Γιατί ορισμένοι άνθρωποι μαθαίνουν πιο εύκολα σε σχέση με
άλλους μια ξένη γλώσσα;
Ενισχύει την ευφυΐα του παιδιού σας το να είναι δίγλωσσο;
Στην σύγχρονη εποχή η εκμάθηση γλωσσών είναι πιο σημαντική από ποτέ. Ενισχύει τις πιθανότητες για εξεύρεση εργασίας και βοηθά στην επικοινωνία σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Γιατί όμως είναι πιο εύκολο για κάποιους ανθρώπους σε σχέση με κάποιους άλλους να μάθουν μια νέα γλώσσα;
Μια έρευνα δείχνει ότι η μουσικότητα είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ικανότητα εκμάθησης ξένων γλωσσών. Ο Μάρκους Κρίστινερ κάνει το διδακτορικό του, παρατηρώντας ότι άνθρωποι που ασχολούνται με τη μουσική αποδίδουν καλύτερα φράσεις και υλικό με το οποίο δεν είναι εξοικειωμένοι.
Η καθηγήτρια Σουζάνα Ραϊτένερ από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης σχολιάζει ωστόσο; «Αν επαναπαυτείς μόνο στο ταλέντο, το πιο πιθανό είναι να αποτύχεις. Χρειάζεσαι μεγάλη εμπειρία και εξάσκηση για να τα καταφέρεις». Η ίδια έχει εντοπίσει 20 διαφορετικούς παράγοντες, τους οποίους χωρίζει σε τέσσερις ομάδες.
Υπάρχουν βιολογικοί παράγοντες όπως το DNA ή το επίπεδο της τεστοστερόνης, κοινωνικοί όπως η εκπαίδευση, αλλά και γλωσσικοί όπως η ομοιότητα της ξένης γλώσσας με την μητρική, ενώ στην συνέχεια υπάρχουν οι λεγόμενοι ψυχολογικοί παράγοντες όπως η μουσικότητα, η προσωπικότητα, η δυνατότητα απομνημόνευσης, τα κίνητρα, που δεν εμπίπτουν είτε στους βιολογικούς είτε στους κοινωνικούς τομείς.
Η καθηγήτρια Ράιτενερ και οι συνεργάτες της υποστηρίζουν ακόμα ότι σε αντίθεση με παλιότερες πεποιθήσεις, η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας απαιτεί όλο το τμήμα του εγκεφάλου και ότι δεν υπάρχει ηλικιακό όριο για να ξεκινήσει κανείς να μαθαίνει.
Ένα άλλο ερώτημα που τίθεται είναι αν ένα παιδί δίγλωσσο ενισχύει την ευφυΐα του και πως αυτό συμβαίνει με οικογένειες που έχουν διαφορετικά πολιτιστικά υπόβαθρα. Για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα αυτά, αναζητήθηκαν οι απαντήσεις στα κεντρικά γραφεία του Euronews στην Λυών, όπου εργάζονται πολλά μεικτά ζευγάρια.
Σε αυτόν τον Πύργο της Βαβέλ με 13 γλώσσες και πάνω από 30 εθνικότητες, η επικοινωνία είναι το κλειδί. Η Κάτια,δημοσιογράφος από την Ρωσία, ήρθε στην Γαλλία πριν 15 χρόνια και μιλούσε εκτός από την μητρική της γλώσσα, αγγλικά και ιταλικά. Έπρεπε να μάθει λοιπόν Γαλλικά. Όμως συνάντησε στο euronews και τον Ρικάρντο , που είναι Πορτογάλος. Τα παιδιά τους είναι λοιπόν τρίγλωσσα, αφού πέρα από την μητρική ρωσική και την πατρική πορτογαλική, μαθαίνουν και την γαλλική γλώσσα.
Φοιτούν σε ένα γαλλικό δημοτικό σχολείο όπου είναι εγγεγραμμένα 475 δίγλωσσα παιδιά. Οι ερευνητές λένε ότι όσο περισσότερες επιλογές έχει να κάνει ένας εγκέφαλος, τόσο πιο ευέλικτος γίνεται ο ομιλητής. Τα δίγλωσσα παιδιά είναι γεμάτα περιέργεια και ανοιχτόμυαλα, πρόθυμα να ανακαλύψουν το ένα την κουλτούρα και την χώρα του άλλου.
Ωστόσο, υπάρχουν και κίνδυνοι, αφού οι γλώσσες δεν πρέπει να συγχέονται. Εάν δεν έχουν σταθερά θεμέλια σε μία από μητρικές τους γλώσσες, αυτό έχει αντίκτυπο στην δεύτερη γλώσσα, ενώ επίσης προκαλεί φωνητικά σφάλματα ή συγχύσεις. Επομένως ακόμα και τα δίγλωσσα, πολύ περισσότερο τα τρίγλωσσα παιδιά, χρειάζονται μια ισχυρή γλώσσα, διαφορετικά γίνονται ημιμαθή. Και αυτή είναι η περίπτωση που θα πρέπει αυτά τα παιδιά να πάνε σε ένα αμιγώς γαλλικό σχολείο για να προοδεύσουν σε ένα μονόγλωσσο περιβάλλον.
