Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Ω! αφράστου ομορφιάς Άνοιξη! Αινούμε και προσκυνούμε τα κάλλη σου, αλλά όχι και των πολιτικών. Αυτοί κάλλη δεν έχουν αλλά κάλους στο μυαλό και αλυσίδες για να μας δένουν και να μας στέλνουν στις εφορείες. Και έτσι πασάδες που είναι μας βλέπουν σαν κακούργους, λογίζουν αδίκως αφ’ ημών και το δήθεν σωτήριο χέρι τους στον τάφο μας, μας σπρώχνει.
Γι’ αυτό λέω τώρα που ήρθε η Άνοιξη να κρύψουμε τις τηλεοράσεις, ο σάπιος λόγος τους να μην ακούγεται σε αυτιά δυστυχισμένων και μόνοι χωρίς τα δαφνόφυλλα της δικής τους δόξας να ζήσουμε αναπνέοντας το μυρωμένο αέρα του βουνού. Αλλά και τι να μας πουν; Πως αυτοί είναι οι γάτοι και μεις οι ποντικοί που μας τρώνε το φαί; Ή πως στις κολόνες της ΔΕΗ είναι κρεμασμένα τα κηδειόχαρτα της απόλυσής μας; Ακόμη πως η οικονομική μας έγερση δε θα γίνει ώσπου να κατέλθουμε στον Άδη;
Ας πέσει μαύρο λοιπόν στα χαζοκούτια κι ας υπερυψώσουμε την ψυχή μας στην εξοχή. Κι εκεί να δούμε το διάφανο και το γαλανό του ουρανού. Τα χρώματα των λουλουδιών στο πρωινό ξύπνημα της μέρας και στο ηλιόγερμα τις φεγγοβόλες φλόγες με τις πινελιές τους στον ορίζοντα. Τα ξεφτισμένα μετάξια που αφήνουν τα ρείκια, τις ασφάκες που κυματίζουν τα λουλούδια τους σαν κίτρινα καλαματιανά μαντήλια, τις πλεξούδες των απαλοδιπλωμένων σπάρτων που συντροφεύουν τα γυμνούλια μπρατσάκια των σπαραγγιών. Τις αέρινες πτυχές της δάφνης, τα κόκκινα στεφάνια της παπαρούνας, τα ολότρεμα φυλλαράκια στο δέρμα του θυμαριού.
Ν’ ακούσουμε το αστείρευτο κελάηδισμα του κότσυφα, το εωθινό του αηδονιού, το κλάμα του γκιώνη, να δούμε στους μυστικούς ίσκιους της λυγαριάς τους ερωτικούς ασπασμούς της καρδερίνας, στο ανοιχτό χείλος της φωλιάς τους γλυκασμούς της φωνής της σταρήθρας. Να θαυμάσουμε με μάτι ασκητικό τον ιππέα σαλίγκαρο στο φύλλο χλόης, τη φιδογραμμή του δρομέα όφι να την ψαύσουμε με τις πατούσες μας, τις ταλαντεύσεις να μετρήσουμε της χρυσής μελισσούλας που ρουφάει ανέγνοια το νέκταρ από το κυπελάκι του μυρωμένου στήμονα.
Και όπως η φύση θα μας ξελιγώνει από το εκχυόμενο άρωμά της και θα μας φορά το χρωματιστό της διάδημα εμείς θα ξεχνάμε τα μνημόνια και θα ευχόμαστε μακαρία η οδός στους δανειστές μας. Σε βάθος δυσθεώρητο να τσακιστούν και η μετάγουσα γέφυρα στην κόλαση που θα τους οδηγήσει τάχιστα να στηθεί.
ellinikoxronografima.blogspot.gr
Ω! αφράστου ομορφιάς Άνοιξη! Αινούμε και προσκυνούμε τα κάλλη σου, αλλά όχι και των πολιτικών. Αυτοί κάλλη δεν έχουν αλλά κάλους στο μυαλό και αλυσίδες για να μας δένουν και να μας στέλνουν στις εφορείες. Και έτσι πασάδες που είναι μας βλέπουν σαν κακούργους, λογίζουν αδίκως αφ’ ημών και το δήθεν σωτήριο χέρι τους στον τάφο μας, μας σπρώχνει.
Γι’ αυτό λέω τώρα που ήρθε η Άνοιξη να κρύψουμε τις τηλεοράσεις, ο σάπιος λόγος τους να μην ακούγεται σε αυτιά δυστυχισμένων και μόνοι χωρίς τα δαφνόφυλλα της δικής τους δόξας να ζήσουμε αναπνέοντας το μυρωμένο αέρα του βουνού. Αλλά και τι να μας πουν; Πως αυτοί είναι οι γάτοι και μεις οι ποντικοί που μας τρώνε το φαί; Ή πως στις κολόνες της ΔΕΗ είναι κρεμασμένα τα κηδειόχαρτα της απόλυσής μας; Ακόμη πως η οικονομική μας έγερση δε θα γίνει ώσπου να κατέλθουμε στον Άδη;
Ας πέσει μαύρο λοιπόν στα χαζοκούτια κι ας υπερυψώσουμε την ψυχή μας στην εξοχή. Κι εκεί να δούμε το διάφανο και το γαλανό του ουρανού. Τα χρώματα των λουλουδιών στο πρωινό ξύπνημα της μέρας και στο ηλιόγερμα τις φεγγοβόλες φλόγες με τις πινελιές τους στον ορίζοντα. Τα ξεφτισμένα μετάξια που αφήνουν τα ρείκια, τις ασφάκες που κυματίζουν τα λουλούδια τους σαν κίτρινα καλαματιανά μαντήλια, τις πλεξούδες των απαλοδιπλωμένων σπάρτων που συντροφεύουν τα γυμνούλια μπρατσάκια των σπαραγγιών. Τις αέρινες πτυχές της δάφνης, τα κόκκινα στεφάνια της παπαρούνας, τα ολότρεμα φυλλαράκια στο δέρμα του θυμαριού.
Ν’ ακούσουμε το αστείρευτο κελάηδισμα του κότσυφα, το εωθινό του αηδονιού, το κλάμα του γκιώνη, να δούμε στους μυστικούς ίσκιους της λυγαριάς τους ερωτικούς ασπασμούς της καρδερίνας, στο ανοιχτό χείλος της φωλιάς τους γλυκασμούς της φωνής της σταρήθρας. Να θαυμάσουμε με μάτι ασκητικό τον ιππέα σαλίγκαρο στο φύλλο χλόης, τη φιδογραμμή του δρομέα όφι να την ψαύσουμε με τις πατούσες μας, τις ταλαντεύσεις να μετρήσουμε της χρυσής μελισσούλας που ρουφάει ανέγνοια το νέκταρ από το κυπελάκι του μυρωμένου στήμονα.
Και όπως η φύση θα μας ξελιγώνει από το εκχυόμενο άρωμά της και θα μας φορά το χρωματιστό της διάδημα εμείς θα ξεχνάμε τα μνημόνια και θα ευχόμαστε μακαρία η οδός στους δανειστές μας. Σε βάθος δυσθεώρητο να τσακιστούν και η μετάγουσα γέφυρα στην κόλαση που θα τους οδηγήσει τάχιστα να στηθεί.
ellinikoxronografima.blogspot.gr