Ακριβά (αν και θα μπορούσε ακριβότερα) πλήρωσε ένας 36χρονος από τα
Φιλιατρά Μεσσηνίας το «one night stand» με 19χρονη Βουλγάρα σε μπαρ της
περιοχής, αφού εξαιτίας καταγγελίας της κοπέλας για βιασμό, παρέμεινε
στη φυλακή περίπου 9 μήνες για να αθωωθεί τελικά πριν λίγες ημέρες με
ομόφωνη απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Μεσσηνίας.
Η περιπέτεια του 36χρονου ξεκίνησε φέτος το Φεβρουάριο, όταν επισκέφθηκε νυχτερινό μπαρ των Φιλιατρών, όπου η 19χρονη κοπέλα εργαζόταν. Κατά τη 19χρονη, το κατάστημα ήταν καφενείο και εργαζόταν ως σερβιτόρα, αλλά κατά τον 36χρονο, μπαρ που λειτουργούσε μόνο μεταμεσονύχτιες ώρες και οι θαμώνες γνώριζαν ότι μπορούν να «κάνουν παιχνίδι» με τις κοπέλες, χαρακτηρίζοντας την εργασία τους «σερβιτόρες – κονσομασιόν».
Όταν το βράδυ, ο 36χρονος, μετά από παρότρυνση του «βετεράνου στο ξέβγαλμα γυναικών», όπως αποκάλεσε ο Εισαγγελέας του Μεικτού Δικαστηρίου τον ιδιοκτήτη του μπαρ, επέστρεψε την κοπέλα στο σπίτι της, αυτή λίγες ώρες αργότερα τον κατήγγειλε για βιασμό.
«ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΜΩΡΟ»
Τα όσα ακούσθηκαν στην αίθουσα του Δικαστηρίου, έκαναν όχι μόνο το ακροατήριο, αλλά και την έδρα, άλλοτε να μειδιάσουν και άλλοτε να… ανατριχιάσουν.
Η 19χρονη στην κατάθεσή της, υποστήριξε πως ήταν σερβιτόρα στο μαγαζί, εργαζόταν μόνο 2-3 μήνες και ήταν η πρώτη φορά που είδε τον 36χρονο. Θέλησε να παρουσιάσει στο δικαστήριο, ότι ο 36χρονος την παρενοχλούσε στο μαγαζί, φιλώντας την μάλιστα κάποια στιγμή που αυτή περνούσε κρατώντας το δίσκο.
Όταν τελείωσε η βραδιά, η 19χρονη, είπε ότι γνωστός του αφεντικού ο Ιβάν, είχε αναλάβει να την μεταφέρει από το σπίτι της που ήταν σε διπλανό χωριό στο μαγαζί και αντίστροφα, αλλά εκείνο το βράδυ είχε χαλάσει το αυτοκίνητό του. Το αφεντικό την ρώτησε αν θέλει να κοιμηθεί στο σπίτι του, μαζί με τη Ρουμάνα γυναίκα του που επίσης εργαζόταν στο μαγαζί, αλλά η 19χρονη ζήτησε να επιστρέψει στο σπίτι της.
Τότε το αφεντικό πρότεινε να την πάει ο 36χρονος, προτρέποντάς της, όπως είπε ότι «είναι καλό παιδί». Προβάλλοντας ενδοιασμούς και ο 36χρονος της είπε: «Εσένα, θα πειράξω, εσύ είσαι μωρό».
Περιέγραψε στο Δικαστήριο, ότι κάθισε στο μπροστινό κάθισμα, πρώτα άφησαν στο σπίτι του το αφεντικό της και μετά συνέχισαν για το διπλανό χωριό.
«ΒΙΑΣΜΟΣ»
Στο δρόμο, όπως υποστήριξε, ο 36χρονος οδηγώντας με το δεξί χέρι, προσπαθούσε να βάλει το αριστερό του (!) στην μπλούζα της και στα πόδια της και όταν αυτή αντιστάθηκε, πάλι με το αριστερό χέρι άρχισε να την χαστουκίζει. Σταμάτησε το αυτοκίνητο και τραβώντας την με δύναμη από τα μαλλιά την έβαλε ανάμεσα στα πόδια του και μετά οδήγησε το αυτοκίνητο σε ερημικό χωματόδρομο. Εκεί την υποχρέωσε να βγάλει τα ρούχα της.
