Ο κόσμος της τηλεόρασης είναι ένας κόσμος μαγικός. Ένας κόσμος με διαφορετικούς κανόνες, πρότυπα, νόρμες, ένας κόσμος με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Πρωταγωνιστές που ο κόσμος αγαπά και εκείνοι με τη σειρά τους αγαπούν τον κόσμο και αυτή η επικοινωνία είναι ακόμα πιο έντονη και πιο προσωπική, μέσω της reality tv. Όπου ομάδες παικτών έχουν μία συγκεκριμένη αποστολή, από την οποία προκύπτει ένας νικητής, ο οποίος συνήθως είναι και ο νικητής της καρδιάς των τηλεθεατών.
Τα
τελευταία δύο χρόνια, από την επιστροφή του Survivor τα reality έχουν
ξαναμπεί στα σπίτια και την καθημερινότητά μας, μετά από αρκετόν καιρό
που ο κόσμος παρακολουθούσε, όχι τόσο φανατικά, reality τραγουδιού. Και η
αλήθεια είναι ότι είχαμε αρκετούς πρωταγωνιστές.
Ο πιο
συζητημένος είναι σίγουρα ο νικητής του Survivor, Γιώργος Αγγελόπουλος,
κατά κόσμον Ντάνος. Στην περίπτωση του προπονητή θαλάσσιου σκι και
πρώην ποδοσφαιριστή απ’ τη Σκιάθο, είναι εύκολο να καταλάβει κανείς για
ποιον λόγο κέρδισε το κοινό. Είναι ο όμορφος και γεροδεμένος άνδρας,
που παλεύει μόνος εναντίον όλων, με ομάδες «διασήμων» (προνομοιούχων) να
τον επιβουλεύονται. Ο ίδιος προσεύχεται πριν φάει μεσημεριανο και
αφιερώνει τη νίκη του στην παναγία και την αγαπημένη του μητέρα,
κόβωντας το νήμα του τέρματος με ένα βροντερό ουρλιαχτό του Ταρζάν.
Απολύτως λογική η αποδοχή που εισέπραξε και εδώ που τα λέμε δικαίως
κέρδισε κιόλας, ως καλός αθλητής.
Αργότερα ο αγαπητός Ντάνος επανήλθε στην τηλεόραση ως ηθοποιός σε καθημερινή σειρά, ενώ έγινε αποδέκτης ειρωνικών σχολίων με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του, ή τις ομιλίες του σε πανεπιστημιακά ιδρύματα με επίκεντρο τα reality.
Ποτέ
δεν κατάλαβα γιατί είναι κακό κάποιος να βγάζει βιβλίο και να κερδίζει
χρήματα, ή γιατί ένας άνθρωπος που, καλώς ή κακώς, μπήκε σε reality δεν
μπορεί να μιλήσει γι’ αυτό όταν του ζητείται. Ωστόσο, το καλό και
καλογυμνασμένο, λαϊκό παιδί από τη Σκιάθο που είναι αγρίμι στο γήπεδο,
λατρεύει την οικογένειά του και πάει και εκκλησία είναι ένας
αναμενόμενος πρωταγωνιστής. Το γυαλί αγάπησε τον Ντάνο, ο Ντάνος αγάπησε
το γυαλί και μαζί έβγαλαν φήμη, χρήμα και βιβλίο. Γιατί όχι;
Ο
νικητής των reality της περσινής χρονιάς ήταν σίγουρα το Greece’s Next
Top Model. Ένα διαφορετικό GNTM, από τα δύο προηγούμενα που θεωρητικώς
αγαπούσε τη διαφορετικότητα και ενθάρρυνε τις συμμετοχές γυναικών εκτός
των συνηθισμένων “μοντελέ” προτύπων -1.80 και 55 κιλά- και δέχθηκε
γυναίκες πιο μικροκαμωμένες ή με περισσότερα κιλά.
Η αλήθεια είναι ότι έγινε μια καλύτερη προσπάθεια προσέγγισης του αμερικανικού μοντέλου που έχει δημιουργήσει η Tyra Banks, με όχι και τόσο, ωστόσο, μεγάλη επιτυχία. Ωστόσο, το GNTM δεν το βλέπαμε γι’ αυτό. Το βλέπαμε γιατί παρακολουθούσαμε πολλές γυναίκες που συγκατοικούσαν όλες μαζί σε ένα σπίτι και τσακώνονταν από το πρωί μέχρι το βράδυ και στο ενδιάμεσο φωτογραφίζονταν. Γελούσαμε με τα γραμματικά λάθη της Μέγκι, τις κακίες της Μικαέλας και τους καυγάδες της Ξανθούλας και της Ειρήνης.
Και
αυτή τη αναμφισβήτητη επιτυχία εξηγείται, αλλά η χειρότερη στιγμή δεν
ήταν η απολύτως προβλεπόμενοι τσακωμοί νεαρών γυναικών που θέλουν να
κάνουν καριέρα σε ένα φρικτά ανταγωνιστικό χώρο και προσπαθούν να το
αποδείξουν βγαίνοντας στην τηλεόραση.
