Στα… 2,20 ευρώ το κιλό έχει πέσει η κατώτατη τιμή παραγωγού στο
εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο της Κρήτης (σύμφωνα με τον πίνακα του
Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης), με τη μεγαλύτερη να μην υπερβαίνει
τα 2,70 ευρώ το κιλό, ενώ οι περισσότεροι τυποποιητές και έμποροι απλά…
δεν αγοράζουν…
Όπως αναφέρει το neakriti.gr,
την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει στη δημοσιότητα στοιχεία που
δείχνουν ότι οι μέσες τιμές παραγωγού στο έξτρα ελαιόλαδο της Κρήτης
βρίσκονται σε συνεχή καθοδική πορεία, με τον μέσο όρο τιμής να μην
ξεπερνάει τα 2,70 λεπτά το κιλό, ενώ είναι μειωμένη κατά -3% σε σχέση με
τις αντίστοιχες περσινές.
Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία, η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό. Όμως, τον τελευταίο μήνα μείωση παρουσίασαν οι τιμές και στην Ιταλία. Πιο αναλυτικά, καθηλωμένες παραμένουν οι τιμές στην Ισπανία, στα 2,30 ευρώ το κιλό, μειωμένες κατά 3% σε σχέση με το προηγούμενο μήνα και κατά 16% σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές.
Μείωση όμως παρουσίασαν τον τελευταίο μήνα οι τιμές και στην Ιταλία, που κυμαίνονται στα 5,10 ευρώ το κιλό (ποσοστό -4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα), αν και εκεί έχουμε αύξηση σε ποσοστό 27% σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές.
“Πτώση” όμως παρουσίασαν τον Μάιο και οι τιμές στα ελαιόλαδα λαμπάντε, στις τρεις χώρες της Ε.Ε. Αναλυτικά, στην Ισπανία η μέση τιμή για αυτήν την κατηγορία ελαιολάδου σημείωσε πτώση κατά 1% (1,90 ευρώ το κιλό), στην Ιταλία κατά 6% (1,60 ευρώ το κιλό) και στην Ελλάδα κατά 1% (1,80 ευρώ το κιλό).
Και βέβαια, την ίδια ώρα, παρά την κατάσταση που επικρατεί στον ελαιοκομικό τομέα της Ε.Ε., δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάποιο μέτρο στήριξης της αγοράς για τις χώρες που έχουν πρόβλημα. Επίσης, τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε. δείχνουν ότι σημαντικές ήταν οι απώλειες της παραγωγής την περίοδο 2018-2019 (σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο) σε Ιταλία (-59%), Ελλάδα (-47%), και Πορτογαλία (-25%), ενώ αντίθετα στην Ισπανία είχαμε αύξηση (+42%).
Αύξηση 280.000 τόνων στην Ελλάδα
Στο μεταξύ, αν και είναι πάρα πολύ νωρίς, ειδικά σε μια όψιμη χρονιά όπως η εσοδεία 2019/20, οι πρώτες εκτιμήσεις τοποθετούν την παραγωγή ελαιολάδου μίνιμουμ στους 280.000 τόνους, με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις να ξεπερνούν ακόμη και τους 300.000 τόνους. Πρόκειται δηλαδή για μια αρκετά καλή παραγωγή μετά την περυσινή καταστροφική 2018/19.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έφερε στη δημοσιότητα το olivenews.gr, πολύ ενθαρρυντικά είναι τα πρώτα μηνύματα από την Πελοπόννησο (Λακωνία και Μεσσηνία), τη Δυτική Ελλάδα (Επτάνησα, παράλια Ηπείρου και Στερεάς Ελλάδας), την Κεντρική Ελλάδα, όπως και τη Λέσβο. Αντιφατικές είναι οι απόψεις για την Κρήτη.
Επίσης, θετικές είναι οι προβλέψεις για τις ποικιλίες Χαλκιδικής, όπως και κονσερβολιάς (Αμφίσσης) για τις επιτραπέζιες ελιές.
«Χωρίς κρατική στήριξη, δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη»
Την ανάγκη να ληφθούν κρατικά μέτρα στήριξης του ελαιολάδου στη χώρα μας, αν πραγματικά θέλουμε την ανάκαμψη της αγοράς, εκφράζει στη “Νέα Κρήτη” ο πρόεδρος της Ομάδας Αμπελουργών και Ελαιοκαλλιεργητών Κρήτης Πρίαμος Ιερωνυμάκης.
