Αυτοί που δεν
ασκούνται και υιοθετούν επί 20 χρόνια έναν καθιστικό τρόπο ζωής
διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Η συγκεκριμένη μελέτη, που παρουσιάστηκε το Σάββατο στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας και στο Διεθνές Συνέδριο Καρδιολογίας, είναι η πρώτη που παρατήρησε τις τη σταθερότητα ή τις εναλλαγές στις συνήθειες σε σχέση με τη σωματική άσκηση σε ένα διάστημα 22 ετών.
Η δρ Τριν Μόχολντ, από το νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Τρόντχαιμ υπογραμμίζει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας αναδεικνύουν τα οφέλη της σωματικής άσκησης για την πρόληψη πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία ή από καρδιαγγειακές νόσους. «Είναι σημαντικό να αρχίσει κανείς να ασκείται ακόμα και αν προηγουμένως δεν γυμναζόταν», προσθέτει.
Η έρευνα στην οποία έλαβαν μέρος 23.146 κάτοικοι της Νορβηγίας άνω των 20 ετών, κατέγραφε τη δραστηριότητά τους όσον αφορά το επίπεδο της σωματικής τους άσκησης κατά τις χρονικές περιόδους 1984-1986, 1995-1997 και 2006-2008. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες ανάλογα με το επίπεδο σωματικής άσκησης που ακολουθούσαν: η πρώτη ομάδα αφορούσε τους μη δραστήριους, δηλαδή όσους δεν ασκούνταν καθόλου, η δεύτερη ομάδα αφορούσε τους μέτρια δραστήριους (λιγότερες από δύο ώρες σωματικής άσκησης την εβδομάδα), ενώ στην τρίτη ομάδα μετείχαν οι πολύ δραστήριοι (πάνω από 2 ώρες άσκησης σε εβδομαδιαία βάση).
Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα για τους θανάτους έως το 2013 από τη βάση δεδομένων «Norwegian Cause of Death Registry».
Διαπιστώθηκε ότι εκείνοι που δεν ασκούνταν σε όλο το διάστημα των 20 ετών είχαν διπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας και ήταν 2,7 φορές πιθανότερο να πεθάνουν από καρδιαγγειακές νόσους, ενώ εκείνοι που σε όλη τη διάρκεια της μελέτης ήταν μετρίως δραστήριοι διέτρεχαν 60% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας και 90% αυξημένη πιθανότητα θανάτου από καρδιαγγειακές νόσους σε σχέση με εκείνους που ασκούνταν τακτικά.
Θετικά αποτελέσματα διαπιστώθηκαν για αυτούς που ενώ δεν ασκούνταν στην αρχή της μελέτης στη συνέχεια υιοθέτησαν κάποια μορφή δραστηριότητας, ενώ αυτοί που ασκούνταν στην αρχή αλλά διέκοψαν τη σωματική δραστηριότητα εμφάνιζαν τα ίδια επίπεδα κινδύνου με τους μη δραστήριους.
Η Μόχολντ τονίζει ότι υπάρχουν ξεκάθαρες προτάσεις σωματικής δραστηριότητας για τη βελτίωση της υγείας: 150 λεπτά μέτριας άσκησης ή 75 λεπτά έντονης αερόβιας άσκησης εβδομαδιαίως. Η ίδια εξηγεί ότι η διατήρηση της καλής φυσικής κατάστασης είναι πολύ σημαντική και ότι η άσκηση, ακόμα και σε επίπεδο μικρότερο του συνιστώμενου, μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις για την υγεία.
«Βάλτε την κίνηση στη ζωή σας και κάντε δραστηριότητες που σας αρέσουν. Πηγαίνετε στα μαγαζιά με τα πόδια αντί να οδηγείτε, κατεβείτε μια στάση νωρίτερα στο μετρό και προτιμήστε τις σκάλες από τον ανελκυστήρα», προτείνει η ερευνήτρια. Και συνεχίζει: «Όσο πιο νωρίς βάλετε την άσκηση στη ζωή σας τόσο το καλύτερο. Πέρα από την πρόληψη πρόωρου θανάτου τα οφέλη της φυσικής άσκησης επεκτείνονται και στην καλύτερη λειτουργία των οργάνων και τη γνωστική δραστηριότητα. Η σωματική άσκηση μας χαρίζει πολλά χρόνια καλύτερης ζωής».
