«Θέλουν να ρίξουν την κυβέρνηση της
αριστεράς, αλλά δεν θα τα καταφέρουν!».
Μοιάζει παράταιρο να ακούγεται
κάτι τέτοιο, αλλά ακόμα ακούγεται.
Στελέχη και δημοσιογραφικά
παρακολουθήματά του ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλουν έντονα τα τελευταία
εικοσιτετράωρα το επιχείρημα ότι ξένα κέντρα προσπαθούν να ρίξουν την
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο τα κέντρα αυτά
-σύμφωνα με τους ισχυρισμούς- είναι κατά βάση το ΔΝΤ και συμπληρωματικά
μερικοί από τους Ευρωπαίους δανειστές. Τα κέντρα κατά καιρούς αλλάζουν,
δεν είναι πάντα τα ίδια.
Αυτό που δεν αλλάζει, είναι η πρόθεση, να πέσει
αυτή η κυβέρνηση, λένε. Και το δραματοποιούν ανάλογα. Επικαλούνται
περιπτώσεις άσχετες και ανόμοιες (Αλλιέντε) για να δώσουν μια επίφαση
αλήθειας.
Υπάρχει όμως αλήθεια σ’ αυτό το
επιχείρημα; Δεν προκύπτει από πουθενά κάτι τέτοιο. Αντίθετα αυτό που
ηχεί νωπό ακόμα στ’ αυτιά μας, είναι η δήλωση πριν ένα μήνα των Sapin
και Schaeuble -ναι του Schaeuble- ότι «εμπιστεύονται τον κ. Τσίπρα». Τα
γεγονότα έχουν μια μικρή προϊστορία όμως. Από το τέλος του 2014 και
όταν οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πως
σύντομα τις εκλογές θα τις κέρδιζε ο
ΣΥΡΙΖΑ, οι δανειστές έπαψαν να δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στην
κυβέρνηση Σαμαρά. Δεν είχαν λόγο. Έβλεπαν πως το κόμμα που κάλπαζε προς
την εξουσία και είχε μεγάλη κοινωνική αποδοχή ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ, απλά έπρεπε
να βρουν διαύλους επικοινωνίας με αυτό. Ο Σαμαράς, λένε οι πληροφορίες,
ένοιωσε δυσάρεστα από το «άδειασμα» των δανειστών οι οποίοι στην
πλειονότητά τους ήταν ομοϊδεάτες.
Τι συνέβη τους μήνες που ακολούθησαν
είναι γνωστό. Όπως γνωστό είναι και πως εφάρμοσε το δικό του τρίτο
μνημόνιο ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι περισσότερες προβλέψεις του μνημονίου αυτού ήταν
ουσιαστικά εκκρεμότητες των προηγούμενων μνημονίων τις οποίες δεν
υλοποιούσαν -για λόγους πολιτικού κόστους αλλά και αντιδράσεων- οι
προηγούμενες κυβερνήσεις. Η πώληση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, του
ΟΛΠ, του Ελληνικού, οι μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις και μια
σειρά από μέτρα ήταν προβλέψεις του πρώτου και δεύτερου μνημονίου.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μέσα σε ελάχιστο
χρόνο υλοποίησε τις περισσότερες από τις προαναφερόμενες προβλέψεις που
αδυνατούσαν ή δεν ήθελαν να προωθήσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Και
μάλιστα αυτή την φορά χωρίς καμία κοινωνική αντίδραση αφού αυτές κατά
κάποιο τρόπο είχαν ευνουχιστεί λόγω της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και του
προσήμου «αριστερά», που (παραπλανητικά ) συνεχίζει να επικαλείται. Το
μνημονιακό καραβάνι των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχωρά και στο διάβα του σαρώνει
ό,τι βρει. Όχι απλά εφαρμόζει το μνημόνιο του καλοκαιριού το οποίο
μάλιστα έχει πολλαπλάσιο κόστος λόγω των αποτυχημένων διαπραγματεύσεων
του καλοκαιριού, αλλά είναι έτοιμη να υπογράψει ένα ακόμα, το
ονομαζόμενο και μνημόνιο-κάβα. Και με τον έναν ή άλλο τρόπο, θα το
υπογράψει.
Η αλήθεια είναι, πως όλα αυτά, η
εφαρμογή του μνημονίου δηλαδή, συμβαίνουν μ’ έναν σχετικά θεατρικό
τρόπο. Ο ένας υπουργός διαφωνεί με την πώληση του ΟΛΠ αλλά υπογράφει την
πώληση και παραμένει υπουργός, ο άλλος δηλώνει ότι υπογράφει την
πώληση των αεροδρομίων με πόνο ψυχής και ακολουθούν διάφορες άλλες
τέτοιου είδους γραφικότητες. Οι επικοινωνιακές ανάγκες της κυβέρνησης
και ιδιαίτερα η προσπάθεια περιορισμού των αντιδράσεων ενός κομματιού
της κοινωνίας που είχε πιστέψει το αντι-μνημονιακό τους αφήγημα, είναι
το κύριο πρόβλημά τους. Όπως και τώρα, που στήνουν κρίσεις και
εικονικούς πολέμους με τους δανειστές. Έχουν ανάγκη να κρατήσουν
συσπειρωμένους τους εναπομείναντες ψηφοφόρους.
Μετά απ’ όλα, υπάρχει πράγματι κάποιος
που εκτιμά ότι οι δανειστές δεν θέλουν την σημερινή κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ; Έχουν βρει στο παρελθόν άλλη κυβέρνηση που με ελάχιστες
κοινωνικές αντιδράσεις παίρνει τόσο σκληρά μέτρα; Και έχουν στ’ αλήθεια
λόγο να μην στηρίζουν αυτή την κυβέρνηση;
Γ.Παντελάκης-liberal.gr