Μιλάμε ωστόσο πάντα για την
εκπομπή, όπου έμπειρος φωτογράφος και κριτής είπε σε νεαρή γυναίκα που
επέλεξε να προχωρήσει σε αρκετές και εμφανείς πλαστικές επεμβάσεις στα
18 της χρόνια, ότι εκείνος δεν θα το επέτρεπε στην δική του κόρη «όσο
μένει σπίτι του». «Αν πάει 30 ας τα βρει με τον άντρα της», είπε
χαρακτηριστικά ο φωτογράφος. Όχι ότι για τον χώρο που επέλεξε οι
επεμβάσεις είναι λανθασμένες, όχι ότι δεν του αρέσει φωτογραφικά, όχι
ότι δεν του κάνει για τη δουλειά τέλος πάντων. Ότι η γυναίκα στα 18 της
λογοδοτεί για το σώμα της στον μπαμπά της και στα 30 στον άντρα της.
Πέρυσι
εμφανίστηκε στη μικρή οθόνη και ένα καινούργιο – όχι και τόσο
καινούργιο – ριάλιτι με το όνομα Power of Love με το «format» ενός
κοινωνικού πειράματος για το αν μπορούν οι άνθρωποι να ερωτευτούν μέσα
από μία τέτοια εκπομπή. Ένα reality που σχολιαζόταν για τους καυγάδες
μεταξύ των παικτών, για τα αγαπημένα- χειρότερα ζευγάρια, μία εκπομπή
που απ’ ότι φαίνεται είχε επιτυχία και επανήλθε φέτος.
Ταυτόχρονα
εμφανίστηκε ένα δίδυμο αδελφάκι του σε άλλο κανάλι, με τίτλο Game of
Love και παρόμοιο περιεχόμενο. Πρόκεται για το reality στο οποίο
προσφέρθηκαν 500 ευρώ σε μια γυναίκα για να «αποπλανήσει» και τελικά να
φιλήσει έναν άλλον παίκτη. Επαναλαμβάνω: ο παρουσιαστής της εκπομπής
ζήτησε από την κοπέλα να φιλήσει έναν άντρα που δεν της άρεσε για να της
δώσει 500 ευρώ. Και ο νοών νοείτω.
Ακόμα ένα επιτυχημένο reality των τελευταίων ετών, είναι το Masterchef, ένα αρκετά διαφορετικό reality όπου, ανά διαστήματα, πρωταγωνιστές είναι περισσότερο οι κριτές- παρουσιαστές του, απ’ ότι οι ίδιοι οι παίκτες.
Oι
τρεις σεφ Πάνος Ιωαννίδης, Σωτήρης Κοντιζάς και Λεωνίδας Κουτσόπουλος
φαίνεται πως, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, είναι οι
πρωταγωνιστές της εκπομπής. Ενδιαφέρον φυσικά έχουν και τα μαγειρέματα
και οι χαρακτήρες των παικτών, ενώ φέτος το «drama» της εκπομπής
επικεντρώθηκε στη «γλωσσού» 23χρονη από την Κρήτη, που τσακώνεται με
τους συμπαίκτες της και τους κριτές, προκαλεί εντάσεις και θεωρεί ότι
γνωρίζει πολλά.
Οι πρωταγωνιστές, τα πρότυπα και τα ενδιαφέροντα των τηλεθεατών να αλλάζουν με τον χρόνο. Περνούν από τον καλόκαρδο, θεοσεβούμενο Ταρζάν του Άγιου Δομίνικου, στο φωτομοντέλο που κάνει καυστικά σχόλια, στην μαγείρισσα που τσαμπουκαλεύεται με μαντινάδες. Μέσα από τον λαβύρινθο της παρατήρησης της αστείας ή λούμπεν τηλεοπτικής πραγματικότητας, η οποία είναι πιο κοντά στην πραγματική πραγματικότητα απ’ ότι νομίζουμε, ξεπροβάλλουν πρόσωπα και ιστορίες που ίσως δεν υπάρχει κανένας λόγος να μάθουμε.
Υπάρχουν όμως και κάποιες που αξίζει να μάθουμε. Μία από
αυτές είναι η ιστορία του Ζαχίρ. Του παίκτη του φετινού Masterchef από
το Αφγανιστάν. Με δύο λόγια ο 29χρονος Ζαχίρ, έφυγε από το εμπόλεμο
Αφγανιστάν στα 10 του χρόνια μόνος του, για να μην πεθάνει. Ζει στην
Ελλάδα τα τελευταία 13 χρόνια. Θέλει να αποδείξει ότι «δεν είναι ο
Αφγανός που νομίζεις εσύ ότι είναι εγκληματίας», αλλά είναι «ένας
Αφγανός που έχει ταλέντο». Ο Ζαχίρ αγαπάει αυτό που κάνει, «απλά δεν
έχει φτερά για να πετάξει».