Έξι και πλέον έτη μετά την κήρυξη της επανάστασης, η κατάπνιξή της
φαντάζει απλώς θέμα χρόνου από την Τουρκοαιγυπτιακή στρατιά υπό την
στρατηγία του Ιμπραήμ Πασά.
Μετά από τις γενναίες νίκες των Ελλήνων έναντί του Οθωμανικού στρατού κατά τα πρώτα έτη του Αγώνα, δύο εμφύλιοι πόλεμοι και η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο κατ᾽ εντολή του Σουλτάνου έχουν καταστήσει τα πράγματα εξαιρετικά δυσχερή. Μετά την προέλαση της Τουρκοαιγυπτιακής στρατιάς, σχεδόν ολόκληρη η Πελοπόννησος πέφτει ξανά στον Οθωμανικό ζυγό. Η πτώση της Ακρόπολης στις 24 Μαΐου 1827, μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη και την καταστροφή του ελληνικού στρατού στη Μάχη του Αναλάτου ήταν ένα ακόμη σημάδι πως ο Αγώνας «κρεμόταν από μία κλωστή». Μικροί πυρήνες παρέμεναν στην Ύδρα και στο Ναύπλιο, μέρη στα οποία κατευθύνονταν οι Οθωμανικές στρατιές. Όμως, ακόμη και με αυτά τα δεδομένα, τα οποία ανθρώπινα δεν έδιναν καμιά ελπίδα στους Αγωνιστές μας, η Ελλάδα σύντομα θα απελευθερωνόταν, γιατί αυτή ήταν η βούληση του Θεού. Χαρακτηριστικό για την πίστη αυτή των Ελλήνων είναι το ακόλουθο περιστατικό που αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη: « «Εκεί οπούφκιαχνα τις θέσες εις τους Μύλους (Κοντά στο Ναύπλιο) ήρθε ο Ντερνύς (Derigny Anri Gautier, Γάλλος ναύαρχος) να με ιδή. Μου λέγει. ‘Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες. Τι πόλεμον θα κάνετε με τον Μπραϊμη αυτού;’ – Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κι’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο θεός όπου μας προστατεύει».
Οι "θεοσημίες" λοιπόν δεν άργησαν να φανούν.
Η πολιτική των τριών Μεγάλων Δυνάμεων έναντί του Ελληνικού ζητήματος αρχίζει να μεταβάλλεται. Μεγάλη η συμβολή του Γεωργίου Κάνινγκ, ο οποίος μόλις έχει αναλάβει Υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας.
Αυτή η «στροφή» επικυρώνεται με τη συνθήκη του Λονδίνου του 1827, η οποία προέβλεπε τη δημιουργία ελληνικού κράτους, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, με σύνορα από τον Αμβρακικό έως τον Παγασητικό Κόλπο και την άμεση κατάπαυση των εχθροπαξιών. Η συνθήκη έγινε αποδεκτή από τους Έλληνες αλλά απερρίφθη από τον Σουλτάνο.
Υπήρχε όμως κρυφός Όρος στη συνθήκη, πως αν δεν γίνει αποδεκτή θα έπρεπε να επιβληθεί, ακόμη και με τη χρήση πολεμικών μέσων. Με αυτή τη συνθήκη λοιπόν ανά χείρας, στις 20 Οκτωβρίου 1827, οι Ναύαρχοι των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Δεριγνύ, Κόδριγκτον και Χέϋδεν) κατευθύνθηκαν προς τον όρμο του Ναυαρίνου, όπου ήταν σταθμευμένος ο Τουρκοαιγυπτιακός στόλος για να διαπραγματευτούν με τον Ιμπραήμ σχετικά με την προτεινόμενη ανακωχή. Ο στενός όρμος γέμιζε με τα τεράστια πλοία (τα μεγαλύτερα πλοία των συμμάχων με τα όνομα Asia (Αγγλία), Breslau (Γαλλία) και Gangut (Ρωσία) είχαν 84 κανόνια και μήκος 60 μέτρων έκαστο!). 22 πλοία συνολικά οι σύμμαχοι και πάνω από 78 πλοία οι Τουρκοαιγύπτιοι, μέσα σε ένα μικρό όρμο.
Απόλυτη σιγή.
Όλοι οι άντρες έτοιμοι στα κανόνια, αλλά οι εντολές των Ναυάρχων είναι σαφείς: «Να υπάρξει εμπλοκή μόνο σε περίπτωση που δεχθούμε επίθεση». Εκεί ακριβώς είναι που ενεργεί η Θεία Πρόνοια. Καθώς τα συμμαχικά πλοία ακόμη έμπαιναν στον όρμο, ο λοχαγός Thomas Fellowes, πλήρωμα της φρεγάτας Dartmouth, είχε διαταχθεί - με 6 μικρά πλοιάρια - να προσέχει τις κινήσεις των Οθωμανών.
