Τις 229 έφθασαν οι καταγγελίες στα Αστυνομικά Τμήματα και την
Εισαγγελία του Νομού Θεσσαλονίκης και όμορων νομών για σεξουαλική
κακοποίηση παιδιών, ηλικίας από 3 μηνών έως 17 ετών, κατά τη δεκαετία
2005-2015 και πιστοποιήθηκαν στο Εργαστήριο της Ιατροδικαστικής και
Τοξικολογίας του ΑΠΘ και την τοπική Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Σοκάρει το
γεγονός ότι στο 93% των περιπτώσεων ο δράστης ήταν γνωστός του θύματος.
Τα στοιχεία αυτά βρέθηκαν στο επίκεντρο έρευνας
της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής,
με τίτλο «Η κακοποίηση στην παιδική ηλικία. Επιδημιολογική διερεύνηση
του φαινομένου βάσει ιατροδικαστικών εκθέσεων και ευρημάτων» που
εκπονήθηκε, υπό την επίβλεψη του καθηγητή του Τμήματος Ιατρικής της
Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, Θεόδωρου Δαρδαβέση, το 2017, από την
παιδίατρο Ελισάβετ Αντωνιάδου.
Από τα 229 αυτά παιδιά που κακοποιήθηκαν τα 165 (72,1%) ήταν κορίτσια και τα 64 (27,9%) αγόρια. Το εύρος των ηλικιών των παιδιών που μελετήθηκαν κυμαίνονται από 3 μήνες έως και 17 έτη, με μέσο όρο ηλικίας 11,25 έτη. Ειδικότερα, για τα αγόρια ο μέσος όρος ηλικίας είναι εννέα έτη, ενώ για τα κορίτσια 12 έτη. Ο μεγαλύτερος αριθμός των θυμάτων (49,8%) αφορά σε παιδιά εφηβικής ηλικίας (13-18 ετών), ενώ το 36,3% και το 13,9% αφορά σε παιδιά σχολικής ηλικίας 6-12 ετών και προσχολικής ηλικίας (5 ετών ή μικρότερα), αντίστοιχα.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων η αποκάλυψη του συμβάντος στις αστυνομικές αρχές οφείλεται σε κάποιο συγγενικό άτομο του παιδιού, όπως είναι η μητέρα, η γιαγιά και η αδερφή (59%). Πολύ συχνά η καταγγελία προέρχεται από το νοσηλευτικό ή εκπαιδευτικό ίδρυμα το οποίο φρόντιζε το παιδί για οποιονδήποτε λόγο (24,7%). Στο 15,2% των περιπτώσεων η καταγγελία προήλθε από το ίδιο το παιδί, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις (1,1%) στις οποίες γνωστά στο παιδί άτομα ανέφεραν πιθανά επεισόδια κακοποίησης.
Με ποιους τρόπους προσεγγίζουν τα παιδιά οι δράστες σεξουαλικής κακοποίησης
Συχνότερος τρόπος προσέγγισης του θύματος αποτελεί η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του παιδιού (47,3%) από συγγενικά του άτομα (πατέρας, θείος, νονός) ή άτομα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός του (πατριός, φίλος γονέων). Άλλος τρόπος που φαίνεται να εφαρμόζουν οι δράστες είναι η αρχική γνωριμία του παιδιού με οποιονδήποτε τρόπο και στη συνέχεια η κακοποίησή του με την άσκηση σωματικής βίας ή με τη χρήση κατασταλτικών ουσιών, όπως είναι η αλκοόλη και οι ναρκωτικές ουσίες (18,8%). Ο βιασμός του παιδιού με την άσκηση σωματικής βίας παρατηρήθηκε λιγότερο συχνά, ενώ σε ποσοστό 11,8% και 5,4% η συναίνεση του θύματος εξασφαλίστηκε με τη σύναψη σχέσης και την εξαγορά του, αντίστοιχα.
Παιδιά τα οποία κακοποιούνταν κατ’ επανάληψη φαίνεται να καθυστερούσαν να αποκαλύψουν το συμβάν, σε σχέση με εκείνα που κακοποιήθηκαν μία φορά. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά που δεν γνώριζαν και δεν είχαν αναπτύξει προηγουμένως σχέσεις με τον δράστη κατήγγειλαν άμεσα το γεγονός (76,9%).
Η ιατροδικαστική εξέταση των παιδιών για σωματικές κακώσεις σε ένα μεγάλο ποσοστό (79%) απέβη αρνητική, όπως επίσης και για τυχόν ευρήματα ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης οποιασδήποτε μορφής (51,3%).
Το προφίλ του δράστη που είναι συνήθως γνώριμος του θύματος
Τη συντριπτική πλειονότητα τα παιδιά γνώριζαν τον δράστη (93%) και μόνο στο 7% των περιπτώσεων ο δράστης τούς ήταν άγνωστος. Στο 38,2% των καταγγελιών ο υπαίτιος της κακοποίησης φαίνεται να είχε σχέση συγγένειας με το παιδί. Ειδικότερα, ως δράστης παρουσιάζεται ο πατέρας του παιδιού (15,1%) και στο 19,6% κάποιος άλλος συγγενής του (θείος, ξάδερφος κ.ά.). Ορισμένες καταγγελίες κακοποίησης αφορούν και στη μητέρα του παιδιού ως δράστη (1,5%).
