπερνούσε τη 1 μονάδα! Όσο για τον Αντώνη Σαμαρά κατά την αντίστοιχη περίοδο; Κάτω από 1 μονάδα.
Μύθος 2ος: Ο καταλληλότερος
Η καταλληλότητα ενός εν ενεργεία πρωθυπουργού θα έλεγε κανείς ότι
είναι το ενδεικτικότερο στοιχείο του ερείσματος που διαθέτει στην
κοινωνία. Στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα εδώ και καιρό το ποσοστό που
τον θεωρεί καταλληλότερο για την πρωθυπουργία, συγκριτικά με τον Κυριάκο
Μητσοτάκη, δεν ξεπερνά το 25% του εκλογικού σώματος. Εντάξει, θα πουν
κάποιοι, ούτε του πολιτικού του αντιπάλου βρίσκεται στη στρατόσφαιρα,
κινείται όμως πιο κοντά στο 35%, μια διαφορά διόλου αμελητέα.
Όμως, το πόσο χαμηλή είναι η δημοφιλία του Τσίπρα γίνεται πολύ
περισσότερο αισθητό όταν λαμβάνει κανείς υπ' όψιν τις μερίδες πολιτών
που θεωρούσαν καταλληλότερους τους προηγούμενους πρωθυπουργούς σε
αντίστοιχο σημείο στη θητεία τους. Έχουμε και λέμε, καταλληλότερους
θεωρούσε τόσο τον Αντώνη Σαμαρά όσο και τον Κώστα Καραμανλή ένα 38% της
κοινής γνώμης την αντίστοιχη περίοδο, ενώ ακόμη και ο αντιδημοφιλής
Γιώργος Παπανδρέου ξεπερνούσε το ποσοστό του 25% με άνεση -ακόμη- εκείνη
την περίοδο.
Μύθος 3ος: Παράσταση νίκης
Τι πιστεύει η κοινωνία ότι θα ήταν το αποτέλεσμα των εκλογών, αν
διεξάγονταν τώρα; Η περίφημη «παράσταση νίκης» είναι ένας δείκτης ο
οποίος αποτυπώνει την αίσθηση που είναι διάχυτη σε σχέση με τη δημοφιλία
των κομμάτων στον κόσμο -αν κρίνουμε λοιπόν από την παραφιλολογία για
έλλειψη ρεύματος της Ν.Δ., θα περίμενε κανείς ότι τουλάχιστον εδώ τα
αποτελέσματα για τον Αλέξη Τσίπρα θα ήταν κάπως καλύτερα.
Και όμως, μόλις το 19% του εκλογικού σώματος θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα
κέρδιζε τις εθνικές εκλογές αυτή τη στιγμή -36% θεωρούσε ότι η Ν.Δ. του
Αντώνη Σαμαρά θα κέρδιζε τις εκλογές την αντίστοιχη εποχή, 32% η Ν.Δ.
του Κώστα Καραμανλή και 28% ότι το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου θα
κέρδιζε τις εκλογές. Τι συνέβη τελικά; Ο Καραμανλής έχασε τον Οκτώβριο
του 2009 με 10,5 μονάδες διαφορά, ο Παπανδρέου δεν πήγε καν ο ίδιος το
κόμμα του, το οποίο με 6 μονάδες απόσταση από τη Ν.Δ. τον Μάιο του 2011
βρέθηκε πίσω ακόμη και από τον ΣΥΡΙΖΑ, σε εκλογές.
Η καταστροφή αυτή, η οποία έβγαλε το ΠΑΣΟΚ από τροχιά εξουσίας ήρθε
ενώ η απόσταση που έδειχναν οι δημοσκοπήσεις μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. μόλις
10 μήνες πριν ήταν κάτω από 1 μονάδα!
Μύθος 4ος: Η χαμηλή συσπείρωση
Κάποιοι θα αποπειραθούν να αντλήσουν παρηγοριά από το γεγονός ότι η
συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε χαμηλότατα επίπεδα. Πράγματι,
κινείται πιο κοντά στο 40% παρά στο 50%, ενώ οι συσπειρώσεις κομμάτων
των υπολοίπων απερχόμενων πρωθυπουργών της ανάλυσής μας ήταν από 50% για
το ΠΑΣΟΚ του Παπανδρέου, στο 64% στη Ν.Δ. του Αντώνη Σαμαρά, στο
εντυπωσιακό 72% της Ν.Δ. του Καραμανλή. Τι σημαίνει όμως χαμηλή
συσπείρωση;
Ότι πριν μαζέψεις ψήφους από τον αντίπαλό σου θα πρέπει να μαζέψεις
τον δικό σου κόσμο, ο οποίος είναι εμφανώς απογοητευμένος από την
επίδοσή σου. Σημαίνει ότι αν δεν τα καταφέρεις, πολλοί από τους
ανθρώπους που σε ψήφισαν κινδυνεύεις να μείνουν σπίτι τους την ημέρα των
εκλογών. Για κάποιους όμως σημαίνει επίσης ότι τα περιθώρια βελτίωσης
είναι μεγάλα, όπως μεγάλες ήταν και οι ελπίδες της ομάδας της Αιγύπτου
πριν ξεκινήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο... Όταν έρχεται όμως η ώρα της
αλήθειας, οι ελπίδες -φρούδες και άπιστες κατά κανόνα- παραμερίζονται
και αυτό που μένει είναι η πραγματικότητα.
Μαριάννα Σκυλακάκη
liberal.gr