Καθώς τα συμμαχικά πλοία συνέχισαν να κινούνται προς τον όρμο, ο Fellowes παρατήρησε ότι ένα οθωμανικό πλήρωμα προετοίμαζε ένα πυρπολικό και έστειλε μία βάρκα για να τους πει να σταματήσουν.
Οι Οθωμανοί πυροβόλησαν εναντίον της βάρκας. Ο Fellowes έστειλε ένα άλλο πλοιάριο για να ρυμουλκήσει το πυρπολικό σε ασφαλή απόσταση, αλλά οι Οθωμανοί πυροβόλησαν και σ᾽ αυτό, προκαλώντας απώλειες. Ο Fellowes ανταπέδοσε τα πυρά. Αυτή τη χρονική στιγμή, η γαλλική ναυαρχίδα Sirene περνούσε κοντά και οι άνδρες της άνοιξαν πυρ για να υποστηρίξουν το πλοίο Dartmourh. Αμέσως μία οθωμανική κορβέτα επιτίθεται στη γαλλική ναυαρχίδα. Ένα «τυχαίο» γεγονός, είναι και το μοιραίο. Η αλυσιδωτή αντίδραση πυρών γενικεύεται και απλώνεται σε όλο τον όρμο.
Μέχρι τις 4 το απόγευμα, και οι τρεις οθωμανικές ναυαρχίδες είχαν καταστραφεί. Έτσι τα υπόλοιπα, μικρότερα οθωμανικά πλοία έμειναν στο έλεος των 10 συμμαχικών ναυαρχίδων, από τις οποίες καμία δεν είχε καταστραφεί. Ακολούθησε πραγματική σφαγή των Οθωμανών. Ο Κόδριγκτον προσπάθησε δύο φορές να διατάξει κατάπαυση του πυρός, αλλά τα σήματάτου δεν εισακούστηκαν λόγω της έντασης της μάχης. Στις επόμενες δύο ώρες, σχεδόν το σύνολο του Οθωμανικού στόλου καταστράφηκε. Ο απολογισμός: 15.000 νεκροί και 1.109 τραυματίες από την Τουρκοαιγυπτιακή πλευρά, 181 νεκροί και 480 τραυματίες από τη συμμαχική.
Το θαύμα είχε συντελεστεί. Η μεγαλύτερη εχθρική δύναμη βρισκόταν πλέον στο βυθό της θάλασσας και η δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους ήταν πιο κοντά από ποτέ. Και όλα μέσα σε μερικές ώρες.
Μετά από τις γενναίες νίκες των Ελλήνων έναντί του Οθωμανικού στρατού κατά τα πρώτα έτη του Αγώνα, δύο εμφύλιοι πόλεμοι και η απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο κατ᾽ εντολή του Σουλτάνου έχουν καταστήσει τα πράγματα εξαιρετικά δυσχερή. Μετά την προέλαση της Τουρκοαιγυπτιακής στρατιάς, σχεδόν ολόκληρη η Πελοπόννησος πέφτει ξανά στον Οθωμανικό ζυγό. Η πτώση της Ακρόπολης στις 24 Μαΐου 1827, μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη και την καταστροφή του ελληνικού στρατού στη Μάχη του Αναλάτου ήταν ένα ακόμη σημάδι πως ο Αγώνας «κρεμόταν από μία κλωστή». Μικροί πυρήνες παρέμεναν στην Ύδρα και στο Ναύπλιο, μέρη στα οποία κατευθύνονταν οι Οθωμανικές στρατιές. Όμως, ακόμη και με αυτά τα δεδομένα, τα οποία ανθρώπινα δεν έδιναν καμιά ελπίδα στους Αγωνιστές μας, η Ελλάδα σύντομα θα απελευθερωνόταν, γιατί αυτή ήταν η βούληση του Θεού. Χαρακτηριστικό για την πίστη αυτή των Ελλήνων είναι το ακόλουθο περιστατικό που αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη: « «Εκεί οπούφκιαχνα τις θέσες εις τους Μύλους (Κοντά στο Ναύπλιο) ήρθε ο Ντερνύς (Derigny Anri Gautier, Γάλλος ναύαρχος) να με ιδή. Μου λέγει. ‘Τι κάνεις αυτού; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες. Τι πόλεμον θα κάνετε με τον Μπραϊμη αυτού;’ – Του λέγω, είναι αδύνατες οι θέσεις κι’ εμείς, όμως είναι δυνατός ο θεός όπου μας προστατεύει».
Οι "θεοσημίες" λοιπόν δεν άργησαν να φανούν.
Η πολιτική των τριών Μεγάλων Δυνάμεων έναντί του Ελληνικού ζητήματος αρχίζει να μεταβάλλεται. Μεγάλη η συμβολή του Γεωργίου Κάνινγκ, ο οποίος μόλις έχει αναλάβει Υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας.
