11.1.20

Πυροβολώντας τα πόδια του

Δεν είναι τυχαία  η διαφορά μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα  στην καταλληλόλητα για την Πρωθυπουργία που σημειώνουν οι δημοσκοπήσεις, με πιο πρόσφατη την πανελλήνια της   Interview, όπου  ο Μητσοτάκης  συγκεντρώνει ποσοστό 46% και ο Τσίπρας περιορίζεται στο μισό και μίζερο 22,9%   (με τον Σαμαρά να βρίσκεται στο 32,8%). Την  ίδια στιγμή η διαφορά των δύο κομμάτων φτάνει στο 15%. Ο πρώην Πρωθυπουργός βρίσκεται σε φάση «απομάγευσης» και το κόμμα του σε φάση απομυθοποίησης. Και πως να μη βρίσκονται; Ο ΣΥΡΙΖΑ νομίζει ότι αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση  πυροβολώντας τα πόδια του και εκθέτοντας εαυτόν στην κοινή γνώμη. Οταν π.χ. έχεις  περάσει  από την κυβέρνηση και έχεις βρεθεί  στα ίδια μετερίζια χωρίς να ρίξεις ένα «βόλι» κατά των ΗΠΑ, είναι πασιφανής  αστειότητα να εγκαλείς τον διάδοχό σου γιατί δεν άνοιξε πόλεμο.  Την εποχή που είχε συναντηθεί ο Τσίπρας με τον Τραμπ, η τουρκική επιθετικότητα επίσης  εκδηλωνόταν αμείωτη.
 Όμως  δεν ακούσαμε τον Τραμπ να καταδικάζει την Τουρκία και τον Τσίπρα να το απαιτεί.  Κυβερνητικά στελέχη  που τώρα ξιφουλκούν και χαρακτηρίζουν τον Μητσοτάκη  «θεατή» ενώπιον του Τραμπ, δικαιολογούσαν τότε τον  «θεατή» Τσίπρα  λέγοντας: «Ποτέ κανείς Αμερικανός σε κοινή δημόσια εμφάνιση με Ελληνα Πρωθυπουργό δεν έχει στραφεί εναντίον τρίτης χώρας και υπέρ της Ελλάδας. Ελλάδα και Τουρκία είναι σύμμαχοι,  και δεν μπορεί να πάρει το μέρος του ενός ή του άλλου. Μη ζητάμε πράγματα που δεν έχουν γίνει ποτέ και ούτε  πρόκειται να γίνουν».  Όμως αυτά που τότε δεν μπορούσαν να γίνουν τώρα  είναι απαιτητά να γίνουν! Ένα από τα λάθη που κάνουν είναι ότι είναι πιστοί στο αξίωμα πως ο λαός έχει κοντή μνήμη. Αυτό όντως  συμβαίνει, αλλά πλέον έχει αναστραφεί γιατί έχει αλλάξει  το  επικοινωνιακό τοπίο. Τα social media  υπενθυμίζουν όλα αυτά  που έχουν πει και έχουν κάνει, και με αυτό τον τρόπο γίνονται παγίδα η οποία δεν αφήνει κανένα δημόσιο πρόσωπο να ξεφύγει από το παρελθόν του.  Όταν ο Τσίπρας  λέει δεν θα ψηφίσει την συμφωνία, εύκολα θυμάται το κοινό  ότι η συμφωνία που δεν θα ψηφίσει είναι αποκλειστικά δική του.  Όταν ζητάει να παγώσει η συμφωνία γιατί ο Τραμπ έδειξε εκκωφαντική σιωπή και  δεν κατσάδιασε την Τουρκία, ο πολίτης διερωτάται γιατί δεν την πάγωσε ο ίδιος, αφού και επί των ημερών του Τραμπ  και Ομπάμα είχαν δείξει την ίδια εκκωφαντική σιωπή. Όπως επίσης διερωτάται ο πολίτης γιατί ψήφισε «παρών»  στη δική του    συμφωνία για την αναβάθμιση των F 16. Το ίδιο ισχύει  και για τους δικούς του,  πάλι,   προγραμματισμούς στις έρευνες γαιανθράκων νοτίως της Κρήτης.  Ως εκ τούτου η κυβέρνηση βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση  εν συγκρίσει με τον ΣΥΡΙΖΑ, ή τουλάχιστον μένει αλώβητη από την αντιπολιτευτική του ανωριμότητα.  Το «όχι σε όλα» κάποτε δημιουργούσε ελπίδα και  προοπτική, σήμερα δημιουργεί αδιαφορία  ή, ακόμη χειρότερα,  απογυμνώνει από σοβαρότητα.

Η κυβέρνηση στην ελληνοαμερικανική συμφωνία δεν  βρίσκεται μόνη, καθώς το ΚΙΝΑΛ  με την πρότερη κυβερνητική του εμπειρία, δεν προβαίνει σε εκκωφαντικές αριστερίστικες  «αντιστάσεις», και προσανατολίζεται να  την ψηφίσει  (εδώ  παρενθετικά να πούμε ότι δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει το    tweet  του Αμερικανού   πρεσβευτή  Τζέφρι Πάιατ ότι σπάνια έχει δει στην καριέρα του  τόσο ζεστή υποδοχή όπως αυτή του Μητσοτάκη. Ετσι κι αλλιώς ο ίδιος και με τον Τσίπρα όλο «γλύκες» ήταν).
 
Αντιθέτως μόνη θα βρεθεί η κυβέρνηση στο θέμα του εκλογικού νόμου. Παρότι στη βασική τους φιλοσοφία περί αναλογικότητας, ο νόμος που προτίθεται να φέρει και ο νόμος που είχε καταθέσει το ΚΙΝΑΛ το 2017 είναι ίδιοι, διαφωνούν στο «μπόνους» των βουλευτών που θα λαμβάνει το πρώτο κόμμα. 
Η Γεννηματά δεν έχει λόγο να συναινέσει στην διατήρηση του μπόνους των  50 εδρών γιατί αυτό το ποσοστό τροφοδοτεί  τον δικομματισμό και αποδυναμώνει τη δυνατότητα  να αποτελέσει το κόμμα της ρυθμιστικό παράγοντα.  Η  κυβέρνηση  πάντως σε αυτό  έχει με το μέρος της τον νέο  προσανατολισμό  της κοινωνίας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες προτιμούν μια ομοιογενή κυβέρνηση, καθώς έτσι  αποφεύγονται τα παρατράγουδα  και οι λειτουργικές δυσχέρειες.  Μια τέτοια στάση αποτελεί μεταστροφή από την παλαιότερη πεποίθηση, όπου η κοινή γνώμη ήταν αναφανδόν υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας. Ίσως η συμπεριφορά Κουβέλη στην κυβέρνηση Σαμαρά και η πολλαπλώς παράδοξη κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, άλλαξαν το κλίμα. Αποδείχτηκε  ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν οδηγούν… στον Παράδεισο. 
  Γ. Σιδέρης
liberal.gr

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ ΝΕΑ και ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Αρχειοθήκη ιστολογίου