Στα επίπεδα του... 1996 έχουν κατρακυλήσει οι επενδύσεις στην Ελλάδα,
σύμφωνα με εκτενή έρευνα της PwC με τίτλο «Από την Ύφεση στην
Ανάκαμψη».
Η κορυφαία ελεγκτική υπερτονίζει πως οι επενδύσεις στην
Ελλάδα αποτελούν τη νούμερο 1 αιτία της έλλειψης ανταγωνιστικότητας της
χώρας μας, και προειδοποιεί πως υπολείπονται τουλάχιστον 22 δισ. ευρώ
ετησίως σε ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις προκειμένου η Ελλάδα να
εμφανίσει ικανοποιητική οικονομική ανάκαμψη.
Σύμφωνα με την PwC, η Ελλάδα διαθέτει το χαμηλότερο δείκτη
ανταγωνιστικότητας από τις 28 Ευρωπαϊκές χώρες και γι' αυτό ευθύνεται
όχι μόνο η έλλειψη επενδύσεων, αλλά και η έλλειψη κατάλληλων υποδομών να
τις υποστηρίξουν.
Οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχουν υψηλότερους δείκτες
ανταγωνιστικότητας σε σχέση με χώρες που έχουν τις ίδιες επενδύσεις ως
ποσοστό του ΑΕΠ, δεδομένου ότι διαθέτουν σημαντικές υποδομές,
ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές και σταθερό οικονομικό και θεσμικό
περιβάλλον.
Σημειώνει ότι για να επιτευχθεί μεσοσταθμικά οικονομική μεγέθυνση της
τάξεως του 3-4% ετησίως για την περίοδο 2018-2022, απαιτούνται
επενδύσεις της τάξης των 42 δισ. ευρώ ανά έτος (208 δισ. στην
πενταετία), τη στιγμή που η μέση ετήσια χρηματοδότηση ανέρχεται στα 20
δισ. ευρώ.
Οι παράγοντες που λειτουργούν ανασχετικά προκειμένου να καλυφθεί το
παραπάνω επενδυτικό έλλειμμα είναι, σύμφωνα με την PwC, οι εξής:
- Η ελληνική οικονομία διαχρονικά δεν προσελκύει κεφάλαια από το
εξωτερικό και βασίζεται κατά 90-95% σε εγχώριες πηγές χρηματοδότησης.
- Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αντιστοιχούν σταθερά στο 7% του συνόλου των επενδύσεων και έχουν μειωθεί κατά 44% κατά την περίοδο της κρίσης.
- Αρνητική καθαρή αποταμίευση και ως εκ τούτου, περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης επενδύσεων από τις εγχώριες τράπεζες.
- Δυσκολία των ελληνικών επιχειρήσεων να αποκτήσουν πρόσβαση σε ίδια κεφάλαια, η οποία έχει οξυνθεί κατά την περίοδο της κρίσης. Την περίοδο 2009-2015 τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 4%, ενώ οι αντλήσεις κεφαλαίων από το χρηματιστήριο, κατά 88%.
- Η απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς.
- Οι ξένες άμεσες επενδύσεις αντιστοιχούν σταθερά στο 7% του συνόλου των επενδύσεων και έχουν μειωθεί κατά 44% κατά την περίοδο της κρίσης.
- Αρνητική καθαρή αποταμίευση και ως εκ τούτου, περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης επενδύσεων από τις εγχώριες τράπεζες.
- Δυσκολία των ελληνικών επιχειρήσεων να αποκτήσουν πρόσβαση σε ίδια κεφάλαια, η οποία έχει οξυνθεί κατά την περίοδο της κρίσης. Την περίοδο 2009-2015 τα ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 4%, ενώ οι αντλήσεις κεφαλαίων από το χρηματιστήριο, κατά 88%.
- Η απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς.
Παραμένει το έλλειμμα εμπιστοσύνης, εξέλιξη που σε συνδυασμό με τον
εγγενή κίνδυνο της κάθε επένδυσης, το συναλλακτικό κόστος και την υψηλή
φορολογία, οδηγεί τους ξένους επενδυτές στο να ζητούν υψηλή αναμενόμενη
απόδοση επένδυσης.