Στο σύνολό τους οι δράστες είναι άντρες (98%) και σε 14,6% περιπτώσεις ο υπαίτιος της κακοποίησης είναι ανήλικος. Οι καταγγελίες αφορούν σε δράστες ενήλικες, που είχαν αναπτύξει σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης με το παιδί (41,7%) και μόνο 7,5% των καταγγελιών σχετίζονται με ενήλικα άτομα που ήταν άγνωστα στο παιδί. Σε αρκετές περιπτώσεις (17.6%), μάλιστα, οι δράστες είναι περισσότεροι του ενός
Από τα 229 αυτά παιδιά που κακοποιήθηκαν τα 165 (72,1%) ήταν κορίτσια και τα 64 (27,9%) αγόρια. Το εύρος των ηλικιών των παιδιών που μελετήθηκαν κυμαίνονται από 3 μήνες έως και 17 έτη, με μέσο όρο ηλικίας 11,25 έτη. Ειδικότερα, για τα αγόρια ο μέσος όρος ηλικίας είναι εννέα έτη, ενώ για τα κορίτσια 12 έτη. Ο μεγαλύτερος αριθμός των θυμάτων (49,8%) αφορά σε παιδιά εφηβικής ηλικίας (13-18 ετών), ενώ το 36,3% και το 13,9% αφορά σε παιδιά σχολικής ηλικίας 6-12 ετών και προσχολικής ηλικίας (5 ετών ή μικρότερα), αντίστοιχα.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων η αποκάλυψη του συμβάντος στις αστυνομικές αρχές οφείλεται σε κάποιο συγγενικό άτομο του παιδιού, όπως είναι η μητέρα, η γιαγιά και η αδερφή (59%). Πολύ συχνά η καταγγελία προέρχεται από το νοσηλευτικό ή εκπαιδευτικό ίδρυμα το οποίο φρόντιζε το παιδί για οποιονδήποτε λόγο (24,7%). Στο 15,2% των περιπτώσεων η καταγγελία προήλθε από το ίδιο το παιδί, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις (1,1%) στις οποίες γνωστά στο παιδί άτομα ανέφεραν πιθανά επεισόδια κακοποίησης.
Με ποιους τρόπους προσεγγίζουν τα παιδιά οι δράστες σεξουαλικής κακοποίησης
Συχνότερος τρόπος προσέγγισης του θύματος αποτελεί η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του παιδιού (47,3%) από συγγενικά του άτομα (πατέρας, θείος, νονός) ή άτομα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός του (πατριός, φίλος γονέων). Άλλος τρόπος που φαίνεται να εφαρμόζουν οι δράστες είναι η αρχική γνωριμία του παιδιού με οποιονδήποτε τρόπο και στη συνέχεια η κακοποίησή του με την άσκηση σωματικής βίας ή με τη χρήση κατασταλτικών ουσιών, όπως είναι η αλκοόλη και οι ναρκωτικές ουσίες (18,8%). Ο βιασμός του παιδιού με την άσκηση σωματικής βίας παρατηρήθηκε λιγότερο συχνά, ενώ σε ποσοστό 11,8% και 5,4% η συναίνεση του θύματος εξασφαλίστηκε με τη σύναψη σχέσης και την εξαγορά του, αντίστοιχα.
Παιδιά τα οποία κακοποιούνταν κατ’ επανάληψη φαίνεται να καθυστερούσαν να αποκαλύψουν το συμβάν, σε σχέση με εκείνα που κακοποιήθηκαν μία φορά. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά που δεν γνώριζαν και δεν είχαν αναπτύξει προηγουμένως σχέσεις με τον δράστη κατήγγειλαν άμεσα το γεγονός (76,9%).
Η ιατροδικαστική εξέταση των παιδιών για σωματικές κακώσεις σε ένα μεγάλο ποσοστό (79%) απέβη αρνητική, όπως επίσης και για τυχόν ευρήματα ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης οποιασδήποτε μορφής (51,3%).
Το προφίλ του δράστη που είναι συνήθως γνώριμος του θύματος
Τη συντριπτική πλειονότητα τα παιδιά γνώριζαν τον δράστη (93%) και μόνο στο 7% των περιπτώσεων ο δράστης τούς ήταν άγνωστος. Στο 38,2% των καταγγελιών ο υπαίτιος της κακοποίησης φαίνεται να είχε σχέση συγγένειας με το παιδί. Ειδικότερα, ως δράστης παρουσιάζεται ο πατέρας του παιδιού (15,1%) και στο 19,6% κάποιος άλλος συγγενής του (θείος, ξάδερφος κ.ά.). Ορισμένες καταγγελίες κακοποίησης αφορούν και στη μητέρα του παιδιού ως δράστη (1,5%).
Στο σύνολό τους οι δράστες είναι άντρες (98%) και σε 14,6% περιπτώσεις ο υπαίτιος της κακοποίησης είναι ανήλικος. Οι καταγγελίες αφορούν σε δράστες ενήλικες, που είχαν αναπτύξει σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης με το παιδί (41,7%) και μόνο 7,5% των καταγγελιών σχετίζονται με ενήλικα άτομα που ήταν άγνωστα στο παιδί. Σε αρκετές περιπτώσεις (17.6%), μάλιστα, οι δράστες είναι περισσότεροι του ενός