Αυτός βγήκε από το αυτοκίνητο και πήγε στη θέση του συνοδηγού. Η κοπέλα, συνέχισε να περιγράφει ότι αυτός ξάπλωσε στη θέση του συνοδηγού και την ανάγκασε να ανέβει επάνω του. Ισχυρίσθηκε ότι προσπάθησε να «είναι συνεργάσιμη για να τελειώσει γρήγορα το μαρτύριό της». Κατέθεσε επίσης, ότι ο 36χρονος προσπάθησε να έλθει σε παρά φύση επαφή μαζί της, αλλά υποχώρησε μπροστά στις αρνήσεις της. Δεν παρέλειψε να πει ότι ο «βιαστής» της δεν έλαβε καμία προφύλαξη κατά την πράξη και όπως όταν ικανοποίησε τις ορέξεις του, την επέστρεψε στο σπίτι της, όπου αποκάλυψε στην μητέρα της τι έγινε και το πρωί κατήγγειλε βιασμό.
ΣΑΒΟΥΡΑ
Σοκαριστικές ήταν οι περιγραφές, θαμώνα του μπαρ, ο οποίος κατέθεσε στο δικαστήριο. Είπε πως σε καμία περίπτωση το μαγαζί δεν ήταν καφενείο και άνοιγε πάντα βράδυ. Περιέγραψε τον ιδιοκτήτη του μπαρ, ως άνθρωπο χωρίς όρια, ο οποίος πούλαγε μέσα στο μαγαζί ακόμα και τη Ρουμάνα γυναίκα του. Άλλωστε, όπως σημείωσε, ως «παγκόσμιος εραστής», είχε «ανά τον κόσμο 6 γυναίκες και 11 παιδιά», τα οποία δεν θα δίσταζε ακόμα και να πουλήσει αν χρειαζόταν! Η Ρουμάνα και η 19χρονη, συμπλήρωσε ήταν οι γυναίκες του μπαρ, το οποίο χαρακτήρισε ως «το τελευταίο χαρτί» του ιδιοκτήτη, καθώς πάντοτε άνθρωπος της νύχτας, τα μαγαζιά του πλέον δεν «είχαν πέραση» και είχε «ξεπέσει στη σαβούρα».
Συγκεκριμένα, είπε ότι το μπαρ αυτό, ήταν «ποτάδικο, μαγαζί της αρπαχτής». Περιγράφοντας τον ιδιοκτήτη, είπε ότι το τελευταίο που του είχε μείνει να κάνει ήταν να «ψειρίζει τις συνταξούλες από ρεμουλιμέντα» και αυτό έκαναν οι γυναίκες του μαγαζιού, τις οποίες κέρναγαν «ποτά» που συνήθως ήταν νερό ή αναψυκτικό. Δουλειά των γυναικών ήταν να πάρουν όσο πιο πολλά ποτά γίνεται, κερδίζοντας από το κόστος που ήταν 5 ευρώ για τον πελάτη, 1 ευρώ αυτές και 4 το μαγαζί.
Για την 19χρονη είπε ότι την είχε δει να κάθεται με ηλικιωμένους, οι οποίοι την χάιδευαν και πως το συγκεκριμένο βράδυ, εκείνη είδε να πλησιάζει τον κατηγορούμενο και να τον φιλάει. Όταν δε έφυγαν οι υπόλοιποι πελάτες του καταστήματος, συμπεριφερόντουσαν σαν να ήταν ζευγάρι.
Για τον περιβόητο Ιβάν, είπε ότι δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά ο «πιστός» του καταστηματάρχη που δούλευε σε όλα του τα νυχτερινά μαγαζιά, κάνοντας από απλές δουλειές, έως μπράβος.
Άφωνη έμεινε η έδρα των δικαστηρίων, όταν τον ρώτησαν, τι κόσμος σύχναζε εκεί: «Σαβούρα, νεκροί και ηλικιωμένοι που τους έτρωγαν τη συνταξούλα», επανέλαβε.
Καταλήγοντας σε κρίση, είπε ότι άδικα κατηγορείται ο 36χρονος και πως και ο ίδιος αν ήθελε «θα γινόντουσαν τα πάντα, αλλά δεν ήταν του γούστου του»
«ΚΕΡΝΑΣ ΠΟΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΧΑΪΔΕΥΕΙΣ»
Ο κατηγορούμενος, από την άλλη πλευρά, είπε ότι δεν έγινε τίποτα που δεν ήθελαν και οι δύο και πως σε αυτά τα μαγαζιά «κερνάς ποτά τις γυναίκες για να τις χαϊδεύεις και να τις φιλάς».
