Παράπλευρη απώλεια του νέου ασφαλιστικού
Διπλό
χτύπημα για 120.000 χαμηλοσυνταξιούχους εντός του 2016 αναμένεται να
επιφέρει η ψήφιση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου, καθώς παράλληλα με τη
διακοπή της καταβολής του ΕΚΑΣ λόγω των νέων χαμηλότερων εισοδηματικών
κριτηρίων, θα υποστούν και αύξηση της συμμετοχής τους στα φάρμακα, κατά
150%. Μάλιστα σύμφωνα με την Καθημερινή, την ίδια τύχη
θα έχουν μέχρι το τέλος του 2019 και οι υπόλοιποι περίπου 250.000
δικαιούχοι του επιδόματος, που θα το «χάσουν» τα επόμενα χρόνια.
Παράπλευρη απώλεια του νέου ασφαλιστικού θεωρείται και η δυνατότητα αναγνώρισης πλασματικών χρόνων ασφάλισης, η οποία καθίσταται σχεδόν απαγορευτική, λόγω της αύξησης του κόστους εξαγοράς. Πρόκειται για δύο ακόμη εισπρακτικού χαρακτήρα διατάξεις που προστίθενται στις διατάξεις του επίμαχου νομοσχεδίου, το οποίο η κυβέρνηση προτίθεται να ψηφίσει ανεξάρτητα από την τύχη της αξιολόγησης από τους δανειστές, ενδεικτικό και αυτό της ανάγκης για μείωση των δαπανών στο ασφαλιστικό και αύξηση των εσόδων, λόγω των τεράστιων ελλειμμάτων του συστήματος.
Αναλυτικά, για τους δικαιούχους του ΕΚΑΣ, η γενική συμμετοχή στα φάρμακα είναι 10%, ενώ υπάρχουν και παθήσεις που εμπίπτουν σε μηδενική συμμετοχή. Οσοι όμως βρεθούν λόγω των νέων εισοδηματικών κριτηρίων χωρίς επίδομα, εντός του τρέχοντος έτους, θα χάσουν παράλληλα και τη δυνατότητα μειωμένης συμμετοχής στα φάρμακα και θα κληθούν να συμμετέχουν στη δαπάνη με το ίδιο ποσοστό που καταβάλλουν οι υπόλοιποι ασφαλισμένοι, ήτοι 25%. Να σημειωθεί ότι με την κατάργηση του ΕΚΑΣ, από το 2020 και μετά, η ετήσια εξοικονόμηση δαπάνης εκτιμάται στα 900 εκατ. ευρώ. Για τα έτη 2016-2019 η δαπάνη, βάσει της εκτίμησης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, θα περιοριστεί κατά 168 εκατ. το τρέχον έτος, 401 εκατ. ευρώ το 2017, 234 εκατ. ευρώ το 2018 και 50 εκατ. ευρώ το τελευταίο έτος εφαρμογής του. Οπως γίνεται κατανοητό, η μεγαλύτερη μείωση γίνεται εμπροσθοβαρώς, το 2017.
Ενα ακόμη εισπρακτικό μέτρο αφορά στην αλλαγή της βάσης υπολογισμού των πλασματικών ετών, που εκτινάσσει το κόστος εξαγοράς έως και κατά 5 φορές περισσότερο σε σχέση με το τι ισχύει σήμερα.
Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο μπορούν να αναγνωρίσουν έως και δώδεκα πλασματικά έτη, ενώ στον ευρύτερο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα μέχρι επτά χρόνια, με στόχο να «κλειδώσουν» ταχύτερα συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Μέχρι σήμερα, η αναγνώριση ως συντάξιμων των πλασματικών χρόνων (στρατός, σπουδές, παιδιά) απαιτεί την καταβολή εκ μέρους του ασφαλισμένου του Δημοσίου εισφορά 6,67% επί των συντάξιμων αποδοχών (όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης). Ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του υπαλλήλου (βασικός μισθός, επίδομα 140 ευρώ και επίδομα θέσης) του Οκτωβρίου 2011. Σε γενικές γραμμές τα ποσά που καλείται να δαπανήσει ο ασφαλισμένος είναι από 70 μέχρι 140 ευρώ τον μήνα ανάλογα με την περίπτωση.
Αντίστοιχα για τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα το κόστος για τις περισσότερες κατηγορίες πλασματικών ετών είναι στα 168 ευρώ (δηλαδή το 25επλάσιο του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη το 2015). Ειδικά για τον στρατό είναι στο 20% του συνόλου των συντάξιμων αποδοχών, που όμως έχει έκπτωση από 30% μέχρι το 50% ανάλογα με τα έτη της θεμελίωσης.
