Στο λιμάνι του Ναβαρίνου οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας,
Γαλλίας, Ρωσίας), με ναυάρχους τους Κόδριγκτον, Δεριγνί και Χέιδεν,
καταστρέφουν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο του Ιμπραήμ και ανοίγουν το
δρόμο για την ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Οι απώλειες του Ιμπραήμ ήταν 60 πλοία και 6.000 άνδρες, ενώ των συμμάχων 654 νεκροί εκ των οποίων 272 Βρετανοί, 184 Γάλλοι και 198 Ρώσοι, χωρίς να βυθιστεί κανένα σκάφος.
Αυτή ήταν η τελευταία ναυμαχία που διεξήχθη αποκλειστικά με ιστιοφόρα.
Τα γεγονότα
Οι συμμαχικές δυνάμεις συμφώνησαν με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1827), περί τα τέλη Ιουνίου, να αναγκάσουν την οθωμανική κυβέρνηση να παραχωρήσει αυτονομία στους Έλληνες και απέστειλαν ναυτικές μοίρες στην ανατολική Μεσόγειο για να επιβάλουν την πολιτική τους.
Η Ελληνική πλευρά με πράξη της 21ης Ιουνίου δέχθηκε αμέσως την συμφωνία αλλά ο Ιμπραήμ, που στο μεταξύ έλεγχε σχεδόν όλη την Πελοπόννησο, ζήτησε προθεσμία έως ότου λάβει εντολές από την Αίγυπτο και την Κωνσταντινούπολη. Ανέφερε μάλιστα ότι ο στόλος του δεν θα φύγει από την Πύλο πριν έλθουν οι διαταγές που περιμένει.
Οι Βρετανοί εκτιμούσαν ότι «αν αφήσουμε τον Ιμπραήμ να παραμείνει στην Ελλάδα, το ένα τρίτο των κατοίκων θα λιμοκτονήσει». Οι τρεις επικεφαλής, αντιναύαρχος Κόδριγκτον, υποναύαρχος Δεριγνί και υποναύαρχος Χέιδεν έκριναν ότι δεν πρέπει να παραμείνουν θεατές των βιαιοπραγιών των Οθωμανών. Προηγουμένως ο Στράτφορντ Κάνιγκ είχε δώσει στον Κόδριγκτον την δική του ερμηνεία της Συνθήκης του Λονδίνου: «Αν δεν εισακουσθεί ο λόγος σας, μεταχειριστείτε τα πυροβόλα».
Ο συμμαχικός στόλος εισήλθε στην Πύλο και άρχισε να παίρνει θέσεις μάχης.
Μια βρετανική λέμβος με σημαία κήρυκος προσέγγισε ένα αιγυπτιακό πυρπολικό με σκοπό να του ζητήσει να απομακρυνθεί.
Οι Αιγύπτιοι πυροβόλησαν πρώτοι και σκότωσαν αξιωματικό που επέβαινε στην λέμβο. Παρόμοιο επεισόδιο έγινε και σε άλλο σημείο.
Ο Κόδριγκτον έστειλε τον Έλληνα πρωραία Μιχαήλ να ζητήσει από τον Αιγύπτιο ναύαρχο να παραμείνει ουδέτερος. Αφού ο Μιχαήλ παρέδωσε το μήνυμα, ενώ επέστρεφε στη λέμβο δέχθηκε εν ψυχρώ πυροβολισμό από Τούρκο ναυτικό, ο οποίος διέκρινε ότι ο απεσταλμένος του Άγγλου ναυάρχου ήταν Έλληνας.
Ο Δεριγνύ από την πλευρά του ζήτησε επίσης από την πλησίον του Αιγυπτιακή φρεγάτα να μην ανοίξει πυρ. Ωστόσο, η ένταση δεν ήταν δυνατόν πλέον να ελεγχθεί.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, κρίνοντας ότι έχει αριθμητική υπεροχή άνοιξε πυρ κατά συμμαχικών πλοίων και η ναυμαχία άρχισε σε όλη τη διάταξη των πλοίων.
Σε κρίσιμη στιγμή της ναυμαχίας μπήκε στο λιμάνι ο Ρωσικός στόλος από οκτώ πλοία. Λεπτομερείς περιγραφές της μάχης αναφέρουν ότι τα πλοία ήταν τόσο κοντά μεταξύ τους, ώστε εμπλέκονταν τα ξάρτια τους οι δε ναύτες έβαλαν ακόμα και με πιστόλια.
Μέχρι τις 5 το απόγευμα τα περισσότερα τουρκοαιγυπτιακά πλοία είχαν καταστραφεί ή παραδοθεί. Ο Δεριγνί ανέφερε ότι «στην ιστορία δεν υπήρξε μεγαλύτερη καταστροφή στόλου».
Την επομένη ημέρα οι σύμμαχοι απαίτησαν από τον Ιμπραήμ, που στο μεταξύ είχε καταφύγει στα βουνά της Μεσσηνίας, να υψώσει λευκή σημαία σε όλα τα φρούρια με την απειλή ότι αν ριχτεί έστω και ένας πυροβολισμός θα θεωρηθεί ως κήρυξη πολέμου.