Τώρα είπε που βλέπει πιο ψύχραιμα τα πράγματα, καταλαβαίνει ότι έπεσε θύμα των πράξεών του, καθώς εκείνες τις ημέρες είχε πουλήσει το περίπτερό του και φαινόταν ότι είχε χρήματα, καθώς το έλεγε, αλλά και κέρναγε ποτά όλο το μαγαζί. Πιστεύει δε, όπως είπε, πως η όλη ιστορία στήθηκε από τον ιδιοκτήτη και την κοπέλα, όμως αυτός τα χρήματα τα έδωσε σε προμηθευτές με αποτέλεσμα μετά να μην έχει να πληρώσει ούτε την εγγύηση για να μην πάει φυλακή.
Απολογήθηκε ότι η 19χρονη ήταν διαχυτική μαζί του (την ήξερε όπως είπε και από άλλο μαγαζί των Φιλιατρών όπου δούλευε) και όταν έφυγαν όλοι από το μαγαζί αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν. Πράγματι του ζήτησε το αφεντικό να την πάει σπίτι και στο δρόμο άρχισαν να χαϊδεύονται. Είπε πως αν ήταν βιαστής, δεν θα είχε υποχωρήσει σε καμία άρνηση της κοπέλας, και δεν την πήγαινε έξω από την πόρτα του σπιτιού της. Μάλιστα, είπε πως όταν την άφησε ξημερώματα στο σπίτι, κανόνιζαν να συναντηθούν και την μεθεπόμενη ημέρα.
Πρόσθεσε ότι στη θέση του θα μπορούσε να ήταν οποιοσδήποτε άλλος πελάτης του μπαρ εκείνο το βράδυ, ο οποίος διέθετε αυτοκίνητο και χρήματα.
Τέλος, ο… ασυγκράτητος 36χρονος είπε ότι το μόνο που ήθελε από τη 19χρονη ήταν περιστασιακό σεξ χωρίς συναίσθημα, προσθέτοντας κιόλας «χάρη της έκανα, γιατί η γυναίκα μου είναι πολύ όμορφη»! Προφανώς, όμως η γυναίκα του, επίσης αλλοδαπή, είχε διαφορετική άποψη, καθώς είχε επιστρέψει στη χώρα της.
Το Δικαστήριο τελικά ομόφωνα αποφάσισε την αθώωσή του, λόγω αμφιβολιών. Να σημειωθεί ότι σημαντικό ρόλο στην έκβαση της δίκης, συντέλεσε και η ιατρική γνωμάτευση, η οποία δεν έδειξε ούτε σημάδια βιασμού στην κοπέλα, ούτε κακοποίησης. Πηγή: pelopsnews
Η περιπέτεια του 36χρονου ξεκίνησε φέτος το Φεβρουάριο, όταν επισκέφθηκε νυχτερινό μπαρ των Φιλιατρών, όπου η 19χρονη κοπέλα εργαζόταν. Κατά τη 19χρονη, το κατάστημα ήταν καφενείο και εργαζόταν ως σερβιτόρα, αλλά κατά τον 36χρονο, μπαρ που λειτουργούσε μόνο μεταμεσονύχτιες ώρες και οι θαμώνες γνώριζαν ότι μπορούν να «κάνουν παιχνίδι» με τις κοπέλες, χαρακτηρίζοντας την εργασία τους «σερβιτόρες – κονσομασιόν».
Όταν το βράδυ, ο 36χρονος, μετά από παρότρυνση του «βετεράνου στο ξέβγαλμα γυναικών», όπως αποκάλεσε ο Εισαγγελέας του Μεικτού Δικαστηρίου τον ιδιοκτήτη του μπαρ, επέστρεψε την κοπέλα στο σπίτι της, αυτή λίγες ώρες αργότερα τον κατήγγειλε για βιασμό.
«ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΜΩΡΟ»
Τα όσα ακούσθηκαν στην αίθουσα του Δικαστηρίου, έκαναν όχι μόνο το ακροατήριο, αλλά και την έδρα, άλλοτε να μειδιάσουν και άλλοτε να… ανατριχιάσουν.
Η 19χρονη στην κατάθεσή της, υποστήριξε πως ήταν σερβιτόρα στο μαγαζί, εργαζόταν μόνο 2-3 μήνες και ήταν η πρώτη φορά που είδε τον 36χρονο. Θέλησε να παρουσιάσει στο δικαστήριο, ότι ο 36χρονος την παρενοχλούσε στο μαγαζί, φιλώντας την μάλιστα κάποια στιγμή που αυτή περνούσε κρατώντας το δίσκο.
