Tα φαινόμενα πολύ συχνά απατούν, και αυτό μάλλον ισχύει στην περίπτωση της αυξημένης κίνησης στους δρόμους της Αθήνας και της σχέσης της με τη ζήτηση στα καύσιμα κίνησης. Το πρώτο συμπέρασμα που θα έβγαζε κάποιος αντικρίζοντας την εικόνα του μποτιλιαρίσματος στις βασικές οδικές αρτηρίες της πρωτεύουσας είναι ότι αυξήθηκε η ζήτηση καυσίμων.
Πιθανότατα στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρύφων Αλεξιάδης και σκέφτηκε ότι είναι ευκαιρία, δοθέντων και των χαμηλών τιμών, να μαζέψει έσοδα αυξάνοντας τον φόρο στα καύσιμα κίνησης.
Τα στοιχεία
Τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος, ωστόσο, για τη ζήτηση των καυσίμων κίνησης το δεκάμηνο Ιανουαρίου- Οκτωβρίου δεν δικαιολογούν ούτε την αυξημένη κίνηση στους δρόμους ούτε τις προσδοκίες του κ. Αλεξιάδη. Η κατανάλωση βενζινών και πετρελαίου κίνησης μειώθηκε συνολικά το 10μηνο κατά 4,1%.
Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στις βενζίνες με ποσοστό -3,8%, ενώ στο ντίζελ κίνησης η μείωση είναι οριακή στο -0,3% με την αγορά να αποδίδει τη συγκράτηση αυτή στην αυξημένη χρήση του αγροτικού πετρελαίου λόγω των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών για καλλιέργειες. Συγκεκριμένα, το δεκάμηνο του 2015 στην αγορά απορροφήθηκαν 2 εκατ. τόνοι βενζίνης περίπου έναντι 2,1 εκατ. τόνων το αντίστοιχο διάστημα του 2014, ενώ οριακή ήταν η μείωση ποσοτήτων το ίδιο διάστημα στο πετρέλαιο κίνησης.
Με βάση τα ανεπίσημα στοιχεία της αγοράς, τον Νοέμβριο η ζήτηση στα καύσιμα κίνησης ενισχύθηκε, αλλά το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου υποχώρησε εκ νέου.
Εκτίμηση αρμοδίων παραγόντων είναι ότι, παρά τη συνεχιζόμενη μείωση των τιμών, η αγορά εξακολουθεί να κινείται στους ρυθμούς των capital controls και έχει επηρεαστεί σαφώς από την αποπληρωμή φορολογικών υποχρεώσεων των πολιτών μέσα στο φθινόπωρο, υπενθυμίζοντας ότι η αναστροφή της ανοδικής τάσης της ζήτησης στην αγορά καυσίμων ξεκίνησε τον Ιούλιο.
Εδραιωμένη είναι η πεποίθηση στην αγορά καυσίμων ότι, εάν δεν αρθεί η αβεβαιότητα στην ελληνική οικονομία, η αγορά δεν θα ανακάμψει παρά τις χαμηλές τιμές καυσίμων. Στο ερώτημα πώς εξηγείται η αυξημένη κίνηση στους δρόμους, στελέχη του Συνδέσμου Εμπορίας Πετρελαιοειδών συστήνουν ότι θα πρέπει, εκτός από τις κεντρικές λεωφόρους της Αθήνας, κανείς να δει τι γίνεται στις εθνικές οδούς. Εξηγούν ότι η κίνηση στις εθνικές οδικές αρτηρίες έχει περιοριστεί σημαντικά. Η μείωση πωλήσεων στο ντίζελ κίνησης έφτασε στο δεκάμηνο στο -20% σε σχέση με πέρυσι, στοιχείο ενδεικτικό της ύφεσης, στην οποία εξακολουθεί να βρίσκεται η πραγματική οικονομία.
Σε αυτό το κλίμα, αναστάτωση έχει προκαλέσει στην αγορά το σχέδιο που ανακοίνωσε ο κ. Αλεξιάδης για αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα. «Είναι στρατηγικά τελείως λάθος η αύξηση της φορολογίας που ξεκινάει από το σκεπτικό ότι οι τιμές των καυσίμων είναι χαμηλές, γιατί αυτό είναι κάτι απολύτως συγκυριακό», τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ Γιάννης Αλιγιζάκης. Επισημαίνει επίσης τον κίνδυνο διόγκωσης του λαθρεμπορίου από την αύξηση της φορολογίας στο πετρέλαιο κίνησης, καθώς θα μεγαλώσει η ψαλίδα με το πετρέλαιο θέρμανσης, ενισχύοντας τα κίνητρα της φοροδιαφυγής.
Φόρος κατανάλωσης
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα της ύφεσης, με βάση τα στοιχεία της Eurostat, έχει τον τέταρτο υψηλότερο ειδικό φόρο κατανάλωσης στη βενζίνη μετά την Αγγλία, την Ολλανδία και την Ιταλία. Εχει δε υψηλότερο ειδικό φόρο κατανάλωσης από χώρες με πολλαπλάσιο κατά κεφαλήν εισόδημα, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, και πολύ υψηλότερο από το Λουξεμβούργο, την Αυστρία και άλλες.
Η Ελλάδα έχει παράλληλα από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στα καύσιμα μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., με αποτέλεσμα η συνολική φορολογική επιβάρυνση να αντιπροσωπεύει το 68% της τελικής τιμής της βενζίνης. Η φορολογία στην βενζίνη βρίσκεται ήδη 86% πάνω από τα χαμηλότερα φορολογικά επίπεδα που επιτρέπει η Ε.Ε.


 ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