Δήμητρα Λυμπεροπούλου
Επικεφαλής Περιφερειακής Παράταξης
«Πελοπόννησος
Οικολογική»
Συζητήθηκε πρόσφατα στο Περιφερειακό
Συμβούλιο Πελοποννήσου, η περίπτωση, δημιουργίας εξορυκτικής μονάδας λιγνίτη
στην Κυπαρισσία, Μεσσηνίας.
Το ενεργειακό ζήτημα είναι εξαιρετικής σημασίας και σε εθνικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Κλιματική Αλλαγή χτυπά την πόρτα μας όπως πρώτοι οι Οικολόγοι προ δεκαετίες επισημάναμε. Η Πολιτική Θέση μας στο Περιφερειακό Συμβούλιο είναι ξεκάθαρη:
Το ενεργειακό ζήτημα είναι εξαιρετικής σημασίας και σε εθνικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Κλιματική Αλλαγή χτυπά την πόρτα μας όπως πρώτοι οι Οικολόγοι προ δεκαετίες επισημάναμε. Η Πολιτική Θέση μας στο Περιφερειακό Συμβούλιο είναι ξεκάθαρη:
δίνουμε προτεραιότητα: στην εξοικονόμηση
ενέργειας και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.), έναντι στον
ρυπογόνο λιγνίτη. Δεν θέλουμε καμία υποβάθμιση στην περιοχή της Κυπαρισσίας . Κανόνας
μας σε κάθε περίπτωση, είναι σύμφωνα με τις αρχές της Οικολογίας να έχουμε ιδία
άποψη μελετώντας σε βάθος τις ιδιαιτερότητές του κάθε εγχειρήματος, ώστε η
άποψή μας και πολιτικά αλλά και τεχνοκρατικά/περιβαλλοντικά, σε τοπική κλίμακα,
να είναι πλήρως τεκμηριωμένη και όχι λαϊκίζουσα με κραυγές εντυπώσεων. Θυμίζουμε
ότι στο Περιφερειακό Συμβούλιο έχουμε υπερψηφίσει και συνεχώς υπερψηφίζουμε τις
μικρές και μεγαλύτερες επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Αυτή
ήταν και θα είναι η στάση μας: σοβαρότητα και σε βάθος τεκμηριωμένη πολιτική
αλλά και τεχνοκρατική ανάλυση του κάθε θέματος.
Παραλογισμό πέρα από κάθε περιβαλλοντική,
οικονομική ή ενεργειακή λογική, θεωρούμε τα σχέδια για κατασκευή λιγνιτωρυχείου
στη Μεσσηνία.
Το αντίτιμο για την τοπική κοινωνία και το
περιβάλλον θα είναι: μη αναστρέψιμες βλάβες σε γεωργικές ή δασικές εκτάσεις και
πιθανά στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής και σκόνη από τις εξορύξεις - απειλή
για τη δημόσια υγεία. Ο λιγνίτης θα μεταφέρεται με φορτηγά, και θα συμβάλει στη
διάχυση της ρύπανσης από μικροσωματίδια.
Το κυριότερο όμως για εμάς είναι πως μια
τέτοια προοπτική είναι εντελώς ασύμβατη με μια σύγχρονη και βιώσιμη ενεργειακή
στρατηγική που έχει ανάγκη η χώρα. Για μια πληθώρα από λόγους, με πρώτιστο τη
συμβολή στην αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, η Ελλάδα οφείλει να στραφεί άμεσα
σε ένα ριζικά διαφορετικό μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, με
πυλώνες την εξοικονόμηση ενέργειας και την σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά
καύσιμα με στροφή στις ανανεώσιμες πηγές. Μια τέτοια στροφή αποτελεί απαραίτητη
προϋπόθεση για τη διέξοδο από την κρίση, με δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων
εργασίας, τόνωση της καινοτομίας και μείωση των ενεργειακών δαπανών.
Για τις περιοχές που φιλοξενούν λιγνιτωρυχεία
και λιγνιτικούς σταθμούς, όπως η Αρκαδία, χρειάζεται να σχεδιάσουμε σταδιακά τη
μετάβαση στη μετα-λιγνιτική εποχή, με ενίσχυση της τοπικής κοινωνίας και
οικονομίας σε βιώσιμη προοπτική, αποκατάσταση των κατεστραμμένων περιοχών και
συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα σταδιακού κλεισίματος ορυχείων και μονάδων
ηλεκτροπαραγωγής. Το να καθυστερούμε μια τέτοια μετάβαση, θυσιάζοντας μάλιστα
νέες παρθένες περιοχές αποτελεί μια κοντόφθαλμη και εγκληματική πολιτική που
ταιριάζει σε ένα παρελθόν που πρέπει αποφασιστικά να αφήσουμε οριστικά πίσω μας.
