Τελευταίες μελέτες πάνω σε ένα πειραματικό φάρμακο για την καταπολέμηση της νόσου του Αλτζχάϊμερ, κατέδειξαν ότι επιτίθεται στα μόρια μιάς πρωτείνης, που βρίσκεται στον οργανισμό και καλείται βήτα-αμυλοίδη. Απότους ερευνητές αυτό θεωρείται ένδειξη ότι η πειραματική ουσία καταπολεμεί αυτόν που θεωρείται ως ο βασικός παθογόνος παράγοντας της νόσου.
Το Μπαπινεουζούμαμπ, που παρασκευάστηκε από τις γνωστές φαρμακοβιομηχανίες, Πφίζερ και Τζόνσον και Τζόνσον, είναι ότι τελευταίο προτείνεται στην έρευνα για την ανακάλυψη αποτελεσματικής θεραπείας καταπολέμησης της νόσου του Αλτζχάϊμερ, μιας θανάσιμης πάθησης του εγκεφάλου, η οποία έχει προσβάλει 26 εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο και στοιχίζει περίπου 604 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο, σε κόστος θεραπευτικής αγωγής.
Τα μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενα φάρμακα, μεταξύ των οποίων και τα πλέον πρόσφατα θεραπευτικά σχήματα της φαρμακοβιομηχανίας Λίλι, αλλά και της Μεντιβέϊσιον, αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά.
Σε αντίθεση, μία, περιορισμένη σε πρώτη φάση, μελέτη στον εγκέφαλο την περασμένη χρονιά, κατέδειξε ότι το Μπαπινεουζούμαμπ κατάφερε να συρρικνώσει τα στέρεα τεμάχια της βήτα-αμυλοίδης, που υπήρχαν στο χώρο του εγκεφάλου, σε ποσοστό 25%, σε δείγμα μελέτης 28 ασθενών.
Το Μπαπινεουζούμαμπ, που παρασκευάστηκε από τις γνωστές φαρμακοβιομηχανίες, Πφίζερ και Τζόνσον και Τζόνσον, είναι ότι τελευταίο προτείνεται στην έρευνα για την ανακάλυψη αποτελεσματικής θεραπείας καταπολέμησης της νόσου του Αλτζχάϊμερ, μιας θανάσιμης πάθησης του εγκεφάλου, η οποία έχει προσβάλει 26 εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο και στοιχίζει περίπου 604 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο, σε κόστος θεραπευτικής αγωγής.
Τα μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενα φάρμακα, μεταξύ των οποίων και τα πλέον πρόσφατα θεραπευτικά σχήματα της φαρμακοβιομηχανίας Λίλι, αλλά και της Μεντιβέϊσιον, αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά.
Σε αντίθεση, μία, περιορισμένη σε πρώτη φάση, μελέτη στον εγκέφαλο την περασμένη χρονιά, κατέδειξε ότι το Μπαπινεουζούμαμπ κατάφερε να συρρικνώσει τα στέρεα τεμάχια της βήτα-αμυλοίδης, που υπήρχαν στο χώρο του εγκεφάλου, σε ποσοστό 25%, σε δείγμα μελέτης 28 ασθενών.