Με προσφυγή στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και διαβίβαση της σχετικής επιστολής στον εισαγγελέα για διερεύνηση τυχόν ποινικών αδικημάτων, απαντά η κυβέρνηση στις ενδείξεις για ύπαρξη καρτέλ δύο βασικών προμηθευτών στο ρύζι, «και με τον τρόπο αυτό θα κινηθεί και για τα υπόλοιπα βασικά προϊόντα, όπου διαπιστώνονται μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στις τιμές παραγωγού και καταναλωτή», ανέφερε στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Σωκράτης Ξυνίδης, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Μανώλη Μπεντενιώτη.
Στην ερώτησή του, ο κ. Μπεντενιώτης είχε επισημάνει «εξωφρενικά μεγάλες διαφορές μεταξύ τιμών και κατανάλωσης» και «κερδοσκοπία που οργιάζει: Στα δημητριακά, τα ποσοστά κυμαίνονται από 500 έως 1550%, στα ζυμαρικά 760%, στο κρασί 750%, στο ρύζι 760% και αλλού από 170 έως 530%».
«Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν, πως η Ελλάδα είναι η χώρα των καρτέλ. Η κοινή γνώμη καταγράφει πως υπάρχει ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα στην άσκηση των λειτουργιών και αρμοδιοτήτων του κράτους. Πολλοί σχολιάζουν, "δεν διαβάζετε το Μνημόνιο, διαβάστε τουλάχιστον τις τιμές!"», ανέφερε ο βουλευτής. Επαινώντας δε την διαβίβαση των στοιχείων για το ρύζι στον εισαγγελέα, ο κ. Μπεντενιώτης αναρωτήθηκε: «την τελευταία πενταετία έχουν επιβληθεί πρόστιμα 550 εκατ. ευρώ σε επιχειρήσεις. Πόσα όμως έχουν εισπραχθεί;».
«Η καθυστέρηση είσπραξης των προστίμων, είναι κάτι που ξεφεύγει απ' τα όρια της δικής μας βούλησης- και μάλιστα σε περίοδο που τόσο ανάγκη έχει η χώρα από είσπραξη εσόδων», απάντησε ο υπουργός.
«Πρόσφατα και η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέβαλλε πρόστιμο σε μεγάλη αλυσίδα συσκευασμένων τροφίμων, όπως επίσης και η γγ Εμπορίου διοικητικό πρόστιμο για ενδοομιλικές συναλλαγές σε πολυεθνικό όμιλο. Η είσπραξη όμως είναι σε άμεση συνάρτηση με δικαστικές ενέργειες που αργούν να έχουν αποτέλεσμα» ανέφερε ο κ. Ξυνίδης και κατέληξε:
«Στη γγ Εμπορίου, υπάρχουν αρκετές δεκάδες φάκελοι για ενδοομιλικές συναλλαγές και το επόμενο διάστημα εκτιμούμε πως θα υπάρξουν αποτελέσματα- αλλά η τεκμηρίωση είναι πολύ δύσκολη και χρειάζεται πολύς χρόνος. Όσον αφορά τα εικονικά τιμολόγια, αυτό θα πρέπει να αφορά όλους τους εμπλεκόμενους. Γιατί δεν μπορεί να διαμαρτύρεται ένας παραγωγός για τις τιμές των προϊόντων και την ίδια ώρα να ομολογεί πως οι παραγωγοί αποδέχονται τις εικονικές τιμές, δυσκολεύοντας εμάς να διαπιστώσουμε τα υπερκέρδη. Χρειάζεται λοιπόν συλλογική προσπάθεια»
Στην ερώτησή του, ο κ. Μπεντενιώτης είχε επισημάνει «εξωφρενικά μεγάλες διαφορές μεταξύ τιμών και κατανάλωσης» και «κερδοσκοπία που οργιάζει: Στα δημητριακά, τα ποσοστά κυμαίνονται από 500 έως 1550%, στα ζυμαρικά 760%, στο κρασί 750%, στο ρύζι 760% και αλλού από 170 έως 530%».
«Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν, πως η Ελλάδα είναι η χώρα των καρτέλ. Η κοινή γνώμη καταγράφει πως υπάρχει ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα στην άσκηση των λειτουργιών και αρμοδιοτήτων του κράτους. Πολλοί σχολιάζουν, "δεν διαβάζετε το Μνημόνιο, διαβάστε τουλάχιστον τις τιμές!"», ανέφερε ο βουλευτής. Επαινώντας δε την διαβίβαση των στοιχείων για το ρύζι στον εισαγγελέα, ο κ. Μπεντενιώτης αναρωτήθηκε: «την τελευταία πενταετία έχουν επιβληθεί πρόστιμα 550 εκατ. ευρώ σε επιχειρήσεις. Πόσα όμως έχουν εισπραχθεί;».
«Η καθυστέρηση είσπραξης των προστίμων, είναι κάτι που ξεφεύγει απ' τα όρια της δικής μας βούλησης- και μάλιστα σε περίοδο που τόσο ανάγκη έχει η χώρα από είσπραξη εσόδων», απάντησε ο υπουργός.
«Πρόσφατα και η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέβαλλε πρόστιμο σε μεγάλη αλυσίδα συσκευασμένων τροφίμων, όπως επίσης και η γγ Εμπορίου διοικητικό πρόστιμο για ενδοομιλικές συναλλαγές σε πολυεθνικό όμιλο. Η είσπραξη όμως είναι σε άμεση συνάρτηση με δικαστικές ενέργειες που αργούν να έχουν αποτέλεσμα» ανέφερε ο κ. Ξυνίδης και κατέληξε:
«Στη γγ Εμπορίου, υπάρχουν αρκετές δεκάδες φάκελοι για ενδοομιλικές συναλλαγές και το επόμενο διάστημα εκτιμούμε πως θα υπάρξουν αποτελέσματα- αλλά η τεκμηρίωση είναι πολύ δύσκολη και χρειάζεται πολύς χρόνος. Όσον αφορά τα εικονικά τιμολόγια, αυτό θα πρέπει να αφορά όλους τους εμπλεκόμενους. Γιατί δεν μπορεί να διαμαρτύρεται ένας παραγωγός για τις τιμές των προϊόντων και την ίδια ώρα να ομολογεί πως οι παραγωγοί αποδέχονται τις εικονικές τιμές, δυσκολεύοντας εμάς να διαπιστώσουμε τα υπερκέρδη. Χρειάζεται λοιπόν συλλογική προσπάθεια»