Οι Οθωμανοί αποδέχτηκαν και υπεγράφη ανακωχή πάνω στην ναυαρχίδα του Κόδριγκτον.
Οι απώλειες του Ιμπραήμ ήταν 60 πλοία και 6.000 άνδρες, ενώ των συμμάχων 654 νεκροί εκ των οποίων 272 Βρετανοί, 184 Γάλλοι και 198 Ρώσοι, χωρίς να βυθιστεί κανένα σκάφος.
Αυτή ήταν η τελευταία ναυμαχία που διεξήχθη αποκλειστικά με ιστιοφόρα.
Τα γεγονότα
Οι συμμαχικές δυνάμεις συμφώνησαν με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1827), περί τα τέλη Ιουνίου, να αναγκάσουν την οθωμανική κυβέρνηση να παραχωρήσει αυτονομία στους Έλληνες και απέστειλαν ναυτικές μοίρες στην ανατολική Μεσόγειο για να επιβάλουν την πολιτική τους.
Η Ελληνική πλευρά με πράξη της 21ης Ιουνίου δέχθηκε αμέσως την συμφωνία αλλά ο Ιμπραήμ, που στο μεταξύ έλεγχε σχεδόν όλη την Πελοπόννησο, ζήτησε προθεσμία έως ότου λάβει εντολές από την Αίγυπτο και την Κωνσταντινούπολη. Ανέφερε μάλιστα ότι ο στόλος του δεν θα φύγει από την Πύλο πριν έλθουν οι διαταγές που περιμένει.
Οι Βρετανοί εκτιμούσαν ότι «αν αφήσουμε τον Ιμπραήμ να παραμείνει στην Ελλάδα, το ένα τρίτο των κατοίκων θα λιμοκτονήσει». Οι τρεις επικεφαλής, αντιναύαρχος Κόδριγκτον, υποναύαρχος Δεριγνί και υποναύαρχος Χέιδεν έκριναν ότι δεν πρέπει να παραμείνουν θεατές των βιαιοπραγιών των Οθωμανών. Προηγουμένως ο Στράτφορντ Κάνιγκ είχε δώσει στον Κόδριγκτον την δική του ερμηνεία της Συνθήκης του Λονδίνου: «Αν δεν εισακουσθεί ο λόγος σας, μεταχειριστείτε τα πυροβόλα».
Ο συμμαχικός στόλος εισήλθε στην Πύλο και άρχισε να παίρνει θέσεις μάχης.
Μια βρετανική λέμβος με σημαία κήρυκος προσέγγισε ένα αιγυπτιακό πυρπολικό με σκοπό να του ζητήσει να απομακρυνθεί.
Οι Αιγύπτιοι πυροβόλησαν πρώτοι και σκότωσαν αξιωματικό που επέβαινε στην λέμβο. Παρόμοιο επεισόδιο έγινε και σε άλλο σημείο.
Ο Κόδριγκτον έστειλε τον Έλληνα πρωραία Μιχαήλ να ζητήσει από τον Αιγύπτιο ναύαρχο να παραμείνει ουδέτερος. Αφού ο Μιχαήλ παρέδωσε το μήνυμα, ενώ επέστρεφε στη λέμβο δέχθηκε εν ψυχρώ πυροβολισμό από Τούρκο ναυτικό, ο οποίος διέκρινε ότι ο απεσταλμένος του Άγγλου ναυάρχου ήταν Έλληνας.
Ο Δεριγνύ από την πλευρά του ζήτησε επίσης από την πλησίον του Αιγυπτιακή φρεγάτα να μην ανοίξει πυρ. Ωστόσο, η ένταση δεν ήταν δυνατόν πλέον να ελεγχθεί.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, κρίνοντας ότι έχει αριθμητική υπεροχή άνοιξε πυρ κατά συμμαχικών πλοίων και η ναυμαχία άρχισε σε όλη τη διάταξη των πλοίων.
Σε κρίσιμη στιγμή της ναυμαχίας μπήκε στο λιμάνι ο Ρωσικός στόλος από οκτώ πλοία. Λεπτομερείς περιγραφές της μάχης αναφέρουν ότι τα πλοία ήταν τόσο κοντά μεταξύ τους, ώστε εμπλέκονταν τα ξάρτια τους οι δε ναύτες έβαλαν ακόμα και με πιστόλια.
Μέχρι τις 5 το απόγευμα τα περισσότερα τουρκοαιγυπτιακά πλοία είχαν καταστραφεί ή παραδοθεί. Ο Δεριγνί ανέφερε ότι «στην ιστορία δεν υπήρξε μεγαλύτερη καταστροφή στόλου».
Την επομένη ημέρα οι σύμμαχοι απαίτησαν από τον Ιμπραήμ, που στο μεταξύ είχε καταφύγει στα βουνά της Μεσσηνίας, να υψώσει λευκή σημαία σε όλα τα φρούρια με την απειλή ότι αν ριχτεί έστω και ένας πυροβολισμός θα θεωρηθεί ως κήρυξη πολέμου.
Οι Οθωμανοί αποδέχτηκαν και υπεγράφη ανακωχή πάνω στην ναυαρχίδα του Κόδριγκτον.