Για μερικές γυναίκες, η ικανοποίηση που αντλούν από την ερωτική επαφή μειώνεται όσο μεγαλώνουν, με μία έντονη πτώση να παρατηρείται κατά την περιεμμηνόπαυση
Νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Menopause δείχνει πως η σεξουαλική δυσλειτουργία αυξάνεται κατά σχεδόν 30% σε αυτή την περίοδο, ενώ η κολπική ξηρότητα συχνά έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στην επιθυμία, τη διέγερση, τη λίπανση του κόλπου και γενικά στην ικανοποίηση.
Υπάρχουν πολλοί και διάφοροι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη σεξουαλική λειτουργία, συμπεριλαμβάνοντας την ψυχική και τη συναισθηματική κατάσταση, τη γήρανση, τα χρόνια ιατρικά προβλήματα και η κατάσταση της εμμηνόπαυσης. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων κατά τη μεταβατική περίοδο της εμμηνόπαυσης προκαλεί πολλαπλές βιολογικές αλλαγές στο γυναικείο σώμα, οδηγώντας σε κολπική ατροφία, ξηρότητα και φλεγμονές των κολπικών τοιχωμάτων.
Παρότι προηγούμενες μελέτες έχουν τεκμηριώσει τις επιδράσεις της κολπικής ατροφίας στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η νέα μελέτη είναι μόλις μία από τις λίγες που αξιολογούν τις επιδράσεις κατά την περιεμμηνόπαυση, μία μεταβατική περίοδο πριν την εμμηνόπαυση όπου σταδιακά οι ωοθήκες ξεκινούν να παράγουν λιγότερα οιστρογόνα. Φαίνεται πως αυτά τα συμπτώματα κολπικής ατροφίας, όπως η κολπική ξηρότητα είναι πολύ συχνότερα κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση. Κατά κύριο λόγο, ως αποτέλεσμα της κολπικής ξηρότητας, οι ερευνητές σημείωσαν ότι η σεξουαλική ικανοποίηση μειώθηκε, ενώ η σεξουαλική δυσλειτουργία αυξήθηκε κατά περίπου 30% κατά τη διάρκεια των ετών της περιεμμηνόπαυσης.
«Η μελέτη εξέτασε τη σεξουαλική λειτουργία στις γυναίκες ηλικίας 40-55 ετών και εντόπισε μία σχέση μεταξύ της κολπικής ξηρότητας και της χειρότερης σεξουαλικής λειτουργίας. Δεδομένου του υψηλού επιπολασμού της σεξουαλικής λειτουργίας στις γυναίκες, ο εντοπισμός ενός ιδιαίτερα θεραπεύσιμου καταλυτικού παράγοντα, όπως η κολπική ξηρότητα, ενδέχεται να επιτρέπει στις γυναίκες να συνεχίζουν την σεξουαλική τους δραστηριότητα και κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου της εμμηνόπαυσης», δηλώνει η ερευνήτρια Δρ. Stephanie Faubion.
Νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Menopause δείχνει πως η σεξουαλική δυσλειτουργία αυξάνεται κατά σχεδόν 30% σε αυτή την περίοδο, ενώ η κολπική ξηρότητα συχνά έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στην επιθυμία, τη διέγερση, τη λίπανση του κόλπου και γενικά στην ικανοποίηση.
Υπάρχουν πολλοί και διάφοροι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη σεξουαλική λειτουργία, συμπεριλαμβάνοντας την ψυχική και τη συναισθηματική κατάσταση, τη γήρανση, τα χρόνια ιατρικά προβλήματα και η κατάσταση της εμμηνόπαυσης. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων κατά τη μεταβατική περίοδο της εμμηνόπαυσης προκαλεί πολλαπλές βιολογικές αλλαγές στο γυναικείο σώμα, οδηγώντας σε κολπική ατροφία, ξηρότητα και φλεγμονές των κολπικών τοιχωμάτων.
Παρότι προηγούμενες μελέτες έχουν τεκμηριώσει τις επιδράσεις της κολπικής ατροφίας στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η νέα μελέτη είναι μόλις μία από τις λίγες που αξιολογούν τις επιδράσεις κατά την περιεμμηνόπαυση, μία μεταβατική περίοδο πριν την εμμηνόπαυση όπου σταδιακά οι ωοθήκες ξεκινούν να παράγουν λιγότερα οιστρογόνα. Φαίνεται πως αυτά τα συμπτώματα κολπικής ατροφίας, όπως η κολπική ξηρότητα είναι πολύ συχνότερα κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση. Κατά κύριο λόγο, ως αποτέλεσμα της κολπικής ξηρότητας, οι ερευνητές σημείωσαν ότι η σεξουαλική ικανοποίηση μειώθηκε, ενώ η σεξουαλική δυσλειτουργία αυξήθηκε κατά περίπου 30% κατά τη διάρκεια των ετών της περιεμμηνόπαυσης.
«Η μελέτη εξέτασε τη σεξουαλική λειτουργία στις γυναίκες ηλικίας 40-55 ετών και εντόπισε μία σχέση μεταξύ της κολπικής ξηρότητας και της χειρότερης σεξουαλικής λειτουργίας. Δεδομένου του υψηλού επιπολασμού της σεξουαλικής λειτουργίας στις γυναίκες, ο εντοπισμός ενός ιδιαίτερα θεραπεύσιμου καταλυτικού παράγοντα, όπως η κολπική ξηρότητα, ενδέχεται να επιτρέπει στις γυναίκες να συνεχίζουν την σεξουαλική τους δραστηριότητα και κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου της εμμηνόπαυσης», δηλώνει η ερευνήτρια Δρ. Stephanie Faubion.