Όταν τελείωσε η βραδιά, η 19χρονη, είπε ότι γνωστός του αφεντικού ο Ιβάν, είχε αναλάβει να την μεταφέρει από το σπίτι της που ήταν σε διπλανό χωριό στο μαγαζί και αντίστροφα, αλλά εκείνο το βράδυ είχε χαλάσει το αυτοκίνητό του. Το αφεντικό την ρώτησε αν θέλει να κοιμηθεί στο σπίτι του, μαζί με τη Ρουμάνα γυναίκα του που επίσης εργαζόταν στο μαγαζί, αλλά η 19χρονη ζήτησε να επιστρέψει στο σπίτι της.
Τότε το αφεντικό πρότεινε να την πάει ο 36χρονος, προτρέποντάς της, όπως είπε ότι «είναι καλό παιδί». Προβάλλοντας ενδοιασμούς και ο 36χρονος της είπε: «Εσένα, θα πειράξω, εσύ είσαι μωρό».
Περιέγραψε στο Δικαστήριο, ότι κάθισε στο μπροστινό κάθισμα, πρώτα άφησαν στο σπίτι του το αφεντικό της και μετά συνέχισαν για το διπλανό χωριό.
«ΒΙΑΣΜΟΣ»
Στο δρόμο, όπως υποστήριξε, ο 36χρονος οδηγώντας με το δεξί χέρι, προσπαθούσε να βάλει το αριστερό του (!) στην μπλούζα της και στα πόδια της και όταν αυτή αντιστάθηκε, πάλι με το αριστερό χέρι άρχισε να την χαστουκίζει. Σταμάτησε το αυτοκίνητο και τραβώντας την με δύναμη από τα μαλλιά την έβαλε ανάμεσα στα πόδια του και μετά οδήγησε το αυτοκίνητο σε ερημικό χωματόδρομο. Εκεί την υποχρέωσε να βγάλει τα ρούχα της.
Αυτός βγήκε από το αυτοκίνητο και πήγε στη θέση του συνοδηγού. Η κοπέλα, συνέχισε να περιγράφει ότι αυτός ξάπλωσε στη θέση του συνοδηγού και την ανάγκασε να ανέβει επάνω του. Ισχυρίσθηκε ότι προσπάθησε να «είναι συνεργάσιμη για να τελειώσει γρήγορα το μαρτύριό της». Κατέθεσε επίσης, ότι ο 36χρονος προσπάθησε να έλθει σε παρά φύση επαφή μαζί της, αλλά υποχώρησε μπροστά στις αρνήσεις της. Δεν παρέλειψε να πει ότι ο «βιαστής» της δεν έλαβε καμία προφύλαξη κατά την πράξη και όπως όταν ικανοποίησε τις ορέξεις του, την επέστρεψε στο σπίτι της, όπου αποκάλυψε στην μητέρα της τι έγινε και το πρωί κατήγγειλε βιασμό.
ΣΑΒΟΥΡΑ
Σοκαριστικές ήταν οι περιγραφές, θαμώνα του μπαρ, ο οποίος κατέθεσε στο δικαστήριο. Είπε πως σε καμία περίπτωση το μαγαζί δεν ήταν καφενείο και άνοιγε πάντα βράδυ. Περιέγραψε τον ιδιοκτήτη του μπαρ, ως άνθρωπο χωρίς όρια, ο οποίος πούλαγε μέσα στο μαγαζί ακόμα και τη Ρουμάνα γυναίκα του. Άλλωστε, όπως σημείωσε, ως «παγκόσμιος εραστής», είχε «ανά τον κόσμο 6 γυναίκες και 11 παιδιά», τα οποία δεν θα δίσταζε ακόμα και να πουλήσει αν χρειαζόταν! Η Ρουμάνα και η 19χρονη, συμπλήρωσε ήταν οι γυναίκες του μπαρ, το οποίο χαρακτήρισε ως «το τελευταίο χαρτί» του ιδιοκτήτη, καθώς πάντοτε άνθρωπος της νύχτας, τα μαγαζιά του πλέον δεν «είχαν πέραση» και είχε «ξεπέσει στη σαβούρα».
Συγκεκριμένα, είπε ότι το μπαρ αυτό, ήταν «ποτάδικο, μαγαζί της αρπαχτής». Περιγράφοντας τον ιδιοκτήτη, είπε ότι το τελευταίο που του είχε μείνει να κάνει ήταν να «ψειρίζει τις συνταξούλες από ρεμουλιμέντα» και αυτό έκαναν οι γυναίκες του μαγαζιού, τις οποίες κέρναγαν «ποτά» που συνήθως ήταν νερό ή αναψυκτικό. Δουλειά των γυναικών ήταν να πάρουν όσο πιο πολλά ποτά γίνεται, κερδίζοντας από το κόστος που ήταν 5 ευρώ για τον πελάτη, 1 ευρώ αυτές και 4 το μαγαζί.