Με τη διάταξη που περιλαμβάνεται στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, η αναγνώριση των πλασματικών ετών γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα πλασματικού χρόνου της εισφοράς, στο ποσοστό που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς, δηλαδή 20% επί των συντάξιμων αποδοχών. Η εισφορά δε, υπολογίζεται επί των αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τον μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Η αλλαγή αυτή οδηγεί έως και σε πενταπλασιασμό του κόστους.
Παράπλευρη απώλεια του νέου ασφαλιστικού θεωρείται και η δυνατότητα αναγνώρισης πλασματικών χρόνων ασφάλισης, η οποία καθίσταται σχεδόν απαγορευτική, λόγω της αύξησης του κόστους εξαγοράς. Πρόκειται για δύο ακόμη εισπρακτικού χαρακτήρα διατάξεις που προστίθενται στις διατάξεις του επίμαχου νομοσχεδίου, το οποίο η κυβέρνηση προτίθεται να ψηφίσει ανεξάρτητα από την τύχη της αξιολόγησης από τους δανειστές, ενδεικτικό και αυτό της ανάγκης για μείωση των δαπανών στο ασφαλιστικό και αύξηση των εσόδων, λόγω των τεράστιων ελλειμμάτων του συστήματος.
Αναλυτικά, για τους δικαιούχους του ΕΚΑΣ, η γενική συμμετοχή στα φάρμακα είναι 10%, ενώ υπάρχουν και παθήσεις που εμπίπτουν σε μηδενική συμμετοχή. Οσοι όμως βρεθούν λόγω των νέων εισοδηματικών κριτηρίων χωρίς επίδομα, εντός του τρέχοντος έτους, θα χάσουν παράλληλα και τη δυνατότητα μειωμένης συμμετοχής στα φάρμακα και θα κληθούν να συμμετέχουν στη δαπάνη με το ίδιο ποσοστό που καταβάλλουν οι υπόλοιποι ασφαλισμένοι, ήτοι 25%. Να σημειωθεί ότι με την κατάργηση του ΕΚΑΣ, από το 2020 και μετά, η ετήσια εξοικονόμηση δαπάνης εκτιμάται στα 900 εκατ. ευρώ. Για τα έτη 2016-2019 η δαπάνη, βάσει της εκτίμησης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, θα περιοριστεί κατά 168 εκατ. το τρέχον έτος, 401 εκατ. ευρώ το 2017, 234 εκατ. ευρώ το 2018 και 50 εκατ. ευρώ το τελευταίο έτος εφαρμογής του. Οπως γίνεται κατανοητό, η μεγαλύτερη μείωση γίνεται εμπροσθοβαρώς, το 2017.
Ενα ακόμη εισπρακτικό μέτρο αφορά στην αλλαγή της βάσης υπολογισμού των πλασματικών ετών, που εκτινάσσει το κόστος εξαγοράς έως και κατά 5 φορές περισσότερο σε σχέση με το τι ισχύει σήμερα.
Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, οι ασφαλισμένοι στο Δημόσιο μπορούν να αναγνωρίσουν έως και δώδεκα πλασματικά έτη, ενώ στον ευρύτερο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα μέχρι επτά χρόνια, με στόχο να «κλειδώσουν» ταχύτερα συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Μέχρι σήμερα, η αναγνώριση ως συντάξιμων των πλασματικών χρόνων (στρατός, σπουδές, παιδιά) απαιτεί την καταβολή εκ μέρους του ασφαλισμένου του Δημοσίου εισφορά 6,67% επί των συντάξιμων αποδοχών (όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης). Ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του υπαλλήλου (βασικός μισθός, επίδομα 140 ευρώ και επίδομα θέσης) του Οκτωβρίου 2011. Σε γενικές γραμμές τα ποσά που καλείται να δαπανήσει ο ασφαλισμένος είναι από 70 μέχρι 140 ευρώ τον μήνα ανάλογα με την περίπτωση.
Αντίστοιχα για τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα το κόστος για τις περισσότερες κατηγορίες πλασματικών ετών είναι στα 168 ευρώ (δηλαδή το 25επλάσιο του ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη το 2015). Ειδικά για τον στρατό είναι στο 20% του συνόλου των συντάξιμων αποδοχών, που όμως έχει έκπτωση από 30% μέχρι το 50% ανάλογα με τα έτη της θεμελίωσης.
Με τη διάταξη που περιλαμβάνεται στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, η αναγνώριση των πλασματικών ετών γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα πλασματικού χρόνου της εισφοράς, στο ποσοστό που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς, δηλαδή 20% επί των συντάξιμων αποδοχών. Η εισφορά δε, υπολογίζεται επί των αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τον μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Η αλλαγή αυτή οδηγεί έως και σε πενταπλασιασμό του κόστους.