eduadvisor.gr
Ενισχύει την ευφυΐα του παιδιού σας το να είναι δίγλωσσο;
Στην σύγχρονη εποχή η εκμάθηση γλωσσών είναι πιο σημαντική από ποτέ. Ενισχύει τις πιθανότητες για εξεύρεση εργασίας και βοηθά στην επικοινωνία σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Γιατί όμως είναι πιο εύκολο για κάποιους ανθρώπους σε σχέση με κάποιους άλλους να μάθουν μια νέα γλώσσα;
Μια έρευνα δείχνει ότι η μουσικότητα είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ικανότητα εκμάθησης ξένων γλωσσών. Ο Μάρκους Κρίστινερ κάνει το διδακτορικό του, παρατηρώντας ότι άνθρωποι που ασχολούνται με τη μουσική αποδίδουν καλύτερα φράσεις και υλικό με το οποίο δεν είναι εξοικειωμένοι.
Η καθηγήτρια Σουζάνα Ραϊτένερ από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης σχολιάζει ωστόσο; «Αν επαναπαυτείς μόνο στο ταλέντο, το πιο πιθανό είναι να αποτύχεις. Χρειάζεσαι μεγάλη εμπειρία και εξάσκηση για να τα καταφέρεις». Η ίδια έχει εντοπίσει 20 διαφορετικούς παράγοντες, τους οποίους χωρίζει σε τέσσερις ομάδες.
Υπάρχουν βιολογικοί παράγοντες όπως το DNA ή το επίπεδο της τεστοστερόνης, κοινωνικοί όπως η εκπαίδευση, αλλά και γλωσσικοί όπως η ομοιότητα της ξένης γλώσσας με την μητρική, ενώ στην συνέχεια υπάρχουν οι λεγόμενοι ψυχολογικοί παράγοντες όπως η μουσικότητα, η προσωπικότητα, η δυνατότητα απομνημόνευσης, τα κίνητρα, που δεν εμπίπτουν είτε στους βιολογικούς είτε στους κοινωνικούς τομείς.
Η καθηγήτρια Ράιτενερ και οι συνεργάτες της υποστηρίζουν ακόμα ότι σε αντίθεση με παλιότερες πεποιθήσεις, η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας απαιτεί όλο το τμήμα του εγκεφάλου και ότι δεν υπάρχει ηλικιακό όριο για να ξεκινήσει κανείς να μαθαίνει.
Ένα άλλο ερώτημα που τίθεται είναι αν ένα παιδί δίγλωσσο ενισχύει την ευφυΐα του και πως αυτό συμβαίνει με οικογένειες που έχουν διαφορετικά πολιτιστικά υπόβαθρα. Για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα αυτά, αναζητήθηκαν οι απαντήσεις στα κεντρικά γραφεία του Euronews στην Λυών, όπου εργάζονται πολλά μεικτά ζευγάρια.
Σε αυτόν τον Πύργο της Βαβέλ με 13 γλώσσες και πάνω από 30 εθνικότητες, η επικοινωνία είναι το κλειδί. Η Κάτια,δημοσιογράφος από την Ρωσία, ήρθε στην Γαλλία πριν 15 χρόνια και μιλούσε εκτός από την μητρική της γλώσσα, αγγλικά και ιταλικά. Έπρεπε να μάθει λοιπόν Γαλλικά. Όμως συνάντησε στο euronews και τον Ρικάρντο , που είναι Πορτογάλος. Τα παιδιά τους είναι λοιπόν τρίγλωσσα, αφού πέρα από την μητρική ρωσική και την πατρική πορτογαλική, μαθαίνουν και την γαλλική γλώσσα.
Φοιτούν σε ένα γαλλικό δημοτικό σχολείο όπου είναι εγγεγραμμένα 475 δίγλωσσα παιδιά. Οι ερευνητές λένε ότι όσο περισσότερες επιλογές έχει να κάνει ένας εγκέφαλος, τόσο πιο ευέλικτος γίνεται ο ομιλητής. Τα δίγλωσσα παιδιά είναι γεμάτα περιέργεια και ανοιχτόμυαλα, πρόθυμα να ανακαλύψουν το ένα την κουλτούρα και την χώρα του άλλου.
Ωστόσο, υπάρχουν και κίνδυνοι, αφού οι γλώσσες δεν πρέπει να συγχέονται. Εάν δεν έχουν σταθερά θεμέλια σε μία από μητρικές τους γλώσσες, αυτό έχει αντίκτυπο στην δεύτερη γλώσσα, ενώ επίσης προκαλεί φωνητικά σφάλματα ή συγχύσεις. Επομένως ακόμα και τα δίγλωσσα, πολύ περισσότερο τα τρίγλωσσα παιδιά, χρειάζονται μια ισχυρή γλώσσα, διαφορετικά γίνονται ημιμαθή. Και αυτή είναι η περίπτωση που θα πρέπει αυτά τα παιδιά να πάνε σε ένα αμιγώς γαλλικό σχολείο για να προοδεύσουν σε ένα μονόγλωσσο περιβάλλον.
eduadvisor.gr