Η συγκεκριμένη μελέτη, που παρουσιάστηκε το Σάββατο στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας και στο Διεθνές Συνέδριο Καρδιολογίας, είναι η πρώτη που παρατήρησε τις τη σταθερότητα ή τις εναλλαγές στις συνήθειες σε σχέση με τη σωματική άσκηση σε ένα διάστημα 22 ετών.
Η δρ Τριν Μόχολντ, από το νορβηγικό Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Τρόντχαιμ υπογραμμίζει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας αναδεικνύουν τα οφέλη της σωματικής άσκησης για την πρόληψη πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία ή από καρδιαγγειακές νόσους. «Είναι σημαντικό να αρχίσει κανείς να ασκείται ακόμα και αν προηγουμένως δεν γυμναζόταν», προσθέτει.
Η έρευνα στην οποία έλαβαν μέρος 23.146 κάτοικοι της Νορβηγίας άνω των 20 ετών, κατέγραφε τη δραστηριότητά τους όσον αφορά το επίπεδο της σωματικής τους άσκησης κατά τις χρονικές περιόδους 1984-1986, 1995-1997 και 2006-2008. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες ανάλογα με το επίπεδο σωματικής άσκησης που ακολουθούσαν: η πρώτη ομάδα αφορούσε τους μη δραστήριους, δηλαδή όσους δεν ασκούνταν καθόλου, η δεύτερη ομάδα αφορούσε τους μέτρια δραστήριους (λιγότερες από δύο ώρες σωματικής άσκησης την εβδομάδα), ενώ στην τρίτη ομάδα μετείχαν οι πολύ δραστήριοι (πάνω από 2 ώρες άσκησης σε εβδομαδιαία βάση).
Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέλεξαν δεδομένα για τους θανάτους έως το 2013 από τη βάση δεδομένων «Norwegian Cause of Death Registry».
Διαπιστώθηκε ότι εκείνοι που δεν ασκούνταν σε όλο το διάστημα των 20 ετών είχαν διπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας και ήταν 2,7 φορές πιθανότερο να πεθάνουν από καρδιαγγειακές νόσους, ενώ εκείνοι που σε όλη τη διάρκεια της μελέτης ήταν μετρίως δραστήριοι διέτρεχαν 60% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου οποιασδήποτε αιτιολογίας και 90% αυξημένη πιθανότητα θανάτου από καρδιαγγειακές νόσους σε σχέση με εκείνους που ασκούνταν τακτικά.
Θετικά αποτελέσματα διαπιστώθηκαν για αυτούς που ενώ δεν ασκούνταν στην αρχή της μελέτης στη συνέχεια υιοθέτησαν κάποια μορφή δραστηριότητας, ενώ αυτοί που ασκούνταν στην αρχή αλλά διέκοψαν τη σωματική δραστηριότητα εμφάνιζαν τα ίδια επίπεδα κινδύνου με τους μη δραστήριους.
Η Μόχολντ τονίζει ότι υπάρχουν ξεκάθαρες προτάσεις σωματικής δραστηριότητας για τη βελτίωση της υγείας: 150 λεπτά μέτριας άσκησης ή 75 λεπτά έντονης αερόβιας άσκησης εβδομαδιαίως. Η ίδια εξηγεί ότι η διατήρηση της καλής φυσικής κατάστασης είναι πολύ σημαντική και ότι η άσκηση, ακόμα και σε επίπεδο μικρότερο του συνιστώμενου, μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις για την υγεία.
«Βάλτε την κίνηση στη ζωή σας και κάντε δραστηριότητες που σας αρέσουν. Πηγαίνετε στα μαγαζιά με τα πόδια αντί να οδηγείτε, κατεβείτε μια στάση νωρίτερα στο μετρό και προτιμήστε τις σκάλες από τον ανελκυστήρα», προτείνει η ερευνήτρια. Και συνεχίζει: «Όσο πιο νωρίς βάλετε την άσκηση στη ζωή σας τόσο το καλύτερο. Πέρα από την πρόληψη πρόωρου θανάτου τα οφέλη της φυσικής άσκησης επεκτείνονται και στην καλύτερη λειτουργία των οργάνων και τη γνωστική δραστηριότητα. Η σωματική άσκηση μας χαρίζει πολλά χρόνια καλύτερης ζωής».