Αυτή η «στροφή» επικυρώνεται με τη συνθήκη του Λονδίνου του 1827, η οποία προέβλεπε τη δημιουργία ελληνικού κράτους, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου, με σύνορα από τον Αμβρακικό έως τον Παγασητικό Κόλπο και την άμεση κατάπαυση των εχθροπαξιών. Η συνθήκη έγινε αποδεκτή από τους Έλληνες αλλά απερρίφθη από τον Σουλτάνο.
Υπήρχε όμως κρυφός Όρος στη συνθήκη, πως αν δεν γίνει αποδεκτή θα έπρεπε να επιβληθεί, ακόμη και με τη χρήση πολεμικών μέσων. Με αυτή τη συνθήκη λοιπόν ανά χείρας, στις 20 Οκτωβρίου 1827, οι Ναύαρχοι των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Δεριγνύ, Κόδριγκτον και Χέϋδεν) κατευθύνθηκαν προς τον όρμο του Ναυαρίνου, όπου ήταν σταθμευμένος ο Τουρκοαιγυπτιακός στόλος για να διαπραγματευτούν με τον Ιμπραήμ σχετικά με την προτεινόμενη ανακωχή. Ο στενός όρμος γέμιζε με τα τεράστια πλοία (τα μεγαλύτερα πλοία των συμμάχων με τα όνομα Asia (Αγγλία), Breslau (Γαλλία) και Gangut (Ρωσία) είχαν 84 κανόνια και μήκος 60 μέτρων έκαστο!). 22 πλοία συνολικά οι σύμμαχοι και πάνω από 78 πλοία οι Τουρκοαιγύπτιοι, μέσα σε ένα μικρό όρμο.
Απόλυτη σιγή.
Όλοι οι άντρες έτοιμοι στα κανόνια, αλλά οι εντολές των Ναυάρχων είναι σαφείς: «Να υπάρξει εμπλοκή μόνο σε περίπτωση που δεχθούμε επίθεση». Εκεί ακριβώς είναι που ενεργεί η Θεία Πρόνοια. Καθώς τα συμμαχικά πλοία ακόμη έμπαιναν στον όρμο, ο λοχαγός Thomas Fellowes, πλήρωμα της φρεγάτας Dartmouth, είχε διαταχθεί - με 6 μικρά πλοιάρια - να προσέχει τις κινήσεις των Οθωμανών.
Καθώς τα συμμαχικά πλοία συνέχισαν να κινούνται προς τον όρμο, ο Fellowes παρατήρησε ότι ένα οθωμανικό πλήρωμα προετοίμαζε ένα πυρπολικό και έστειλε μία βάρκα για να τους πει να σταματήσουν.
Οι Οθωμανοί πυροβόλησαν εναντίον της βάρκας. Ο Fellowes έστειλε ένα άλλο πλοιάριο για να ρυμουλκήσει το πυρπολικό σε ασφαλή απόσταση, αλλά οι Οθωμανοί πυροβόλησαν και σ᾽ αυτό, προκαλώντας απώλειες. Ο Fellowes ανταπέδοσε τα πυρά. Αυτή τη χρονική στιγμή, η γαλλική ναυαρχίδα Sirene περνούσε κοντά και οι άνδρες της άνοιξαν πυρ για να υποστηρίξουν το πλοίο Dartmourh. Αμέσως μία οθωμανική κορβέτα επιτίθεται στη γαλλική ναυαρχίδα. Ένα «τυχαίο» γεγονός, είναι και το μοιραίο. Η αλυσιδωτή αντίδραση πυρών γενικεύεται και απλώνεται σε όλο τον όρμο.
Μέχρι τις 4 το απόγευμα, και οι τρεις οθωμανικές ναυαρχίδες είχαν καταστραφεί. Έτσι τα υπόλοιπα, μικρότερα οθωμανικά πλοία έμειναν στο έλεος των 10 συμμαχικών ναυαρχίδων, από τις οποίες καμία δεν είχε καταστραφεί. Ακολούθησε πραγματική σφαγή των Οθωμανών. Ο Κόδριγκτον προσπάθησε δύο φορές να διατάξει κατάπαυση του πυρός, αλλά τα σήματάτου δεν εισακούστηκαν λόγω της έντασης της μάχης. Στις επόμενες δύο ώρες, σχεδόν το σύνολο του Οθωμανικού στόλου καταστράφηκε. Ο απολογισμός: 15.000 νεκροί και 1.109 τραυματίες από την Τουρκοαιγυπτιακή πλευρά, 181 νεκροί και 480 τραυματίες από τη συμμαχική.
Το θαύμα είχε συντελεστεί. Η μεγαλύτερη εχθρική δύναμη βρισκόταν πλέον στο βυθό της θάλασσας και η δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους ήταν πιο κοντά από ποτέ. Και όλα μέσα σε μερικές ώρες.