Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, οι γυναίκες που χάνουν τον σύζυγό τους έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρά προβλήματα υγείας στα τελευταία χρόνια της ζωής τους, συγκριτικά με τις γυναίκες που ζουν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα με τoν άνδρα τους.
Ωστόσο, για τους άνδρες ισχύει το ακριβώς αντίθετο, αφού κινδυνεύουν πολύ περισσότερο να μαραζώσουν αφού χάσουν τη σύζυγό τους. Αυτό συμβαίνει επειδή, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι άνδρες είναι περισσότερο εξαρτημένοι από τις γυναίκες τους απ” ό,τι το αντίστροφο.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της έρευνας, την Δρ. Κατερίνα Τρεβιζάν, του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, η παρουσία μιας συζύγου στο σπίτι ευνοεί τους άνδρες από άποψη διαχείρισης του νοικοκυριού και από άποψη υγιεινής, ενώ οι γυναίκες «έχουν περισσότερες πιθανότητες να νιώσουν αγχωμένες και καταπιεσμένες εξαιτίας της συζυγικής ζωής».
Όπως επισημαίνει «καθώς οι γυναίκες ζουν γενικά περισσότερα χρόνια από τους άνδρες, οι παντρεμένες γυναίκες επιβαρύνονται τις περισσότερες φορές από τη φροντίδα του συντρόφου τους, αφιερώνοντας όλη τους τη ζωή σε αυτόν τον σκοπό». Αυτός ο τρόπος ζωής τις γεμίζει άγχος, καταπονεί τον οργανισμό τους και οδηγεί σε πολλά προβλήματα υγείας.
Άλλος ένας παράγοντας που καθιστά τελείως διαφορετικές τις επιπτώσεις της χηρείας σε άνδρες και γυναίκες, είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν το πένθος τα δύο φύλλα, με τις γυναίκες να έχουν αρκετά λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη.
Στο πλαίσιο της ίδιας έρευνας, αποκαλύφθηκε ότι οι ανύπαντρες γυναίκες έχουν μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με τις συνομήλικές τους παντρεμένες γυναίκες, ενώ και σε αυτήν την περίπτωση οι «εργένηδες» εμφανίζονται… αδικημένοι, αφού η μοναχική ζωή τους προκαλεί περισσότερα προβλήματα παρά οφέλη.
Συγκεκριμένα (πάντα συγκριτικά με τις ανύπαντρες γυναίκες) οι εργένηδες έχουν μειωμένη ικανοποίηση με τη δουλειά και τη ζωή τους, υψηλότερα ποσοστά κοινωνικής απομόνωσης και λιγότερη ενεργητικότητα.