Αντιθέτως, σήμερα, όπως λέει, «οι κινήσεις της κυβέρνησης στο θέμα του ελαιολάδου ήταν τέτοιες που συνέβαλαν στην κατρακύλα των τιμών. Και οι λόγοι είναι πολλοί. Για παράδειγμα, σε όλα τα προϊόντα, όταν δουν ότι αυξάνονται οι τιμές και φτάνουν σε κάποια όρια, εισάγουν προϊόντα. Και θα αναφερθώ στη λογική του τυνησιακού ελαιολάδου, όπου δήθεν από την Ε.Ε. δόθηκε το “πράσινο φως” για να μπουν στην ευρωπαϊκή αγορά χιλιάδες τόνοι, υποτίθεται για τη βοήθεια της Τυνησίας. Ήταν καθαρά μια σκοπιμότητα. Η κυβέρνηση έπρεπε να το καταγγείλει από την αρχή. Αντί τούτου, στήριξε αυτή την πολιτική»…
Αλλά ο Πρίαμος Ιερωνυμάκης δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εσωτερική αγορά. «Λόγω του τουρισμού, η εσωτερική αγορά είναι τεράστια. Η κυβέρνηση, πέρα από ευχολόγια, δε δημιούργησε προϋποθέσεις για την κατανάλωση του δικού μας ελαιολάδου στους χώρους αυτούς, τόσο στα ξενοδοχεία όσο και στους χώρους μαζικής εστίασης»…
Και συνεχίζει λέγοντας: «Επομένως, για να μπορέσουν να εισχωρήσουν τα προϊόντα στους χώρους αυτούς, πρέπει να υπάρχουν κίνητρα φορολογικά, και όχι μόνο, προς τους ξενοδόχους και τους επαγγελματίες που εμπλέκονται στους χώρους εστίασης. Με αυτόν τον τρόπο προωθούμε ένα προϊόν εθνικό, όπως είναι το ελαιόλαδο. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη καλλιέργεια στην Ελλάδα, αφού, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, καλύπτει το 60% της καλλιεργήσιμης γης. Η πολιτική λοιπόν που ακολουθήθηκε, ειδικά τα τελευταία χρόνια, βοηθούσε μόνο αυτούς που έπαιρναν επιδοτήσεις χωρίς να παράγουν. Ενώ ο παραγωγός ο οποίος παρήγαγε διωκόταν με δύο φορολογικούς τρόπους: Έναν από τον κλασικό φορολογικό και η δεύτερη φορολογική εφευρετικότητα ήταν μέσα από το ασφαλιστικό σύστημα. Με λίγα λόγια, όποιος δεν παρήγαγε, τύγχανε σειράς επιδομάτων και ενισχύσεων και επιβραβευόταν σε σχέση με τον άλλο που έβγαζε προϊόντα»…
Καταλήγοντας, ο συνδικαλιστής καταγγέλλει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα θεσμικό μέτρο που να στηρίζει τον παραγωγό που παράγει οποιοδήποτε προϊόν στη χώρα μας.
«Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων το μόνο που έκανε ήταν η διαχείριση των επιδοτήσεων»…
Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία, η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό. Όμως, τον τελευταίο μήνα μείωση παρουσίασαν οι τιμές και στην Ιταλία. Πιο αναλυτικά, καθηλωμένες παραμένουν οι τιμές στην Ισπανία, στα 2,30 ευρώ το κιλό, μειωμένες κατά 3% σε σχέση με το προηγούμενο μήνα και κατά 16% σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές.
Μείωση όμως παρουσίασαν τον τελευταίο μήνα οι τιμές και στην Ιταλία, που κυμαίνονται στα 5,10 ευρώ το κιλό (ποσοστό -4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα), αν και εκεί έχουμε αύξηση σε ποσοστό 27% σε σχέση με τις αντίστοιχες περσινές.
“Πτώση” όμως παρουσίασαν τον Μάιο και οι τιμές στα ελαιόλαδα λαμπάντε, στις τρεις χώρες της Ε.Ε. Αναλυτικά, στην Ισπανία η μέση τιμή για αυτήν την κατηγορία ελαιολάδου σημείωσε πτώση κατά 1% (1,90 ευρώ το κιλό), στην Ιταλία κατά 6% (1,60 ευρώ το κιλό) και στην Ελλάδα κατά 1% (1,80 ευρώ το κιλό).
Και βέβαια, την ίδια ώρα, παρά την κατάσταση που επικρατεί στον ελαιοκομικό τομέα της Ε.Ε., δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάποιο μέτρο στήριξης της αγοράς για τις χώρες που έχουν πρόβλημα. Επίσης, τα επίσημα στοιχεία της Ε.Ε. δείχνουν ότι σημαντικές ήταν οι απώλειες της παραγωγής την περίοδο 2018-2019 (σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο) σε Ιταλία (-59%), Ελλάδα (-47%), και Πορτογαλία (-25%), ενώ αντίθετα στην Ισπανία είχαμε αύξηση (+42%).
