Σύμφωνα με έρευνες των επιστημόνων η κατάθλιψη μπορεί να μας
κληροδοτηθεί από τους γονείς μας αλλά ακόμη και από τους παππούδες μας
αν έχουν νοσήσει. Πρόκειται δηλαδή για μία νόσο με πολλές πιθανότητες να
περάσει από γενιά σε γενιά μέσω του DNA.
Νεότερες όμως έρευνες δείχνουν ότι σχέση με την κατάθλιψη έχει και η φτώχεια.
Μία πρόσφατη μελέτη αποκαλύπτει ότι:
η καθημερινή ζωή σε συνθήκες φτώχειας μπορεί να επιφέρει μικρές αλλαγές στο DNA των παιδιών, κληροδοτώντας ουσιαστικά την κατάθλιψη. Οι αλλαγές αυτές σταδιακά συσσωρεύονται και επηρεάζουν την ανάπτυξη του παιδιού έχοντας ως αποτέλεσμα να εμφανίσει αργότερα άγχος και κατάθλιψη.
Σε παιδιά που υποβλήθηκαν σε νευρολογικά τεστ φάνηκε ότι στα φτωχά παιδιά υπήρξαν στο διάστημα της τριετίας που γινόταν τα πειράματα, επιγενετικές αλλαγές – στο γονίδιο SLC6A4 – το οποίο ρυθμίζει μια πρωτεΐνη που μεταφέρει σεροτονίνη στα εγκεφαλικά κύτταρά με αποτέλεσμα αυτά τα παιδιά να είναι πιο επιρρεπή σε φοβίες, κρίσεις πανικού και κατάθλιψη. Όταν τα παιδιά είχαν και γονείς ή παππούδες καταθλιπτικούς τότε ο κίνδυνος να εμφανίσουν κατάθλιψη ήταν μεγαλύτερος.
Σίγουρα το να μην έχει ένα παιδί το φαγητό που πρέπει, τα παιχνίδια που χρειάζεται, τα ρούχα αλλά και γενικότερα τις σωστές συνθήκες διαβίωσης μπορούν να επηρεάσουν την ψυχολογία του και να προκαλέσουν άγχος και αισθήματα μειονεξίας απέναντι στα άλλα παιδιά.
Όμως οι έρευνες πρέπει να συνεχιστούν καθώς υπάρχουν περιπτώσεις παιδιών που παρά τις δύσκολες συνθήκες και την φτώχεια ανέπτυξαν μία καθ’ όλα ισορροπημένη προσωπικότητα και δεν εμφάνισαν ποτέ κατάθλιψη και άλλες περιπτώσεις παιδιών που παρά το γεγονός ότι μεγάλωσαν χωρίς να τους λείψει τίποτα παρουσίασαν ψυχολογικές διαταραχές, κατάθλιψη αλλά ακόμη και τάσεις αυτοκτονίας.
Νεότερες όμως έρευνες δείχνουν ότι σχέση με την κατάθλιψη έχει και η φτώχεια.
Μία πρόσφατη μελέτη αποκαλύπτει ότι:
η καθημερινή ζωή σε συνθήκες φτώχειας μπορεί να επιφέρει μικρές αλλαγές στο DNA των παιδιών, κληροδοτώντας ουσιαστικά την κατάθλιψη. Οι αλλαγές αυτές σταδιακά συσσωρεύονται και επηρεάζουν την ανάπτυξη του παιδιού έχοντας ως αποτέλεσμα να εμφανίσει αργότερα άγχος και κατάθλιψη.
Σε παιδιά που υποβλήθηκαν σε νευρολογικά τεστ φάνηκε ότι στα φτωχά παιδιά υπήρξαν στο διάστημα της τριετίας που γινόταν τα πειράματα, επιγενετικές αλλαγές – στο γονίδιο SLC6A4 – το οποίο ρυθμίζει μια πρωτεΐνη που μεταφέρει σεροτονίνη στα εγκεφαλικά κύτταρά με αποτέλεσμα αυτά τα παιδιά να είναι πιο επιρρεπή σε φοβίες, κρίσεις πανικού και κατάθλιψη. Όταν τα παιδιά είχαν και γονείς ή παππούδες καταθλιπτικούς τότε ο κίνδυνος να εμφανίσουν κατάθλιψη ήταν μεγαλύτερος.
Σίγουρα το να μην έχει ένα παιδί το φαγητό που πρέπει, τα παιχνίδια που χρειάζεται, τα ρούχα αλλά και γενικότερα τις σωστές συνθήκες διαβίωσης μπορούν να επηρεάσουν την ψυχολογία του και να προκαλέσουν άγχος και αισθήματα μειονεξίας απέναντι στα άλλα παιδιά.
Όμως οι έρευνες πρέπει να συνεχιστούν καθώς υπάρχουν περιπτώσεις παιδιών που παρά τις δύσκολες συνθήκες και την φτώχεια ανέπτυξαν μία καθ’ όλα ισορροπημένη προσωπικότητα και δεν εμφάνισαν ποτέ κατάθλιψη και άλλες περιπτώσεις παιδιών που παρά το γεγονός ότι μεγάλωσαν χωρίς να τους λείψει τίποτα παρουσίασαν ψυχολογικές διαταραχές, κατάθλιψη αλλά ακόμη και τάσεις αυτοκτονίας.