Τις
περασμένες δεκαετίες, ο λιγνίτης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην οικονομική
ανάπτυξη της χώρας. Ακόμα και τώρα, σχεδόν η μισή ηλεκτρική ενέργεια που
καταναλώνεται στο Ηπειρωτικό Σύστημα παράγεται από λιγνιτικούς σταθμούς τα ¾
των οποίων βρίσκονται στη Δυτική Μακεδονία.
Εξελίξεις των 10-15 τελευταίων ετών έχουν αρχίσει να
κλονίζουν την αδιαφιλονίκητη κυριαρχία του «εθνικού μας καυσίμου»:
- Ορισμένα λιγνιτικά αποθέματα αναμένεται να μην είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα μέσα στην επόμενη 10ετία
- Οι νέες μονάδες ΑΠΕ και φυσικού αερίου έχουν ήδη αφαιρέσει σημαντικό μερίδιο αγοράς από το λιγνίτη
- Συμμόρφωση με την Κλιματική Στρατηγική της ΕΕ σημαίνει πως το 40% του ηλεκτρισμού που θα καταναλώνουμε το 2020 θα πρέπει να προέρχεται από ΑΠΕ, ποσοστό που ανεβαίνει περίπου στο 55% για το 2030
- Συμμόρφωση με τις Οδηγίες της ΕΕ για την ατμοσφαιρική ρύπανση σημαίνει πως οι περισσότερες παλιές λιγνιτικές μονάδες θα πρέπει να έχουν κλείσει μέχρι το 2021.
- Τα κόστη παραγωγής των τεχνολογιών ΑΠΕ έχουν πέσει δραματικά τα τελευταία χρόνια και σύντομα αναμένεται να είναι άμεσα ανταγωνιστικές με το λιγνίτη.
Εμείς από την πλευρά μας αντιπροτείνουμε
δημοτικές-πολυσυμμετοχικές-κοινωνικές επιχειρήσεις για την εγκατάσταση έργων
ΑΠΕ μεσαίας κλίμακας, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερο όφελος για τις τοπικές
κοινωνίες και κοινωνικός έλεγχος για να ΜΗΝ χωροθετούνται αυτά τα έργα σε
οικολογικά ευαίσθητες περιοχές. Εμείς
ζητάμε την προώθηση εγκαταστάσεων ΑΠΕ, συμβατών με την προστασία ευαίσθητων
οικοσυστημάτων και της πολιτισμικής κληρονομιάς. Προτεραιότητα δίνουμε στις
μικρές και διεσπαρμένες εγκαταστάσεις, όπως τα φωτοβολταϊκά σε κτίρια που
δίνουν ταυτόχρονα και τη δυνατότητα σε κάθε νοικοκυριό να γίνει ένας
"μικρός πράσινος επενδυτής".
Εμείς λέμε «ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΛΙΓΝΙΤΗ» γιατί δρούμε τοπικά και
σκεφτόμαστε παγκόσμια. Εμείς ΛΕΜΕ ΝΑΙ στην πρόληψη, στην εξοικονόμηση, στις
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και βεβαίως στην αλλαγή του κυρίαρχου ενεργοβόρου
μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης.
Όπως ΔΕΝ ανεχόμαστε την συνέχιση της καταστροφής της
Μεγαλόπολης, έτσι αρνούμαστε το άνοιγμα νέων μετώπων ορυχείων χθες Κορώνη σήμερα στην περιοχή της Κυπαρισσίας.
Συμπαραστεκόμαστε στους κατοίκους και φορείς που τεκμηριωμένα
αντιτίθενται και αρνούνται τη μετατροπή της Γης τους σε ορυχείο που θα
καταστρέψει έναν τόπο κόσμημα της Ελληνικής Γης και τη μετατροπή του σε
σεληνιακό τοπίο.
Το οικολογικό και πράσινο κίνημα στη χώρα μας
παραδοσιακά καλούσε σε σταδιακή απεξάρτηση από το λιγνίτη και σε έγκαιρο
σχεδιασμό για μια μετάβαση σε μια μεταλιγνιτική εποχή. Οι παραπάνω εξελίξεις
έχουν αρχίσει κάπως να μεταφέρουν τη σχετική συζήτηση από το πολιτικό
περιθώριο. Όμως στη γονατισμένη από την κρίση Ελλάδα πολλά χρειάζεται ακόμα να
γίνουν ώστε μια τόσο κρίσιμη συζήτηση με όλες τις διαστάσεις της να έρθει στο
προσκήνιο του πολιτικού διαλόγου.