Για την 19χρονη είπε ότι την είχε δει να κάθεται με ηλικιωμένους, οι οποίοι την χάιδευαν και πως το συγκεκριμένο βράδυ, εκείνη είδε να πλησιάζει τον κατηγορούμενο και να τον φιλάει. Όταν δε έφυγαν οι υπόλοιποι πελάτες του καταστήματος, συμπεριφερόντουσαν σαν να ήταν ζευγάρι.
Για τον περιβόητο Ιβάν, είπε ότι δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά ο «πιστός» του καταστηματάρχη που δούλευε σε όλα του τα νυχτερινά μαγαζιά, κάνοντας από απλές δουλειές, έως μπράβος.
Άφωνη έμεινε η έδρα των δικαστηρίων, όταν τον ρώτησαν, τι κόσμος σύχναζε εκεί: «Σαβούρα, νεκροί και ηλικιωμένοι που τους έτρωγαν τη συνταξούλα», επανέλαβε.
Καταλήγοντας σε κρίση, είπε ότι άδικα κατηγορείται ο 36χρονος και πως και ο ίδιος αν ήθελε «θα γινόντουσαν τα πάντα, αλλά δεν ήταν του γούστου του»
«ΚΕΡΝΑΣ ΠΟΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΧΑΪΔΕΥΕΙΣ»
Ο κατηγορούμενος, από την άλλη πλευρά, είπε ότι δεν έγινε τίποτα που δεν ήθελαν και οι δύο και πως σε αυτά τα μαγαζιά «κερνάς ποτά τις γυναίκες για να τις χαϊδεύεις και να τις φιλάς».
Τώρα είπε που βλέπει πιο ψύχραιμα τα πράγματα, καταλαβαίνει ότι έπεσε θύμα των πράξεών του, καθώς εκείνες τις ημέρες είχε πουλήσει το περίπτερό του και φαινόταν ότι είχε χρήματα, καθώς το έλεγε, αλλά και κέρναγε ποτά όλο το μαγαζί. Πιστεύει δε, όπως είπε, πως η όλη ιστορία στήθηκε από τον ιδιοκτήτη και την κοπέλα, όμως αυτός τα χρήματα τα έδωσε σε προμηθευτές με αποτέλεσμα μετά να μην έχει να πληρώσει ούτε την εγγύηση για να μην πάει φυλακή.
Απολογήθηκε ότι η 19χρονη ήταν διαχυτική μαζί του (την ήξερε όπως είπε και από άλλο μαγαζί των Φιλιατρών όπου δούλευε) και όταν έφυγαν όλοι από το μαγαζί αγκαλιάζονταν και φιλιόντουσαν. Πράγματι του ζήτησε το αφεντικό να την πάει σπίτι και στο δρόμο άρχισαν να χαϊδεύονται. Είπε πως αν ήταν βιαστής, δεν θα είχε υποχωρήσει σε καμία άρνηση της κοπέλας, και δεν την πήγαινε έξω από την πόρτα του σπιτιού της. Μάλιστα, είπε πως όταν την άφησε ξημερώματα στο σπίτι, κανόνιζαν να συναντηθούν και την μεθεπόμενη ημέρα.
Πρόσθεσε ότι στη θέση του θα μπορούσε να ήταν οποιοσδήποτε άλλος πελάτης του μπαρ εκείνο το βράδυ, ο οποίος διέθετε αυτοκίνητο και χρήματα.
Τέλος, ο… ασυγκράτητος 36χρονος είπε ότι το μόνο που ήθελε από τη 19χρονη ήταν περιστασιακό σεξ χωρίς συναίσθημα, προσθέτοντας κιόλας «χάρη της έκανα, γιατί η γυναίκα μου είναι πολύ όμορφη»! Προφανώς, όμως η γυναίκα του, επίσης αλλοδαπή, είχε διαφορετική άποψη, καθώς είχε επιστρέψει στη χώρα της.
Το Δικαστήριο τελικά ομόφωνα αποφάσισε την αθώωσή του, λόγω αμφιβολιών. Να σημειωθεί ότι σημαντικό ρόλο στην έκβαση της δίκης, συντέλεσε και η ιατρική γνωμάτευση, η οποία δεν έδειξε ούτε σημάδια βιασμού στην κοπέλα, ούτε κακοποίησης. Πηγή: pelopsnews