Αύξηση 280.000 τόνων στην Ελλάδα
Στο μεταξύ, αν και είναι πάρα πολύ νωρίς, ειδικά σε μια όψιμη χρονιά όπως η εσοδεία 2019/20, οι πρώτες εκτιμήσεις τοποθετούν την παραγωγή ελαιολάδου μίνιμουμ στους 280.000 τόνους, με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις να ξεπερνούν ακόμη και τους 300.000 τόνους. Πρόκειται δηλαδή για μια αρκετά καλή παραγωγή μετά την περυσινή καταστροφική 2018/19.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έφερε στη δημοσιότητα το olivenews.gr, πολύ ενθαρρυντικά είναι τα πρώτα μηνύματα από την Πελοπόννησο (Λακωνία και Μεσσηνία), τη Δυτική Ελλάδα (Επτάνησα, παράλια Ηπείρου και Στερεάς Ελλάδας), την Κεντρική Ελλάδα, όπως και τη Λέσβο. Αντιφατικές είναι οι απόψεις για την Κρήτη.
Επίσης, θετικές είναι οι προβλέψεις για τις ποικιλίες Χαλκιδικής, όπως και κονσερβολιάς (Αμφίσσης) για τις επιτραπέζιες ελιές.
«Χωρίς κρατική στήριξη, δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη»
Την ανάγκη να ληφθούν κρατικά μέτρα στήριξης του ελαιολάδου στη χώρα μας, αν πραγματικά θέλουμε την ανάκαμψη της αγοράς, εκφράζει στη “Νέα Κρήτη” ο πρόεδρος της Ομάδας Αμπελουργών και Ελαιοκαλλιεργητών Κρήτης Πρίαμος Ιερωνυμάκης.
Αντιθέτως, σήμερα, όπως λέει, «οι κινήσεις της κυβέρνησης στο θέμα του ελαιολάδου ήταν τέτοιες που συνέβαλαν στην κατρακύλα των τιμών. Και οι λόγοι είναι πολλοί. Για παράδειγμα, σε όλα τα προϊόντα, όταν δουν ότι αυξάνονται οι τιμές και φτάνουν σε κάποια όρια, εισάγουν προϊόντα. Και θα αναφερθώ στη λογική του τυνησιακού ελαιολάδου, όπου δήθεν από την Ε.Ε. δόθηκε το “πράσινο φως” για να μπουν στην ευρωπαϊκή αγορά χιλιάδες τόνοι, υποτίθεται για τη βοήθεια της Τυνησίας. Ήταν καθαρά μια σκοπιμότητα. Η κυβέρνηση έπρεπε να το καταγγείλει από την αρχή. Αντί τούτου, στήριξε αυτή την πολιτική»…
Αλλά ο Πρίαμος Ιερωνυμάκης δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εσωτερική αγορά. «Λόγω του τουρισμού, η εσωτερική αγορά είναι τεράστια. Η κυβέρνηση, πέρα από ευχολόγια, δε δημιούργησε προϋποθέσεις για την κατανάλωση του δικού μας ελαιολάδου στους χώρους αυτούς, τόσο στα ξενοδοχεία όσο και στους χώρους μαζικής εστίασης»…
Και συνεχίζει λέγοντας: «Επομένως, για να μπορέσουν να εισχωρήσουν τα προϊόντα στους χώρους αυτούς, πρέπει να υπάρχουν κίνητρα φορολογικά, και όχι μόνο, προς τους ξενοδόχους και τους επαγγελματίες που εμπλέκονται στους χώρους εστίασης. Με αυτόν τον τρόπο προωθούμε ένα προϊόν εθνικό, όπως είναι το ελαιόλαδο. Μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη καλλιέργεια στην Ελλάδα, αφού, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, καλύπτει το 60% της καλλιεργήσιμης γης. Η πολιτική λοιπόν που ακολουθήθηκε, ειδικά τα τελευταία χρόνια, βοηθούσε μόνο αυτούς που έπαιρναν επιδοτήσεις χωρίς να παράγουν. Ενώ ο παραγωγός ο οποίος παρήγαγε διωκόταν με δύο φορολογικούς τρόπους: Έναν από τον κλασικό φορολογικό και η δεύτερη φορολογική εφευρετικότητα ήταν μέσα από το ασφαλιστικό σύστημα. Με λίγα λόγια, όποιος δεν παρήγαγε, τύγχανε σειράς επιδομάτων και ενισχύσεων και επιβραβευόταν σε σχέση με τον άλλο που έβγαζε προϊόντα»…
Καταλήγοντας, ο συνδικαλιστής καταγγέλλει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα θεσμικό μέτρο που να στηρίζει τον παραγωγό που παράγει οποιοδήποτε προϊόν στη χώρα μας.
«Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων το μόνο που έκανε ήταν η διαχείριση των επιδοτήσεων»…